του †Αρχ. Επιφανίου Θεοδωροπούλου
Ελάχιστα χωρία
της Αγίας Γραφής έχουσι τόσον οικτρώς παρερμηνευθεί όσον το χωρίον Λουκ.
β΄ 14. Πρόκειται περί του Ύμνου όστις εψάλλετο υπό των Αγγέλων κατά την
θεσπεσίαν εκείνην νύκτα της κατά σάρκα γεννήσεως του Ανάρχου Θεού
Λόγου, του Κυρίου Ιησού. Η παρερμηνεία αυτή υπό πολλών ορθοδόξων δεν
είναι βεβαίως ηθελημένη και σκόπιμος (μόνον οι αιρετικοί παρερμηνεύουσιν
ηθελημένως), αλλ’ οφείλεται εις άγνοιαν του καθόλου νοήματος της Αγίας
Γραφής. Ένεκεν αυτής της αγνοίας καθ’ έκαστον έτος εν τη ημέρα των
Χριστουγέννων ακούομεν κηρύγματα ή αναγιγνώσκομεν δημοσιεύματα πολλών
διδασκάλων του Ευαγγελίου της ημετέρας Εκκλησίας, κληρικών και λαϊκών,
αποδυρόμενα διότι οι πόλεμοι δεν έλαβαν ακόμη τέλος και τα όπλα δεν
κατηργήθησαν και η ειρήνη του Αγγελικού Ύμνου δεν επεκράτησεν εισέτι επί
της γής.
Ακόμη και εις επισήμους Εκκλησιαστικάς Εγκυκλίους
βλέπομεν διατυπουμένας τοιαύτας θέσεις, ως και παρακλήσεις προς τον
Θεόν όπως επί τέλους επιτρέψει την επικράτησιν επί της γής της ειρήνης
αυτής «ήτις επί δύο σχεδόν χιλιάδας ετών εξακολουθεί να παραμένει μακράν
της πραγματικότητος, απλή ελπίς, απλούν όνειρον, απλή και εναγώνιος
προσδοκία».