Τώρα
πιά, ἀδελφοί μου, ἀφοῦ σᾶς διηγήθηκα μέχρις ἐδῶ ὅ,τι θεώρησα καλό γιά τόν
μακάριο πατέρα μας Νήφωνα, θά προσθέσω ἀκόμα λίγες σελίδες γιά τά τελευταῖα
χρόνια τῆς ζωῆς του. Γιατί εἶμαι βέβαιος ὅτι κι ἀπ’ αὐτά μεγάλη θά εἶναι ἡ
ψυχική σας ὠφέλεια.
Ἕνα βράδυ, ἀφοῦ
τέλειωσε τή συνηθισμένη του προσευχή, ἔπεσε νά κοιμηθεί. Τόν εἶχε μόλις πάρει ὁ
ὕπνος, ὅταν εἶδε ἕνα ὄνειρο ὀλοζώντανο.
Ἤτανε, λέει, ἕνα
καταπράισνο λιβάδι, ὅπου ἔβοσκαν ἀμέτρητα ἄσπρα πρόβατα. Λιγό πιό πέρα ἦταν τό
μαντρί τους. Τσοπάνος ὅμως πουθενά!
Ὁ ὅσιος τά ἔβλεπε μέσα
στόν ὕπνο του καί ἀποροῦσε, πῶς ἄφησαν ἀφύλαχτα τόσα πρόβατα. Ἄν ἔπεφταν πάνω
τους λύκοι;....
Ἔξαφνα παρουσιάστηκε ἕνας
μεσόκοπος ἄνδρας μέ ὄψη ἐπιβλητική. Ἦταν ἴσαμε τρεῖς πῆχες ψηλός, λίγο
φαλακρός, μέ μύτη ἐλαφριά γαμψή, καί φοροῦσε ροῦχα ἀποστολικά.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/2015/11/blog-post_36.html