Γιά νά θεραπευθοῦν τά διάφορα ψυχικά-ψυχολογικά νοσήματα, θά πρέπει νά
ἀπομακρυνθοῦν τά πνευματικά τους αἴτια, πού εἶναι τά πάθη (μέ κυρίαρχο
τόν ἐγωισμό) καθώς καί οἱ δαίμονες μέ τίς ἐνέργειές τους.
« Τί θά πεῖ ἄγχος, νεῦρα, ψυχασθένειες;» ἐρωτοῦσε ὁ ὅσιος π. Πορφύριος. Καί ἀπαντοῦσε: «Ἐγώ πιστεύω ὅτι ὑπάρχει διάβολος σ’ ὅλα αὐτά. Δέν ὑποτασσόμεθα στόν Χριστό μέ ἀγάπη. Μπαίνει ὁ διάβολος καί μᾶς ἀνακατεύει»[1].
Αὐτά βέβαια (τά πάθη καί οἱ δαίμονες) δέν ἀπομακρύνονται μέ χάπια οὔτε μέ ἡλεκτροσόκ, ἀλλά μέ τό μυστήριο τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης.
Αὐτά βέβαια (τά πάθη καί οἱ δαίμονες) δέν ἀπομακρύνονται μέ χάπια οὔτε μέ ἡλεκτροσόκ, ἀλλά μέ τό μυστήριο τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης.
Ὁ ἄνθρώπος θά πρέπει νά
ἐξομολογηθεῖ μέ εἰλικρίνεια τά ἁμαρτήματα ὅλης του τῆς ζωῆς, τά κύρια
γεγονότα πού τήν σημάδεψαν, καθώς καί τό πῶς ἐκεῖνος τά ἀντιμετώπισε, ὅπως δίδασκε ὁ θεοφώτιστος ἅγιος Γέροντας Πορφύριος[2].