Α Κορ. 7,24 ἕκαστος ἐν ᾧ
ἐκλήθη, ἀδελφοί, ἐν τούτῳ μενέτω παρὰ τῷ Θεῷ.
Α Κορ. 7,24 Ο καθένας, αδελφοί, εις όποιαν κατάστασιν ευρέθη, όταν
εκλήθη, εις αυτήν και ας μένη, (φροντίζων μόνον και αγωνιζόμενος να είναι
πάντοτε κοντά στον Θεόν).
Α Κορ. 7,25 Περὶ δὲ τῶν
παρθένων ἐπιταγὴν Κυρίου οὐχ ἔχω, γνώμην δὲ
δίδωμι ὡς ἠλεημένος ὑπὸ Κυρίου πιστὸς εἶναι.
Α Κορ. 7,25 Ως προς δε τας παρθένους, δεν έχω εντολήν εκ μέρους του
Κυρίου να σας διαβιβάσω, αλλά και εγώ σαν άνθρωπος, που έχω ελεηθή από τον
Κυριον, ώστε να είμαι αξιόπιστος διδάσκαλος σας, σας δίδω γνώμην.
Α Κορ. 7,26 νομίζω οὖν τοῦτο
καλὸν ὑπάρχειν διὰ τὴν ἐνεστῶσαν ἀνάγκην,
ὅτι καλὸν ἀνθρώπῳ τὸ οὕτως εἶναι.
Α Κορ. 7,26 Νομίζω, λοιπόν, ότι εξ αιτίας της δυσκόλου εποχής, που
διερχόμεθα εις την παρούσαν ζωήν, τούτο είναι καλόν· ότι δηλαδή είναι καλόν
στον άνθρωπον να μένη έτσι, δηλαδή άγαμος.
Α Κορ. 7,27 δέδεσαι γυναικί; μὴ
ζήτει λύσιν· λέλυσαι ἀπὸ γυναικός; μὴ ζήτει γυναῖκα·
Α Κορ. 7,27 Είσαι όμως δεμένος δια των δεσμών του γάμου με γυναίκα;
Μη ζητής να λυθής από τον δεσμόν αυτόν της γυναικός. Είσαι ελεύθερος από τα
δεσμά του γάμου με γυναίκα; Μη ζητής σύζυγον.
Α Κορ. 7,28 ἐὰν δὲ
καὶ γήμῃς, οὐχ ἥμαρτες· καὶ ἐὰν
γήμῃ ἡ παρθένος, οὐχ ἥμαρτε· θλῖψιν δὲ
τῇ σαρκὶ ἕξουσιν οἱ τοιοῦτοι· ἐγὼ
δὲ ὑμῶν φείδομαι.
Α Κορ. 7,28 Αλλά και αν έλθης εις γάμον, δεν διαπράττεις καμμίαν
αμαρτίαν. Και η παρθένος εάν υπανδρευθή, δεν θα έχη αμαρτήσει. Θα έχουν όμως
αυτοί θλίψιν κατά το σώμα, (εξ αιτίας των μεριμνών και των φροντίδων και των
αγώνων, στους οποίους περιπλέκονται οι έγγαμοι). Εγώ όμως σας λυπούμαι και θέλω
να προλάβω αυτάς τας ταλαιπωρίας σας.
Α Κορ. 7,29 τοῦτο δέ φημι, ἀδελφοί,
ὁ καιρὸς συνεσταλμένος τὸ λοιπόν ἐστιν, ἵνα καὶ
οἱ ἔχοντες γυναῖκας ὡς μὴ ἔχοντες ὦσι,
Α Κορ. 7,29 Και τούτο σας λέγω ακόμη, αδελφοί μου, ο καιρός είναι
ολίγος και περιωρισμένος, ώστε και εκείνοι που έχουν γυναίκας να είναι σαν να
μην έχουν, και ας φροντίζουν να μη υποδουλώνωνται εξ ολοκλήρου εις βιωτικάς
μερίμνας.
