Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Ἁγιογραφικό Ἀνάγνωσμα τῆς Παρασκευῆς 16 Ὀκτωβρίου

Ἀπόστολος: ( Φιλ. γ΄ 8 - 19)
8 λλ μενονγε κα γομαι πντα ζημαν εναι δι τ περχον τς γνσεως Χριστο ησο το Κυρου μου, δι' ν τ πντα ζημιθην, κα γομαι σκβαλα εναι να Χριστν κερδσω
9 κα ερεθ ν ατ μ χων μν δικαιοσνην τν κ νμου, λλ τν δι πστεως Χριστο, τν κ Θεο δικαιοσνην π τ πστει,
10 το γνναι ατν κα τν δναμιν τς ναστσεως ατο κα τν κοινωναν τν παθημτων ατο, συμμορφομενος τ θαντ ατο,
11 ε πως καταντσω ες τν ξανστασιν τν νεκρν.
12 Οχ τι δη λαβον δη τετελεωμαι, δικω δ ε κα καταλβω, φ' κα κατελφθην π το Χριστο ησο.
13 δελφο, γ μαυτν οπω λογζομαι κατειληφναι·
14 ν δ, τ μν πσω πιλανθανμενος τος δ μπροσθεν πεκτεινμενος κατ σκοπν δικω π τ βραβεον τς νω κλσεως το Θεο ν Χριστ ησο.
15 σοι ον τλειοι, τοτο φρονμεν· κα ε τι τρως φρονετε, κα τοτο Θες μν ποκαλψει.
16 πλν ες φθσαμεν, τ ατ στοιχεν καννι, τ ατ φρονεν.

Τ παρδειγμα το Παλου πρς μμησιν

17 Συμμιμητα μου γνεσθε, δελφο, κα σκοπετε τος οτω περιπατοντας, καθς χετε τπον μς.

Ο χθρο το σταυρο το Χριστο

18 Πολλο γρ περιπατοσιν, ος πολλκις λεγον μν, νν δ κα κλαων λγω, τος χθρος το σταυρο το Χριστο,
19 ν τ τλος πλεια, ν Θες κοιλα κα δξα ν τ ασχν ατν, ο τ πγεια φρονοντες!


  ΕΡΜΗΝΕΙΑ
8 Καὶ μάλιστα θεωρῶ ὅτι εἶναι ὅλα ζημία ἕνεκα τῆς ὑπεροχῆς τῆς γνώσεως τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μου, χάριν τοῦ ὁποίου τὰ ἔχασα ὅλα καὶ τὰ θεωρῶ σκουπίδια, διὰ νὰ κερδίσω τὸν Χριστὸν καὶ νὰ βρεθῶ ἑνωμένος μαζί του,
9 ἔχων δικαίωσιν προερχομένην ὄχι ἀπὸ τὴν τήρησιν τοῦ νόμου, ἀλλὰ ἐκείνην ποὺ δίδεται διὰ τῆς πίστεως εἰς τὸν Χριστόν, τὴν δικαίωσιν ποὺ ἔρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸν βάσει τῆς πίστεως·
10 διὰ νὰ γνωρίσω αὐτὸν καὶ τὴν δύναμιν τῆς ἀναστάσεώς του καὶ νὰ ἔχω συμμετοχὴν εἰς τὰ παθήματά του, συμμορφούμενος πρὸς τὸν θάνατόν του,
11 μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ φθάσω εἰς τὴν ἐξανάστασιν ἐκ τῶν νεκρῶν.
12 Ὄχι ὅτι πέτυχα ἤδη τὸν σκοπόν μου ἢ ὅτι ἔχω ἤδη γίνει τέλειος, ἀλλὰ τρέχω μήπως κάνω δικό μου ἐκεῖνο, διὰ τὸ ὁποῖον ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ ἔκανε δικόν του.
13 Ἀδελφοί, ἐγὼ δὲν ἔχω ἀκόμη διὰ τὸν ἑαυτόν μου τὴν ἰδέαν ὅτι τὸ ἔχω κάνει δικό μου, ἀλλ’ ἕνα πρᾶγμα κάνω: λησμονῶ τὰ παλαιὰ καὶ προχωρώντας πρὸς ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἐμπρός,
14 τρέχω πρὸς τὸ τέρμα, πρὸς τὸ βραβεῖον τῆς ἐπουρανίου κλήσεως τοῦ Θεοῦ διὰ Χριστοῦ Ἰησοῦ.
15 Ὅσοι λοιπὸν εἴμεθα τέλειοι, ἂς σκεπτώμεθα κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον καὶ ἐὰν ἐσεῖς σκέπτεσθε κατά τι διαφορετικά, ὁ Θεὸς θὰ σᾶς φανερώσῃ καὶ αὐτό.
16 Μόνον, ἐκεῖ ὅπου ἐφθάσαμεν, ἂς ἀκολουθοῦμε τὸν ἴδιο κανόνα καὶ ἂς ἔχωμεν τὰ ἴδια φρονήματα.

