Τέκνα μου ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Σὲ κάθε ἐποχή, μὰ ἰδιαίτερα σὲ στιγμὲς μεγάλης κοινωνικῆς
παρακμῆς, συναντοῦμαι πολλὰ πρόσωπα (φιλοσόφους, ποιητές, πολιτικούς,
ἐπαναστάτες) νὰ καταγγέλουν τὴν καθεστηκυία τάξη καὶ νὰ ἐπαγγέλονται ἕνα κόσμο
νέο, ἕνα κόσμο καλύτερο, στὸν ὁποῖο δὲν θὰ χωρᾶ τίποτα ἀπὸ τὰ παλαιὰ δεινὰ καὶ
πάθη. Ἂς μὴν ξεχνοῦμε πὼς δὲν πάει καὶ πολὺς καιρὸς ποὺ καὶ στὸ τόπο μας, τὸ
κεντρικὸ σύνθημα τοῦ δημοσίου διαλόγου ἦταν ἡ φράση «νὰ τελειώνουμε μὲ τὸ
παλιό».
Δὲν ἦταν λίγες οἱ περιπτώσεις ὅπου διάφορα ριζοσπαστικὰ
κινήματα κατάφεραν μὲ τὸν ἕναν ἢ μὲ ἄλλον τρόπο νὰ ἐπικρατήσουν, μὲ ἀποτέλεσμα
οἱ κοινωνίες νὰ ἀλλάξουν τὶς ἰδεολογικές τους κατευθύνσεις καὶ τὸν τρόπο τῆς
κοινῆς τους βιοτής, χωρὶς ὅμως οἱ ἐξαγγελίες τῶν ἐμπνευστῶν τούτων τῶν θέσεων
νὰ ὁδηγήσουν τὸν κόσμο σὲ φωτεινότερες ἐποχές. Ἀντιθέτως· στὴν προϋπάρχουσα
ἀδικία προστέθηκαν καινοφανεῖς ἀνομίες.