ΥΠΟΘΕΣΗ
ΛΖ΄
(37)
Τοῦ
Ἁγίου Διαδόχου
Ἀκουσα
νά λέγεται ἀπό ὁρισμένους εὐλαβεῖς
ὅτι δέν πρέπει νά ἀφήνουμε τούς τυχόντες
νά ἁρπάζουν αὐτά πού ἔχουμε γιά τή
συντήρησή μας ἤ καί γιά τήν ἀνακούφιση
τῶν φτωχῶν, καί μάλιστα ἄν μᾶς τό
κάνουν αὐτό χριστιανοί, γιά νά μή
γινόμαστε μέ τήν ἀνεξικακία μας πρόξενοι
ἁμαρτίας σέ ἐκείνους πού μᾶς ἀδικοῦν.
Αὐτό ὅμως δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά
νά προτιμοῦμε τά πράγματά μας περισσότερο
ἀπό τόν ἑαυτό μας μέ παράλογη πρόφαση.
Ἄν δηλαδή ἀφήσω νά δικάζομαι μέ ἐκείνους
πού θέλουν νά μέ βλάψουν, σέ λίγο θά
ἀρχίσω νά συχνάζω στούς διαδρόμους τῶν
δικαστηρίων, ὁπότε εἶναι φανερό ὅτι
θεωρῶ αὐτά πού ὑπερασπίζομαι ἀνώτερα
ἀπό τή σωτηρία μου, γιά νά μήν πῶ καί
ἀπό αὐτή τή σωτήρια ἐντολή τοῦ Κυρίου.