Τὸ παράδειγμα τοῦ Παύλου πρὸς μίμησιν

17 Μιμηταί μου γίνεσθε, ἀδελφοί, καὶ ἀκολουθεῖτε τὸ παράδειγμα ἐκείνων ποὺ φέρονται κατὰ τὸ δικό μας πρότυπον, ὅπως τὸ ἔχετε.

Οἱ ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ

18 Διότι πολλοί, διὰ τοὺς ὁποίους συχνὰ σᾶς ἐμίλησα, τώρα δὲ καὶ μὲ δάκρυα τοὺς ἀναφέρω, φέρονται σὰν ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ,
19 τῶν ὁποίων τὸ τέλος θὰ εἶναι ἀπώλεια, ὁ θεός τους εἶναι ἡ κοιλιά,  καυχῶνται διὰ τὴν καταισχύνην τους, ἡ σκέψις τους εἶναι εἰς τὰ γήϊνα πράγματα.


 Εὐαγγέλιο: (Ματθ. κζ΄ 33 - 54 )
33 Κα λθντες ες τπον λεγμενον Γολγοθ, στι λεγμενος κρανου τπος,
34 δωκαν ατ πιεν ξος μετ χολς μεμιγμνον· κα γευσμενος οκ θελε πιεν.
35 Σταυρσαντες δ ατν διεμερσαντο τ μτια ατο βαλντες κλρον,
36 κα καθμενοι τρουν ατν κε.
37 Κα πθηκαν πνω τς κεφαλς ατο τν αταν ατο γεγραμμνην· οτς στιν ησος βασιλες τν ουδαων.
38 Ττε σταυρονται σν ατ δο λστα, ες κ δεξιν κα ες ξ εωνμων.
39 Ο δ παραπορευμενοι βλασφμουν ατν κινοντες τς κεφαλς ατν
40 κα λγοντες· καταλων τν ναν κα ν τρισν μραις οκοδομν! σσον σεαυτν· ε υἱὸς ε το Θεο, κατβηθι π το σταυρο.
41 μοως δ κα ο ρχιερες μπαζοντες μετ τν γραμματων κα πρεσβυτρων κα Φαρισαων λεγον·
42 λλους σωσεν, αυτν ο δναται σσαι· ε βασιλες σραλ στι, καταβτω νν π το σταυρο κα πιστεσομεν π᾿ ατ·
43 Πποιθεν π τν Θεν, ρυσσθω νν ατν, ε θλει ατν· επε γρ τι Θεο εμι υἱός.
44 Τ δ᾿ ατ κα ο λστα ο συσταυρωθντες ατ νεδιζον ατν.

Θνατος το Χριστο

45 π δ κτης ρας σκτος γνετο π πσαν τν γν ως ρας ντης.
46 Περ δ τν ντην ραν νεβησεν ησος φων μεγλ λγων· λ λ, λιμ σαβαχθαν; τοτ᾿ στι, Θε μου Θε μου, νατ με γκατλιπες;
47 Τινς δ τν κε σττων κοσαντες λεγον τι λαν φωνε οτος.
48 Κα εθως δραμν ες ξ ατν κα λαβν σπγγον πλσας τε ξους κα περιθες καλμ πτιζεν ατν.
49 Ο δ λοιπο λεγον· φες δωμεν ε ρχεται λας σσων ατν.
50 δ ησος πλιν κρξας φων μεγλ φκε τ πνεμα.
51 Κα δο τ καταπτασμα το ναο σχσθη ες δο π νωθεν ως κτω, κα γ σεσθη κα α πτραι σχσθησαν,
52 κα τ μνημεα νεχθησαν κα πολλ σματα τν κεκοιμημνων γων γρθη,
53 κα ξελθντες κ τν μνημεων, μετ τν γερσιν ατο εσλθον ες τν γαν πλιν κα νεφανσθησαν πολλος.
54 δ κατνταρχος κα ο μετ᾿ ατο τηροντες τν ησον, δντες τν σεισμν κα τ γενμενα φοβθησαν σφδρα λγοντες· ληθς Θεο υἱὸς ν οτος.

