Συζήτησα ἤρεμα μὲ τὸν Γέροντα. Ἐκεῖνος εἶχε διαβάσει τελείως τὴν καρδιά μου.
– Ἐσὺ φταῖς γιὰ ὅλα. Εἶσαι ἄρρωστος
ψυχικά, μοῦ εἶπε. Ξέπεσες πολὺ χαμηλά. Ἔπεσες ἀπὸ τὸ πνευματικὸ ὕψος ποὺ
βρισκόσουνα. Τὸ καταλαβαίνεις; Καὶ γιὰ ὅλα φταῖς ἐσύ. Μόνο νὰ βρεῖς τὴν
αἰτία. Ἀμέλεια; Ἐγωισμός; Ἀπ’ ὅλα αὐτὰ ποὺ λές, δὲν συμβαίνει τίποτα.
Τὰ μεγαλοποιεῖ ἡ φαντασία σου. Αὐτὰ εἶναι μικρότητες, πολὺ μικρὰ καὶ
γυναικίστικα. Ἐσὺ μὴν κοιτᾶς τί κάνουν οἱ ἄλλοι. Τὸν ἑαυτό σου κοίτα.
Πῶς θὰ ἀγαπήσεις τὸν Χριστό. Δὲν εἶναι δουλειά σου νὰ διορθώσεις τοὺς
ἄλλους. Ἂς φροντίσει ὁ Γέροντας. Ἐσὺ γιὰ ὅλους, ὅμως, πρέπει νὰ
προσεύχεσαι. Κι ἂν ἔχουν ἕνα στραβό, προσεύχου νὰ τοὺς φωτίσει ὁ Θεὸς νὰ
τὸ διορθώσουν. Δὲ διορθώνονται αὐτὰ μὲ λόγια, μόνο μὲ προσευχή.