Πραξ. 20,8 ἦσαν δὲ
λαμπάδες ἱκαναὶ ἐν τῷ ὑπερῴῳ οὗ
ἦμεν συνηγμένοι.
Πραξ. 20,8 Εκεί δε στο υπερώον, όπου είμεθα συγκεντρωμένοι. ήσαν
αρκεταί λαμπάδες ανεμμέναι.
Πραξ. 20,9 καθήμενος δέ τις νεανίας ὀνόματι
Εὔτυχος ἐπὶ τῆς θυρίδος, καταφερόμενος ὕπνῳ
βαθεῖ διαλεγομένου τοῦ Παύλου ἐπὶ πλεῖον,
κατενεχθεὶς ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἔπεσεν ἀπὸ
τοῦ τριστέγου κάτω καὶ ἤρθη νεκρός.
Πραξ. 20,9 Ενας νέος, ονόματι Εύτυχος εκάθητο στο παράθυρον και
είχε καταληφθή από βαθύν ύπνον. Επειδή δε ο Παύλος παρέτεινε πολλήν ώραν την
διδασκαλίαν, εκυριεύθη εξ ολοκλήρου ο Εύτυχος από τον ύπνον και έπεσε από το
τρίτο πάτωμα κάτω, απ' όπου και τον εσήκωσαν νεκρόν.
Πραξ. 20,10 καταβὰς δὲ ὁ
Παῦλος ἐπέπεσεν αὐτῷ καὶ συμπεριλαβὼν εἶπε·
μὴ θορυβεῖσθε· ἡ γὰρ ψυχὴ αὐτοῦ ἐν
αὐτῷ ἐστιν.
Πραξ. 20,10 Αλλά ο Παύλος κατέβηκε κάτω, έπεσε επάνω εις αυτόν, τον
επήρε εις την αγκάλην του και είπε· “μη ταράσσεσθε και μη λυπείσθε, διότι η
ψυχή του επανήλθε και υπάρχει μέσα του”.
Πραξ. 20,11 ἀναβὰς δὲ
καὶ κλάσας ἄρτον καὶ γευσάμενος ἐφ᾿ ἱκανόν
τε ὁμιλήσας ἄχρις αὐγῆς, οὕτως ἐξῆλθεν.
Πραξ. 20,11 Ανέβηκε δε και πάλιν επάνω, έκοψε τον άρτον της θείας
Ευχαριστίας και έφαγε και αφού επί αρκετάς ακόμη ώρας, μέχρι την αυγήν, τους
ωμίλησε, έτσι κουρασμένος από την αϋπνίαν και το κήρυγμα ανεχώρησε.
Πραξ. 20,12 ἤγαγον δὲ τὸν
παῖδα ζῶντα, καὶ παρεκλήθησαν οὐ μετρίως.
Πραξ. 20,12 Εφεραν δε στο υπερώον τον νέον ζωντανόν και παρηγορήθηκαν
όλοι παρά πολύ.
Πραξ. 20,13 Ἡμεῖς δὲ
προελθόντες ἐπὶ τὸ πλοῖον ἀνήχθημεν εἰς τὴν
Ἄσσον, ἐκεῖθεν μέλλοντες ἀναλαμβάνειν τὸν Παῦλον·
οὕτω γὰρ ἦν διατεταγμένος, μέλλων αὐτὸς πεζεύειν.
Πραξ. 20,13 Ημείς δε ήλθαμε ολίγον ενωρίτερα στο πλοίον και
επλεύσαμεν εις την Ασσον, απ' όπου επρόκειτο να πάρωμεν μαζή μας τον Παύλον.
Διότι έτσι είχε κανονίσει ο Παύλος, επειδή αυτός επρόκειτο να ταξιδεύση έως
εκεί δια ξηράς.
Πραξ. 20,14 ὡς δὲ
συνέβαλεν ἡμῖν εἰς τὴν Ἄσσον, ἀναλαβόντες αὐτὸν
ἤλθομεν εἰς Μυτιλήνην·
Πραξ. 20,14 Οταν δε μας συνήντησε εις την Ασσον, τον επήραμεν στο
πλοίον και ήλθαμε εις την Μιτυλήνην.
Ιω. 14,27 Εἰρήνην ἀφίημι
ὑμῖν, εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν·
οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγὼ δίδωμι ὑμῖν.
μὴ ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία μηδὲ δειλιάτω.