 ΕΡΜΗΝΕΙΑ
33 Καὶ ὅταν ἦλθαν εἰς ἕνα τόπον, ποὺ ὠνομάζετο Γολγοθᾶ, τὸ ὁποῖον σημαίνει τόπος Κρανίου,
34 τοῦ ἔδωκαν νὰ πιῇ κρασὶ ἀνακατεμένο μὲ χολήν, ἀλλ’ ὅταν τὸ ἐγεύθηκε δὲν ἤθελε νὰ πιῇ.
35 Ἀφοῦ τὸν ἐσταύρωσαν, ἐμοίρασαν μὲ κλῆρον τὰ ἐνδύματά του καὶ ἐκάθησαν καὶ τὸν ἐφύλατταν ἐκεῖ.
36 Ἐπάνω δὲ ἀπὸ τὸ κεφάλι του ἔβαλαν γραπτὴν τὴν κατηγορίαν τοῦ θανάτου:
37 Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων.
38 Τότε σταυρώνονται μαζὶ μὲ αὐτὸν δύο λησταί, ὁ ἕνας ἀπὸ τὰ δεξιὰ καὶ ὁ ἄλλος ἀπὸ τὰ ἀριστερά.
39 Ὅσοι δὲ ἐβάδιζαν πλησίον, τὸν ἐβλασφημοῦσαν καὶ ἐκινοῦσαν τὰ κεφάλια τους
40 καὶ ἔλεγαν, «Σὺ ποὺ θὰ ἐγκρέμιζες τὸν ναὸν καὶ σὲ τρεῖς ἡμέρες θὰ τὸν ἀνοικοδομοῦσες, σῶσε τὸν ἑαυτόν σου. Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπὸ τὸν σταυρόν».
41 Ἐπίσης καὶ οἱ ἀρχιερεῖς, μαζὶ μὲ τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς πρεσβυτέρους,
42 ἔλεγαν, «Ἄλλους ἔσωσε, τὸν ἑαυτόν του δὲν μπορῇ νὰ τὸν σώσῃ. Ἐὰν εἶναι βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, ἂς κατεβῇ τῶρα ἀπὸ τὸν σταυρὸν καὶ θὰ πιστέψωμε σ’ αὐτόν.
43 Ἔχει πεποίθησιν εἰς τὸν Θεόν, ἂς τὸν σώσῃ τώρα, ἐὰν τὸ θέλῃ· διότι εἶπε, «Εἶμαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ».
44 Τὸ ἴδιο καὶ οἱ λησταί, ποὺ εἶχαν σταυρωθῆ μαζί του, τὸν εἰρωνεύοντο.

Θάνατος τοῦ Χριστοῦ

45 Ἀπὸ τὴν ἕκτην ὥραν ἔγινε σκοτάδι εἰς ὅλην τὴν γῆν μέχρι τῆς ἐνάτης ὥρας.
46 Κατὰ τὴν ἐνάτην δὲ περίπου ὥραν ἐφώναξεν ὁ Ἰησοῦς μὲ δυνατὴ φωνή, καὶ εἶπε, «Ἠλί, Ἠλί, λαμὰ σαβαχθανί;», τὸ ὁποῖον σημαίνει: Θεέ μου, Θεέ μου, διατὶ μὲ ἐγκατέλειπες;
47 Μερικοὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἦσαν ἐκεῖ, ὅταν τὸ ἄκουσαν, εἶπαν, «Τὸν Ἠλίαν φωνάζει».
48 Καὶ ἀμέσως ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἔτρεξε, ἐπῆρε ἕνα σφουγγάρι, τὸ ἐγέμισε μὲ ξύδι καὶ τὸ ἔβαλε σὲ ἕνα καλάμι καὶ τὸν ἐπότιζε.
49 Οἱ ἄλλοι ἔλεγαν, «Ἄφησε, νὰ ἰδοῦμε ἐὰν θὰ ἔλθῃ ὁ Ἠλίας νὰ τὸν σώσῃ».
50 Ἀλλ’ ὁ Ἰησοῦς, ἀφοῦ ἐφώναξε ἀκόμη μία φορὰ μὲ δυνατὴ φωνή, ἄφησε τὸ πνεῦμα του.
51 Καὶ ἀμέσως τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ ἐσχίσθηκε σὲ δύο κομμάτια ἀπὸ ἐπάνω ἕως κάτω, καὶ ἡ γῆ ἐσείσθηκε καὶ οἱ βράχοι ἐσχίσθησαν,
52 καὶ τὰ μνήματα ἄνοιξαν καὶ πολλὰ σώματα τῶν πεθαμένων ἁγίων ἀναστήθηκαν.
53 Καὶ ὅταν ἐβγῆκαν ἀπὸ τὰ μνήματα μετὰ τὴν ἀνάστασίν του, ἦλθαν εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν καὶ παρουσιάσθησαν σὲ πολλούς.
54 Ὅταν δὲ ὁ ἑκατόνταρχος καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐφύλατταν μαζί του τὸν Ἰησοῦν, εἶδαν τὸν σεισμὸν καὶ ὅσα συνέβησαν, ἐφοβήθηκαν πολὺ καὶ ἔλεγαν, «Ἀλήθεια, αὐτὸς ἦτο Υἱὸς τοῦ Θεοῦ»



ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ LORD JESUS CHRIST 3. ΑΡΧ. ΣΑΒΒΑΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

«Θεία Ψυχανάλυση». Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Κανὼν Ἱκετήριος εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν

Ὁ Μέγας Παρακλητικὸς Κανὼν τῆς Παναγίας

Παρακλητικός Κανών Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου

Παρακλητικός Κανών Οσίου Αρσενίου - Βατοπαίδι Χαλκιδικής