Α Τιμ. 1,8 Οἴδαμεν δὲ ὅτι
καλὸς ὁ νόμος, ἐάν τις αὐτῷ νομίμως χρῆται,
Α Τιμ. 1,8 Ημείς βέβαια γνωρίζομεν ότι ο νόμος είναι καλός,
εάν τον χρησιμοποιή κανείς κατά τρόπον τον οποίον εδόθη.
Α Τιμ. 1,9 εἰδὼς τοῦτο,
ὅτι δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται, ἀνόμοις δὲ καὶ
ἀνυποτάκτοις, ἀσεβέσι καὶ ἁμαρτωλοῖς, ἀνοσίοις
καὶ βεβήλοις, πατρολῴαις καὶ μητρολῴαις, ἀνδροφόνοις,
Α Τιμ. 1,9 Ας γνωρίζη δε καθένας, ότι ο Νομος δεν εδόθη και
δεν έχει ισχύν δια τον δίκαιον, του οποίου η συμπεριφορά ανταποκρίνεται εκ των
προτέρων στον Νομον. Αλλ' ο Νομος υπάρχει και έχει ισχύν εναντίον των παρανόμων
και των ανυποτάκτων στο θείον θέλημα, εναντίον των ασεβών και αμαρτωλών,
εναντίον εκείνων που δεν έχουν τίποτε το όσιον και βεβηλώνουν τα πάντα. Εδόθη
και έχει ισχύν δια τους πατροκτόνους και μητροκτόνους, δια τους φονείς των
ανθρώπων,
Α Τιμ. 1,10 πόρνοις, ἀρσενοκοίταις,
ἀνδραποδισταῖς, ψεύσταις, ἐπιόρκοις, καὶ εἴ τι ἕτερον
τῇ ὑγιαινούσῃ διδασκαλίᾳ ἀντίκειται,
Α Τιμ. 1,10 δια τους πόρνους, τους αρσενοκοίτας, δι' αυτούς, που
πωλούν ως ανδράποδα τους ανθρώπους, δια τους ψεύστας και τους επιόρκους και δι'
εκείνους, οι οποίοι διαπράττουν και ο,τι άλλο αντιστρατεύεται εις την ορθήν και
αληθινήν διδασκαλίαν του Χριστού,
Α Τιμ. 1,11 κατὰ τὸ εὐαγγέλιον
τῆς δόξης τοῦ μακαρίου Θεοῦ, ὃ ἐπιστεύθην ἐγώ.
Α Τιμ. 1,11 αυτήν που είναι σύμφωνος με το Ευαγγέλιον της δόξης
του μακαρίου Θεού και το οποίον Ευαγγέλιον το ενεπιστεύθη ο Θεός εις εμέ.
Α Τιμ. 1,12 Καὶ χάριν ἔχω
τῷ ἐνδυναμώσαντί με Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ
ἡμῶν, ὅτι πιστόν με ἡγήσατο, θέμενος εἰς
διακονίαν,
Α Τιμ. 1,12 Και ευχαριστώ τον Ιησούν Χριστόν, τον Κυριον μας, που
με ενίσχυσε και εδυνάμωσεν στο έργον του Ευαγγελίου, διότι με ενέκρινεν άξιον
της εμπιστοσύνης του και με έθεσεν εις την ιεράν αυτήν υπηρεσίαν του κηρύγματος
Α Τιμ. 1,13 τὸν πρότερον ὄντα
βλάσφημον καὶ διώκτην καί ὑβριστήν· ἀλλ᾿ ἠλεήθην,
ὅτι ἀγνοῶν ἐποίησα ἐν ἀπιστίᾳ,
Α Τιμ. 1,13 εμέ, που ήμουν προηγουμένως βλάσφημος του αγίου
ονόματός του, διώκτης και υβριστής του έργου του και της Εκκλησίας του. Αλλ'
ελεήθην από τον Θεόν, διότι όσα τότε έκαμνα, τα έκαμνα εξ αγνοίας, ευρισκόμενος
εις την κατάστασιν της απιστίας.
Α Τιμ. 1,14 ὑπερεπλεόνασε δὲ
ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν μετὰ πίστεως καὶ ἀγάπης
τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.
Α Τιμ. 1,14 Αλλ' εδόθη εις εμέ με το παραπάνω η χάρις του Κυρίου
ημών μαζή με την φωτισμένην πίστιν και την πλουσίαν αγάπην, που απορρέουν και
προσφέρονται από τον Ιησούν Χριστόν.
Λουκ.
19,45 Καὶ εἰσελθὼν
εἰς τὸ ἱερὸν ἤρξατο ἐκβάλλειν τοὺς
πωλοῦντας ἐν αὐτῷ καὶ ἀγοράζοντας
Λουκ. 19,45 Και όταν εισήλθεν εις την αυλήν του ναού, ήρχισε να
βγάζη έξω εκείνους, που πωλούσαν και αγόραζαν εκεί,
Λουκ.
19,46 λέγων αὐτοῖς·
γέγραπται ὅτι ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς ἐστιν·
ὑμεῖς δὲ αὐτὸν ἐποιήσατε σπήλαιον λῃστῶν.
Λουκ. 19,46 λέγων προς αυτούς· “έχει γραφή από τους προφήτας κατ'
έμπνευσιν Θεού, ότι ο οίκος μου είναι οίκος προσευχής. Σεις όμως τον εκάματε
σπήλαιον ληστών, δια να ληστεύετε και κλέπτετε τους άλλους με τας απάτας και τα
ψέματά σας”.
Λουκ.
19,47 Καὶ ἦν διδάσκων τὸ
καθ᾿ ἡμέραν ἐν τῷ ἱερῷ· οἱ δὲ
ἀρχιερεῖς καὶ οἱ γραμματεῖς ἐζήτουν αὐτὸν
ἀπολέσαι καὶ οἱ πρῶτοι τοῦ λαοῦ,
Λουκ. 19,47 Και εδίδασκε, όπως συνήθως, κάθε ημέραν στο ιερόν. Οι
δε αρχιερείς και οι γραμματείς και οι άρχοντες του λαού εζητούσαν να τον
εξοντώσουν.
Λουκ.
19,48 καὶ οὐχ εὕρισκον
τὸ τί ποιήσουσιν· ὁ λαὸς γὰρ ἅπας ἐξεκρέματο
αὐτοῦ ἀκούων.
Λουκ. 19,48 Και δεν κατώρθωναν να εύρουν τι να κάμουν, δια να
φέρουν εις πέρας το κακούργον σχέδιόν των, διότι ο λαός με πολύ θαυμασμόν και
ευλάβειαν εκρέματο από το στόμα του ακούων την διδασκαλίαν του.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/