Πεζή
για το Παρίσι
Aποφάσισα
να πάω στο Παρίσι πεζή, σαν φτωχή περιπλανώμενη. Ξεκίνησα το ταξίδι και
διανυκτέρευα όπου ήθελε ο Θεός. Έτρωγα ψωμί και φρούτα πού μου προσέφεραν οι
άνθρωποι, στα σπίτια των οποίων ζητούσα να περάσω την νύχτα. Δύο εβδομάδες
αργότερα, έφτασα στο Σαν Ρέμο, στα σύνορα της Γαλλίας. Αφού ερεύνησα την
περιοχή, κατάλαβα ότι έπρεπε να τραβήξω προς τα δυτικά. Βγαίνοντας από την
πόλη αντίκρισα έναν ποταμό και ένα ψηλό βουνό σκεπασμένο με θάμνους. Διέσχισα
τον ποταμό με τα πόδια, και κατόπιν άρχισα να σκαρφαλώνω στο βουνό. Δεν υπήρχε
όμως δρόμος, και γι’ αυτό αναγκάστηκα να περπατήσω ανάμεσα στους θάμνους. Η
άνηφοριά ήταν αρκετά απότομη, και έτσι σκαρφάλωνα όλην την ημέρα. Το βράδυ
διψούσα και πεινούσα πολύ, καθώς δεν είχα φάει τίποτα μέχρι τότε. Εξαντλημένη
κάθισα να ξεκουραστώ. Ξαφνικά πρόσεξα ότι υπήρχε ένα μονοπάτι, στην αρχή τού
οποίου κείτονταν ένα μεγάλο Τσαμπί σταφύλι. Ευχαρίστησα τον Κύριο και το έφαγα.
Σουρούπωνε και είχε αρχίσει να ψιχαλίζει. Περπάτησα λίγο ακόμη για να βρω
κατάλυμα, ώσπου έπαψα να βλέπω.