Ιω. 14,27 Εγώ φεύγω και σας αφίνω την ειρήνην, σας δίδω την
αληθινήν και αναφαίρετον ειρήνην, την οποίαν εγώ έχω από τον εαυτόν μου εις
άπειρον βαθμόν. Δεν σας δίδω εγώ ψευδή ειρήνην, όπως δίδει ο κόσμος. Λοιπόν ας
μη ταράσσεται από εσωτερικάς ανησυχίας η καρδία σας και ας μη δειλιάζη εμπρός
στους εξωτερικούς κινδύνους, αφού θα έχετε εμέ και την ειρήνην μου μέσα εις τας
ψυχάς σας.
Ιω. 14,28 ἠκούσατε ὅτι
ἐγὼ εἶπον ὑμῖν, ὑπάγω καὶ ἔρχομαι
πρὸς ὑμᾶς· εἰ ἠγαπᾶτέ με, ἐχάρητε
ἂν ὅτι εἶπον, πορεύομαι πρὸς τὸν πατέρα· ὅτι
ὁ πατήρ μου μείζων μού ἐστι·
Ιω. 14,28 Ηκούσατε ότι σας είπα, πηγαίνω προς τον Πατέρα και
πάλιν έρχομαι κοντά σας. Εάν είχατε πλουσίαν και σταθεράν αγάπην προς εμέ, θα
εδοκιμάζατε μεγάλην χαράν, διότι σας είπα· Πηγαίνω προς τον Πατέρα. Διότι ο
Πατήρ μου είναι ανώτερος από εμέ, επειδή εγώ τώρα έχω λάβει την ανθρωπίνην
φύσιν και την μορφήν δούλου και συνεπώς ως άνθρωπος είμαι κατώτερος του Πατρός.
Επειτα όμως από ολίγον θα αποκτήσω και ως άνθρωπος την θείαν δόξαν και
μεγαλειότητα.
Ιω. 14,29 καὶ νῦν εἴρηκα
ὑμῖν πρὶν γενέσθαι, ἵνα ὅταν γένηται πιστεύσητε.
Ιω. 14,29 Και τώρα σας τα έχω πει αυτά, πριν άκομα γίνουν,
ώστε, όταν πραγματοποιηθούν, να πεισθήτε από τα πράγματα και να πιστεύσετε
σταθερά εις εμέ.
Ιω. 14,30 οὐκέτι πολλὰ
λαλήσω μεθ᾿ ὑμῶν· ἔρχεται γὰρ ὁ τοῦ
κόσμου ἄρχων, καὶ ἐν ἐμοὶ οὐκ ἔχει οὐδέν·
Ιω. 14,30 Δεν θα είπω πλέον πολλά μαζή σας. Δεν έχω τον
καιρόν. Διότι τώρα ο διάβολος, που κυριαρχεί στον αμαρτωλόν κόσμον, έρχεται με
μανίαν και λύσσαν εναντίον μου, δια να εξαπολύση τον μεγαλύτερον πειρασμόν και
πόλεμον. Αλλά εις εμέ δεν έχει καμμίαν απολύτως εξουσίαν, κανένα απολύτως
δικαίωμα.
Ιω. 14,31 ἀλλ᾿ ἵνα
γνῷ ὁ κόσμος ὅτι ἀγαπῶ τὸν πατέρα, καὶ
καθὼς ἐνετείλατό μοι ὁ πατήρ, οὕτω ποιῶ. ἐγείρεσθε
ἄγωμεν ἐντεῦθεν.
Ιω. 14,31 Θα με παραδώση κατά παραχώρησιν του Πατρός στον
σταυρικόν θάνατον και θα γίνη αφορμή, χωρίς να το θέλη, να μάθη ο κόσμος ότι
εγώ αγαπώ τον Πατέρα και ότι πράττω ακριβώς σύμφωνα με την εντολήν του Πατρός,
ο οποίος θέλει την σταυρικήν μου θυσίαν δια την σωτηρίαν των ανθρώπων.
Σηκωθήτε, ας αναχωρήσωμεν από εδώ.
Ιω. 15,1 Ἐγώ εἰμι ἡ
ἄμπελος ἡ ἀληθινή, καὶ ὁ πατήρ μου ὁ
γεωργός ἐστι.
Ιω. 15,1 Εγώ είμαι η αληθινή κληματαριά (και όχι η
παλαιά και άκαρπος άμπελος της Εβραϊκής συναγωγής, την οποίαν ο Πατήρ μετέφερε
από την Αίγυπτον και εφύτευσεν εδώ, όπως λέγει και ο ψαλμωδός). Εγώ είμαι η
αληθινή άμπελος και ο Πατήρ μου είναι ο αμπελουργός.
