Οἱ Ὅσιοι Συμεὼν καὶ Ἰωάννης
Οἱ Ὅσιοι πατέρες Συμεὼν καὶ Ἰωάννης, κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα
τῆς Συρίας. Ἦταν πολὺ φίλοι καὶ ἔτσι ἀποφάσισαν νὰ πᾶνε μαζὶ στὰ Ἱεροσόλυμα νὰ προσκυνήσουν τοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἀφοῦ προσκύνησαν πῆγαν στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γερασίμου καὶ ἔγιναν μοναχοί, ἀπὸ τὸν Ὅσιο Νίκωνα.
Πρὶν συμπληρωθοῦν ὅμως ἑπτὰ ἡμέρες στὸ μοναστήρι, ἔφυγαν γιὰ τὴν ἔρημο ὅπου διέμειναν μαζὶ ἐπὶ σαράντα χρόνια, κάτω ἀπὸ σκληρὴ ἄσκηση. Κατόπιν ὁ Συμεὼν ἐπέστρεψε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία μέσω τῆς προσευχῆς του, νὰ παραμείνει ἄγνωστος. Πράγματι ὁ Θεὸς οἰκονόμησε ἔτσι τὰ πράγματα, ποὺ ὁ Συμεὼν προσποιοῦνταν τὸν χαζό.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς παραμονῆς του στὴν Ἔμεσα τῆς Συρίας, ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ φτωχὸς καὶ ταλαιπωρημένος.
Ἀργότερα ἔφθασε ἐκεῖ καὶ ὁ Ἰωάννης, ὅπου ἔμαθε γιὰ τὸν θάνατο τοῦ Συμεὼν καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ κοιμήθηκε καὶ ὁ ἴδιος.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς ἡνωμένοι δι’ ἐνθέου ἀγάπης, σύμψυχοι ὤφθητε ἐν πᾶσι τοῖς τρόποις, ὦ Ἰωάννη Ὅσιε καὶ θεῖε Συμεών· ὁ μὲν βίον ἔνθεον, διελθὼν ἐν ἐρήμῳ, ὁ δὲ σοφοῖς σκώμμασι, τὸν Βελίαρ μωράνας· καὶ νῦν τῶν θείων ἄμφω ἀμοιβῶν, κατατρυφῶντες, ἡμᾶς ἐποπτεύοιτε.
τῆς Συρίας. Ἦταν πολὺ φίλοι καὶ ἔτσι ἀποφάσισαν νὰ πᾶνε μαζὶ στὰ Ἱεροσόλυμα νὰ προσκυνήσουν τοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἀφοῦ προσκύνησαν πῆγαν στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Γερασίμου καὶ ἔγιναν μοναχοί, ἀπὸ τὸν Ὅσιο Νίκωνα.
Πρὶν συμπληρωθοῦν ὅμως ἑπτὰ ἡμέρες στὸ μοναστήρι, ἔφυγαν γιὰ τὴν ἔρημο ὅπου διέμειναν μαζὶ ἐπὶ σαράντα χρόνια, κάτω ἀπὸ σκληρὴ ἄσκηση. Κατόπιν ὁ Συμεὼν ἐπέστρεψε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία μέσω τῆς προσευχῆς του, νὰ παραμείνει ἄγνωστος. Πράγματι ὁ Θεὸς οἰκονόμησε ἔτσι τὰ πράγματα, ποὺ ὁ Συμεὼν προσποιοῦνταν τὸν χαζό.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς παραμονῆς του στὴν Ἔμεσα τῆς Συρίας, ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ φτωχὸς καὶ ταλαιπωρημένος.
Ἀργότερα ἔφθασε ἐκεῖ καὶ ὁ Ἰωάννης, ὅπου ἔμαθε γιὰ τὸν θάνατο τοῦ Συμεὼν καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ κοιμήθηκε καὶ ὁ ἴδιος.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς ἡνωμένοι δι’ ἐνθέου ἀγάπης, σύμψυχοι ὤφθητε ἐν πᾶσι τοῖς τρόποις, ὦ Ἰωάννη Ὅσιε καὶ θεῖε Συμεών· ὁ μὲν βίον ἔνθεον, διελθὼν ἐν ἐρήμῳ, ὁ δὲ σοφοῖς σκώμμασι, τὸν Βελίαρ μωράνας· καὶ νῦν τῶν θείων ἄμφω ἀμοιβῶν, κατατρυφῶντες, ἡμᾶς ἐποπτεύοιτε.