Νίνα Πάβλοβα
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ
ΕΡΗΜΙΤΗ
1) Πώς
προσπάθησα να σώσω τον κόσμο
Δυστυχώς δεν
γνωρίζω το όνομα αυτού του ερημίτη από την Μονή των Σπηλαίων του Πσκωβ. Ούτε η
γνωριμία μας μπορεί να ονομαστεί γνωριμία, αλλά μόνο ένα φευγαλέο όραμα κάποια
ανοιξιάτικη μέρα. Ο καιρός ήταν πολύ καλός, όταν έφεραν τον ερημίτη στο λιβάδι
με τις μηλιές που άνθιζαν, πάνω σ’ ένα αναπηρικό καροτσάκι. Βλέποντάς τον
έμεινα άναυδη. Έβλεπα μπροστά μου έναν γεράκο αλλά με βλέμμα γαλήνιο, νεανικό
και χαρούμενο. Τα άσπρα πέταλα των μηλιών, πέφτοντας, στριφογύριζαν πάνω από το
κεφάλι του, ενώ τα σπουργίτια κάθονταν με εμπιστοσύνη πάνω στα γόνατά του.
Ένα μικρό και
αδύνατο σπουργιτάκι προσπαθούσε να τσιμπήσει λίγο καλαμοσίταρο από το χέρι του
ερημίτη, ενώ τα άλλα σπουργίτια που ήταν λίγο πιο παχουλούτσικα το
παρακολουθούσαν.
Τότε δεν είχα
ακόμη αφομοιώσει τον τρόπο που πρέπει να συμπεριφερθώ σε μια τέτοια συνάντηση
και τα λόγια που πρέπει να πω: «Πάτερ, συγχωρήστε με και ευλογείτε». Εγώ όμως
τώρα κοιτούσα τον ερημίτη σαν ένα χαζό σπουργιτάκι, ενώ εκείνος μου
χαμογελούσε. Μόνο αυτό έκανα. Σιωπούσα, χαμογελούσα. Όταν ήρθε η ώρα να τον
πάρουν πίσω στο κελί του με ρώτησε: