Ἀπόστολος: ( Β΄ Κορ. η΄ 1 - 5 )
Β Κορ. 8,1 Γνωρίζω δὲ ὑμῖν,
ἀδελφοί, τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν δεδομένην ἐν
ταῖς ἐκκλησίαις τῆς Μακεδονίας,
Β Κορ. 8,1 Φερω δε εις γνώσιν σας, αδελφοί, την δωρεάν, που
έχει δώσει ο Θεός εις τας Εκκλησίας της Μακεδονίας (που τας ηξίωσε δηλαδή να
προσφέρουν το βοήθημα της αγάπης των στους στερουμένους των αδελφούς).
Β Κορ. 8,2 ὅτι ἐν πολλῇ
δοκιμῇ θλίψεως ἡ περισσεία τῆς χαρᾶς αὐτῶν
καὶ ἡ κατὰ βάθος πτωχεία αὐτῶν ἐπερίσσευσεν
εἰς τὸν πλοῦτον τῆς ἁπλότητος αὐτῶν·
Β Κορ. 8,2 Και πρόκειται όντως περί θείας δωρεάς και ενισχύσεως,
διότι ενώ ευρίσκοντο αι Εκκλησίαι αυτά εις μεγάλην δοκιμασίαν θλίψεως, η
πλουσία χαρά των δια το καλόν έργον που επρόκειτο να κάμουν και η εσχάτη
πτωχεία των, εξεχείλισαν και εφάνησαν θαυμασταί εις την μεγάλην απλοχεριά των
και την ολοπρόθυμον γενναιοδωρίαν των.
Β Κορ. 8,3 ὅτι κατὰ
δύναμιν, μαρτυρῶ, καὶ ὑπὲρ δύναμιν, αὐθαίρετοι,
Β Κορ. 8,3 Βεβαιώνω, ότι έδωκαν, όχι μόνο το κατά δύναμιν, αλλά
και υπέρ την δύναμίν των, με ιδικήν των πρωτοβουλίαν, χωρίς κανείς να τους
υποχρεώση.
Β Κορ. 8,4 μετὰ πολλῆς
παρακλήσεως δεόμενοι ἡμῶν τὴν χάριν καὶ τὴν
κοινωνίαν τῆς διακονίας τῆς εἰς τοὺς ἁγίους,
Β Κορ. 8,4 Και με πολλάς θερμάς παρακλήσεις μας ικέτευαν να τους
κάμωμεν την χάριν, να συμετάσχουν εις την ιεράν αυτήν υπηρεσίαν της προσφορας
και συλογης βοηθημάτων δια τους πτωχούς Χριστιανούς.
Β Κορ. 8,5 καὶ οὐ καθὼς
ἠλπίσαμεν, ἀλλ᾿ ἑαυτοὺς ἔδωκαν πρῶτον
τῷ Κυρίῳ καὶ ἡμῖν διὰ θελήματος Θεοῦ,
Β Κορ. 8,5 Και δεν έδωσαν, όπως και όσα ημείς ηλπίζαμεν και
επεριμέναμεν, αλλ' έδωσαν πρώτα τον ευατόν τους στον Κυριον και έπειτα εις
ημάς, κατά το θέλημα του Κυρίου.
Λουκ.
9,1 Συγκαλεσάμενος δὲ τοὺς
δώδεκα μαθητὰς αὐτοῦ ἔδωκεν αὐτοῖς δύναμιν
καὶ ἐξουσίαν ἐπὶ πάντα τὰ δαιμόνια καὶ
νόσους θεραπεύειν·
Λουκ. 9,1 Αφού δε εκάλεσε τους δώδεκα μαθητάς του, έδωσεν
εις αυτούς δύναμιν και εξουσίαν επί όλων των δαιμονίων, καθώς επίσης και να
θεραπεύουν ασθενείας.
Λουκ.
9,2 καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς
κηρύσσειν τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ ἰᾶσθαι
τοὺς ἀσθενοῦντας,
Λουκ. 9,2 Και έστειλε αυτούς να κηρύσσουν την διδασκαλίαν
περί της βασιλείας του Θεού και να θεραπεύουν τους ασθενείς, δια να
επιβεβαιώνεται έτσι με τα θαύματα η διδασκαλία των.
Λουκ.
9,3 καὶ εἶπε πρὸς
αὐτούς· μηδὲν αἴρετε εἰς τὴν ὁδόν,
μήτε ῥάβδους μήτε πήραν μήτε ἄρτον μήτε ἀργύριον μήτε ἀνὰ
δύο χιτῶνας ἔχειν.
Λουκ. 9,3 Και είπεν εις αυτούς· “μη παίρνετε τίποτε στον
δρόμον ούτε ράβδους ούτε σάκκον ούτε ψωμί ούτε χρήματα ούτε να έχετε από δύο
χιτώνας.
Λουκ.
9,4 καὶ εἰς ἣν
ἂν οἰκίαν εἰσέλθητε, ἐκεῖ μένετε καὶ ἐκεῖθεν
ἐξέρχεσθε.
Λουκ. 9,4 Και εις όποιο σπίτι μπήτε δια να φιλοξενηθήτε, εκεί
να μένετε όλον το διάστημα της παραμονής σας και από εκεί να αναχωρήτε, όταν θα
ξεκινάτε δι' άλλην πόλιν.
Λουκ.
9,5 καὶ ὅσοι ἐὰν
μὴ δέξωνται ὑμᾶς, ἐξερχόμενοι ἀπὸ τῆς
πόλεως ἐκείνης καὶ τὸν κονιορτὸν ἀπὸ τῶν
ποδῶν ὑμῶν ἀποτινάξατε εἰς μαρτύριον ἐπ᾿
αὐτούς.
Λουκ. 9,5 Και εάν τυχόν μερικοί δεν σας δεχθούν, όταν φεύγετε
από την πόλιν εκείνην, τινάξτε καλά και την σκόνην από τα πόδια σας, ως
διαμαρτυρίαν εναντίον των και ως έλεγχον αυτών ενώπιον του Θεού”.
Λουκ.
9,6 ἐξερχόμενοι δὲ
διήρχοντο κατὰ τὰς κώμας εὐαγγελιζόμενοι καὶ
θεραπεύοντες πανταχοῦ.
Λουκ. 9,6 Αφού δε εξεκίνησαν οι Απόστολοι, διήρχοντο το ένα
μετά το άλλο τα χωριά, κηρύττοντες το Ευαγγέλιον και θεραπεύοντες παντού τους
ασθενείς.