Ὁ εὐσεβὴς Ψαλμωδὸς σκανδαλίζεται ἀκόμη βλέποντας ὅτι οἱ ἄδικοι καὶ ἁμαρτωλοὶ
δὲν ὑποβάλλονται στοὺς κόπους ποὺ δοκιμάζουν ἄλλοι, προκειμένου νὰ κερδίσουν
τὰ ἀναγκαῖα γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὴ συντήρησή τους. «Μετὰ ἀνθρώπων οὐ μαστιγωθήσονται»
(Ψαλ. οβ΄ [72] 5), λέγει· αὐτοὶ δὲν ταλαιπωροῦνται οὔτε ὑποφέρουν ὅπως οἱ ὅμοιοί
τους. Αὐτοὶ δὲν ἔχουν ἀνάγκη νὰ ἐργάζονται σκληρὰ γιὰ νὰ ἐξοικονομήσουν τὸν ἐπιούσιο,
ὅπως οἱ ἄλλοι. Ὅπως διδάσκει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ κόπος τῆς χειρωνακτικῆς
ἐργασίας ἔχει δοθεῖ στοὺς ἀνθρώπους ἀντὶ μαστιγίου1. Γιὰ τοὺς ἄλλους «πειρατήριόν
ἐστιν ὁ βίος», ὅπως σημειώνει ὁ Ἰώβ (Ἰὼβ ζ΄ 1)· ἡ ζωὴ εἶναι γεμάτη δοκιμασίες
καὶ θλίψεις. Γιὰ τοὺς ἄδικους ὅμως εἶναι συνήθως ἀπόλαυση, ἀναπαυτήριο!
Ἡ κατάσταση αὐτὴ τῆς ἀνέσεως κάνει τοὺς ἀσεβεῖς σκληροὺς καὶ ἀναίσθητους.
Ἔτσι ἀντὶ νὰ μετανοήσουν γιὰ τὶς ἀδικίες τους ἀλαζονεύονται καὶ προκαλοῦν. Ἕνεκα
τῆς ἀνέσεώς τους «ἐκράτησεν αὐτούς», λέγει ὁ Ψαλμωδός, «ἡ ὑπερηφανία αὐτῶν εἰς
τέλος» (Ψαλ. οβ΄ [72] 6)· τοὺς κυρίευσε ὁριστικὰ καὶ ὁλοκληρωτικὰ ἡ ὑπερηφάνειά
τους. Τὸ δὲ ἀποκορύφωμα τῆς ὑπερηφάνειάς τους εἶναι ὅτι «περιεβάλοντο ἀδικίαν
καὶ ἀσέβειαν ἑαυτῶν» (Ψαλ. οβ΄ [72] 6), φόρεσαν ὡς ἔνδυμα καὶ κόσμημα ἐπιδεικτικὸ
τὴν ἀδικία καὶ τὴν ἀσέβεια.