Α Κορ. 7,30 καὶ οἱ
κλαίοντες ὡς μὴ κλαίοντες, καὶ οἱ χαίροντες ὡς μὴ
χαίροντες, καὶ οἱ ἀγοράζοντες ὡς μὴ κατέχοντες,
Α Κορ. 7,30 Και εκείνοι που κλαίουν δια τας θλίψεις των, να είναι
σαν να μη κλαίουν, διότι γρήγορα εις την σύντομον ροήν του χρόνου θα περάσουν
και αυταί. Και εκείνοι που χαίρουν, να ζουν σαν να μη χαίρουν δια τον ίδιον
λόγον. Και εκείνοι που αγοράζουν, σαν να μη κατέχουν, διότι πολύ γρήγορα θα τα
αφήσουν.
Α Κορ. 7,31 καὶ οἱ
χρώμενοι τῷ κόσμῳ τούτῳ ὡς μὴ καταχρώμενοι·
παράγει γὰρ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου.
Α Κορ. 7,31 Και αυτοί, οι οποίοι χρησιμοποιούν και μεταχειρίζονται
τα αγαθά του κόσμου τούτου, ας μη κάμουν κατάχρησιν, η οποία βλάπτει και το
σώμα και την ψυχήν· διότι φεύγει ασυγκράτητα η εξωτερική μορφή του κόσμου
τούτου.
Α Κορ. 7,32 θέλω δὲ ὑμᾶς
ἀμερίμνους εἶναι. ὁ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ
Κυρίου, πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ·
Α Κορ. 7,32 Θελω δε να είσθε απηλλαγμένοι από τας πολλάς και
δυσκόλους φροντίδας του βίου τούτου. Ο άγαμος φροντίζει και ενδιαφέρεται δι'
όσα παραγγέλλει και θέλει ο Κυριος. Φροντίζει πως να αρέση στον Κυριον (αυτή δε
η φροντίδα είναι ειρηνική και χαρούμενη).
Α Κορ. 7,33 ὁ δὲ γαμήσας
μεριμνᾷ τὰ τοῦ κόσμου, πῶς ἀρέσει τῇ
γυναικί.
Α Κορ. 7,33 Εκείνος όμως που ήλθεν εις γάμον, φροντίζει δια τα
κοσμικά πράγματα, πως θα αρέση εις την γυναίκα του.
Α Κορ. 7,34 μεμέρισται καὶ ἡ
γυνὴ καὶ ἡ παρθένος. ἡ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ
τοῦ Κυρίου, ἵνα ᾖ ἁγία καὶ σώματι καὶ
πνεύματι· ἡ δὲ γαμήσασα μεριμνᾷ τὰ τοῦ
κόσμου, πῶς ἀρέσει τῷ ἀνδρί.
Α Κορ. 7,34 Υπάρχει διαφορά και διάκρισις μεταξύ της εγγάμου και
εκείνης που ηθέλησε και έμεινε παρθένος. Η μείνασα παρθένος φροντίζει με όλην
της την ψυχήν και επιδιώκει εκείνα που αρέσουν στον Κυριον, δια να είναι αγία
και καθαρά κατά το σώμα και την ψυχήν. Η έγγαμος φροντίζει πολύ δια κοσμικά
πράγματα, πως θα αρέση στον άνδρα της.
Α Κορ. 7,35 τοῦτο δὲ πρὸς
τὸ ὑμῶν αὐτῶν συμφέρον λέγω, οὐχ ἵνα
βρόχον ὑμῖν ἐπιβάλω, ἀλλὰ πρὸς τὸ εὔσχημον
καὶ εὐπάρεδρον τῷ Κυρίῳ ἀπερισπάστως.
Α Κορ. 7,35 Λεγω δε αυτό περί της παρθενικής ζωής αποκλειστικά και
μόνον προς το συμφέρον σας, όχι δια να σας βάλω θηλειά στον λαιμόν και να σας
τραβήξω, χωρίς να το θέλετε, στον άγαμον βίον, αλλά δια να σας δείξω και να σας
οδηγήσω εις μίαν σεμνήν ζωήν και διακεκριμένην θέσιν πλησίον του Κυρίου, χωρίς
βιωτικούς περισπασμούς και φροντίδας.