Ιω. 15,2 πᾶν κλῆμα
ἐν ἐμοὶ μὴ φέρον καρπόν, αἴρει αὐτό, καὶ
πᾶν τὸ καρπὸν φέρον, καθαίρει αὐτό, ἵνα πλείονα
καρπὸν φέρῃ.
Ιω. 15,2 Καθε κλήμα, που είναι ενωμένο με εμέ, αλλά δεν
φέρει καρπόν, το κόβει και το αφαιρεί ο Πατήρ. Καθε κλήμα, το οποίον φέρει
καρπόν, το καθαρίζει και το περιποιείται, δια να φέρη περισσότερον καρπόν.
(Καθε άνθρωπον, που λέγει ότι πιστεύει εις εμέ, αλλά δεν έχει ως καρπόν της
πίστεώς του την αρετήν, τον αποκόπτει και τον αποχωρίζει από έμενα ο Πατήρ. Εξ
αντιθέτου, τον πιστόν, που έχει έργα αρετής, τον φωτίζει, τον ενισχύει, τον
καθαρίζει, ώστε να κάμη περισσότερα ενάρετα έργα).
Ιω. 15,3 ἤδη ὑμεῖς
καθαροί ἐστε διὰ τὸν λόγον ὃν λελάληκα ὑμῖν.
Ιω. 15,3 Και σεις χάρις εις την διδασκαλίαν που σας έχω
διδάξει, είσθε καθαροί, είσθε σαν πνευματικά κλήματα περιποιημένα και
καρποφόρα.
Ιω. 15,4 μείνατε ἐν ἐμοί,
κἀγὼ ἐν ὑμῖν. καθὼς τὸ κλῆμα οὐ
δύναται καρπὸν φέρειν ἀφ᾿ ἑαυτοῦ, ἐὰν
μὴ μείνῃ ἐν τῇ ἀμπέλῳ, οὕτως οὐδὲ
ὑμεῖς, ἐὰν μὴ ἐν ἐμοὶ μείνητε.
Ιω. 15,4 Μείνετε, λοιπόν, ενωμένοι με εμέ και εγώ με σας.
Οπως το κλήμα δεν ημπορεί από τον εαυτόν του να φέρη καρπόν, εάν δεν μείνη
ενωμένον με την κληματαριά, έτσι και σεις δεν ημπορείτε να πράττετε έργα
αρετής, εάν δεν μείνετε ενωμένοι με εμέ.
Ιω. 15,5 ἐγώ εἰμι ἡ
ἄμπελος, ὑμεῖς τὰ κλήματα. ὁ μένων ἐν ἐμοὶ
κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν
πολύν, ὅτι χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν.
Ιω. 15,5 Εγώ είμαι η κληματαριά και σεις είσθε τα
κλήματα. Εκείνος που μένει ενσωματωμένος εις εμέ και εγώ εις αυτόν, αυτός και
μόνον φέρνει πολύν καρπόν. Διότι χωρίς εμέ, χωρίς την σωτήριον χάριν μου και
την ζωτικήν ενέργειάν μου, δεν ημπορείτε να κάνετε τίποτε το αγαθόν.
Ιω. 15,6 ἐὰν μή
τις μείνῃ ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ
κλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὰ καὶ
εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι, καὶ καίεται.
Ιω. 15,6 Οποιος δεν μείνει ενωμένος μαζή μου, έχει ήδη
πεταχθή έξω, όπως το άχρηστο κλήμα και θα ξηραθή και όπως οι άνθρωποι μαζεύουν
τα κομμένα κλήματα, τα ρίπτουν στο πυρ και τα καίουν, έτσι και εκείνοι, που
χωρισμένοι από εμέ μένουν άκαρποι και άχρηστοι, θα ριφθούν από τους αγγέλους
στο πυρ της αιωνίου κολάσεως.
Ιω. 15,7 ἐὰν
μείνητε ἐν ἐμοὶ καὶ τὰ ῥήματά μου ἐν ὑμῖν
μείνῃ, ὃ ἐὰν θέλητε αἰτήσασθε, καὶ
γενήσεται ὑμῖν.
Ιω. 15,7 Εάν μείνετε ενωμένοι μαζή μου και τα λόγια μου
μείνουν ως θησαυρός της καρδιάς σας και κατεύθυνσις εις την ζωήν σας, κάθε τι
αγαθόν που θέλετε, ζητήσατέ το και θα γίνη προς χάριν σας.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/