Ήταν Παρασκευή πρωί και στο ιατρείο του νοσοκομείου δεν είχε
και πολύ δουλειά. Είχα τελειώσει τις πρωινές παραγγελίες θεραπειών και
είχα κενό. Χτύπησε το τηλέφωνό μου.
Ήταν ο αδελφός μου που εκείνη
την εποχή ήταν με τους γονείς μου στο νησί. «Να σου πω, ο μπαμπάς δε
μιλάει και πολύ καλά, σαν να είναι μεθυσμένος αλλά δεν έχει πιει». «Δώσε
μου τον» του απάντησα.
Ο πατέρας μου, 73 χρονών με ιστορικό χειρουργηθήσας καρδιοπάθειας-διπλό bypass, μεταλλική βαλβίδα και χειρουργείου στις καρωτίδες, υπό αγωγή που ευλαβικά ακολουθεί σύμφωνα με τη συνεννόηση που κάνουμε μεταξύ μας.
Ο πατέρας μου, 73 χρονών με ιστορικό χειρουργηθήσας καρδιοπάθειας-διπλό bypass, μεταλλική βαλβίδα και χειρουργείου στις καρωτίδες, υπό αγωγή που ευλαβικά ακολουθεί σύμφωνα με τη συνεννόηση που κάνουμε μεταξύ μας.
Μου τον έδωσε… όντως ο πατέρας μου μίλαγε σαν μεθυσμένος, σαν
να μασούσε τα λόγια του. Ξαναζήτησα τον αδελφό μου: »περιπατάει
κανονικά; χαμογελάει κανονικά; έχει δύναμη σε χέρια και σε πόδια;» »Όλα
καλά αλλά δε μιλάει καλά». »Τον φορτώνεις τώρα στο αυτοκίνητο και τον
πας νοσοκομείο”“.