Ματθ. 15,12 τότε προσελθόντες οἱ
μαθηταὶ αὐτοῦ εἶπον αὐτῷ· οἶδας ὅτι
οἱ Φαρισαῖοι ἐσκανδαλίσθησαν ἀκούσαντες τὸν
λόγον;
Ματθ. 15,12 Τοτε ήλθαν προς αυτόν οι μαθηταί του και του είπαν·
“γνωρίζεις ότι οι Φαρισαίοι επειράχθηκαν και εθύμωσαν, όταν άκουσαν αυτά τα
λόγια;”
Ματθ. 15,13 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς
εἶπε· πᾶσα φυτεία ἣν οὐκ ἐφύτευσεν ὁ
πατήρ μου ὁ οὐράνιος ἐκριζωθήσεται.
Ματθ. 15,13 Εκείνος δε απεκρίθη και είπε· “όσα φυτά δεν εφύτευσε ο
Πατήρ μου ο ουράνιος, θα ξερριζωθούν.
Ματθ. 15,14 ἄφετε αὐτούς·
ὁδηγοί εἰσι τυφλοὶ τυφλῶν· τυφλὸς δὲ
τυφλὸν ἐὰν ὁδηγῇ, ἀμφότεροι εἰς
βόθυνον πεσοῦνται.
Ματθ. 15,14 Αφήσατέ τους· είναι τυφλοί, οδηγοί άλλων τυφλών· εάν δε
ένας τυφλός οδηγή ένα άλλον τυφλόν, θα πέσουν και οι δύο εις βαθύν λάκκον”.
Ματθ. 15,15 ἀποκριθεὶς δὲ
ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· φράσον ἡμῖν τὴν
παραβολὴν ταύτην.
Ματθ. 15,15 Επήρε τον λόγον τότε ο Πετρος και του είπε· “εξήγησε
μας αυτήν την παραβολήν που είπες προηγουμένως”.
Ματθ. 15,16 ὁ δὲ Ἰησοῦς
εἶπεν· ἀκμὴν καὶ ὑμεῖς ἀσύνετοί ἐστε;
Ματθ. 15,16 Ο δε Ιησούς είπε· “ακόμη και σεις που τόσον χρόνον
είσθε μαζή μου, δεν ημπορείτε να καταλάβετε το νόημα των λόγων μου;
Ματθ. 15,17 οὔπω νοεῖτε ὅτι
πᾶν τὸ εἰσπορευόμενον εἰς τὸ στόμα εἰς τὴν
κοιλίαν χωρεῖ καὶ εἰς ἀφεδρῶνα ἐκβάλλεται;
Ματθ. 15,17 Ακόμη δεν καταλαβαίνετε ότι εκείνο που εισέρχεται στο
στόμα, προχωρεί εις την κοιλίαν και απορρίπτεται στο αφοδευτήριον;
Ματθ. 15,18 τὰ δὲ ἐκπορευόμενα
ἐκ τοῦ στόματος ἐκ τῆς καρδίας ἐξέρχεται, κἀκεῖνα
κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον.
Ματθ. 15,18 Εκείνα όμως που βγαίνουν από το στόμα, εξέρχονται από
την καρδιά, και αυτά είναι που μολύνουν τον άνθρωπον.
Ματθ. 15,19 ἐκ γὰρ τῆς
καρδίας ἐξέρχονται διαλογισμοὶ πονηροί, φόνοι, μοιχεῖαι,
πορνεῖαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι.
Ματθ. 15,19 Διότι από την καρδιά βγαίνουν αμαρτωλαί σκέψεις και
επιθυμίαι, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι.
Ματθ. 15,20 ταῦτά ἐστι τὰ
κοινοῦντα τὸν ἄνθρωπον· τὸ δὲ ἀνίπτοις
χερσὶ φαγεῖν οὐ κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον.
Ματθ. 15,20 Αυτά είναι που κάνουν ακάθαρτον ενώπιον του Θεού τον
άνθρωπον· το δε να φάγη κανείς με άπλυτα χέρια, δεν μολύνει τον άνθρωπον”.
Ματθ. 15,21 Καὶ ἐξελθὼν
ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ
μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος.
Ματθ. 15,21 Αναχωρήσας δε από εκεί ο Ιησούς επήγε εις τα μέρη Τυρου
και Σιδώνος.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/