Εβρ. 11,33 οἳ διὰ
πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν,
ἔφραξαν στόματα λεόντων,
Εβρ. 11,33 Αυρτοί, χάρις εις την πίστιν των, ηγωνίσθησαν και
κατενίκησαν βασίλεια, ήσκησαν δικαιοσύνην, επέτυχαν την πραγματοποίησιν των
υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν τα στόματα των αγρίων λεόντων, όπως ο Δανιήλ,
Εβρ. 11,34 ἔσβεσαν δύναμιν
πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας,
ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν
ἀλλοτρίων·
Εβρ. 11,34 έσβησαν την φοβεράν δύναμιν της φωτιάς, όπως οι
τρεις παίδες, διέφυγαν τον κίνδυνον να σφαγούν με μαχαίρια, όπως ο Ηλίας,
εδυναμώθησαν και έγιναν καλά από αρρώστιες, ανεδείχθησαν κραταιοί και δυνατοί
στον πόλεμον, έκαμψαν και έτρεψαν εις φυγήν πολυάριθμα στρατεύματα ξένων
εχθρών.
Εβρ. 11,35 ἔλαβον γυναῖκες
ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι
δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν,
ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν·
Εβρ. 11,35 Μερικές γυναίκες, χάρις εις αυτήν την πίστιν, επήραν
πάλιν ζωντανούς, δια της αναστάσεως τους νεκρούς των. Αλλοι δε εδέθησαν στο
τύμπανον, στο φοβερά βασανιστικόν εκείνον όργανον, χωρίς να δεχθούν την
απελευθέρωσιν, που τους επρότειναν οι βασανισταί των, εάν ηρνούντο την πίστιν
των, και υπέμειναν το φοβερόν μαρτύριον μέχρι θανάτου, δια να επιτύχουν και
πάρουν ανάστασιν ασυγκρίτως καλυτέραν από την παρούσαν ζωήν.
Εβρ. 11,36 ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν
καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν
καὶ φυλακῆς·
Εβρ. 11,36 Αλλοι δε εδοκίμασαν εμπαιγμούς και μαστιγώσεις,
ακόμη δε δεσμά και φυλακήν.
Εβρ. 11,37 ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν,
ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον
ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι,
θλιβόμενοι, κακουχούμενοι,
Εβρ. 11,37 Ελιθοβολήθησαν, επριονίσθησαν, επέρασαν μέσα από
πολλούς πειρασμούς, απέθαναν σφαγέντες με μάχαιραν, περιήρχοντο εδώ και εκεί
φορούντες, αντί για ενδύματα, προβιές και δέρματα γιδιών, στερούμενοι,
θλιβόμενοι, υποβαλλόμενοι εις πολλάς κακουχίας.
Εβρ. 11,38 ὧν οὐκ ἦν
ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι
καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς.
Εβρ. 11,38 Τετοιους αγίους δεν ήτο άξιος να τους έχη ο
αμαρτωλός κόσμος. Επεριπλανώντο εις τις ερημίες, εις τα όρη, εις τα σπήλαια,
εις τις τρύπες της γης.
Εβρ. 11,39 Καὶ οὗτοι
πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν
ἐπαγγελίαν,
Εβρ. 11,39 Και όλοι αυτοί, μολονότι έλαβαν την καλήν και τιμίαν
μαρτυρίαν, ότι ευηρέστησαν στον Θεόν χάρις εις την πίστιν των, δεν απήλαυσαν
πλήρως την υπόσχεσιν της λυτρώσεως και της ουρανίου βασιλείας.
Εβρ. 11,40 τοῦ Θεοῦ περὶ
ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς
ἡμῶν τελειωθῶσι.
Εβρ. 11,40 Διότι ο Θεός επρόβλεψε δι' ημάς κάτι καλύτερον·
δηλαδή να μη απολαύσουν αυτοί πλήρη την τελείωσιν και την μακαριότητα χωρίς
ημάς (αλλ' όλοι μαζή σαν ένα πνευματικόν σώμα να απολαύσωμεν κατά την δευτέραν
παρυσίαν την μακαριότητα της βασιλείας των ουρανών).
Εβρ. 12,1 Τοιγαροῦν καὶ
ἡμεῖς, τοσοῦτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν
νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθέμενοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον
ἁμαρτίαν, δι᾿ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν
ἀγῶνα,
Εβρ. 12,1 Δια τούτο, λοιπόν, και ημείς, αφού έχομεν ολόγυρά
μας τόσον μεγάλο νέφος αναριθμήτων αγίων, που εμαρτύρησαν και εμαρτυρήθησαν δια
την πίστιν των, ας πετάξωμεν μακρυά από επάνω μας κάθε βάρος από τας
καταθλιπτικάς μερίμνας του βίου και προπαντός την αμαρτίαν, η οποία από όλα τα
σημεία κατά τρόπον δελεαστικόν και προκλητικόν εύκολα μας περιβάλλει, και ας
τρέχωμεν με επιμονήν και υπομονήν τον αγώνα, που ευρίσκεται ενώπιον μας.
Εβρ. 12,2 ἀφορῶντες εἰς
τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν,
ὃς ἀντὶ τῆς προκειμένης αὐτῷ χαρᾶς ὑπέμεινε
σταυρόν, αἰσχύνης καταφρονήσας, ἐν δεξιᾷ τε τοῦ θρόνου
τοῦ Θεοῦ κεκάθικεν.
Εβρ. 12,2 Δια να αντλούμεν δε θάρρος και δύναμιν, ας έχωμεν
προσηλωμένα με πίστιν τα βλέμματά μας στον Χριστόν, τον αρχηγόν και ιδρυτήν της
πίστεώς μας, ο οποίος με την χάριν του μας χειραγωγεί στον δρόμον της
τελειότητος. Αυτός αντί της μακαριότητος, την οποίαν είχε πάντοτε εμπρός του ως
Θεός και αντί της χαράς την οποίαν εδικαιούτο να απολαμβάνη και ως άνθρωπος
αναμάρτητος ευαρεστήσας κατά πάντα στον Πατέρα, επροτίμησε και υπέμεινε τον
σταυρικόν θάνατον και κατεφρόνησε την εντροπήν και τον εξευτελισμόν προς χάριν
ημών. Και δια τούτο έχει καθίσει τώρα εις τα δεξιά του θρόνου του Θεού.
Λουκ.
14,1 Καὶ ἐγένετο ἐν
τῷ ἐλθεῖν αὐτὸν εἰς οἶκόν τινος τῶν
ἀρχόντων τῶν Φαρισαίων σαββάτῳ φαγεῖν ἄρτον, καὶ
αὐτοὶ ἦσαν παρατηρούμενοι αὐτόν.
Λουκ. 14,1 Οταν ο Κυριος εις ημέραν Σαββάτου ήλθεν στο σπίτι
ενός από τους άρχοντας των Φαρισαίων να φάγη άρτον, αυτοί τον παρατηρούσαν με
προσοχήν, μήπως πη η πράξη κάτι το παράνομον.
Λουκ.
14,2 καὶ ἰδοὺ ἄνθρωπός
τις ἦν ὑδρωπικὸς ἔμπροσθεν αὐτοῦ.
Λουκ. 14,2 Και ιδού ένας υδρωπικός άνθρωπος εστέκετο εμπρός του.
Λουκ.
14,3 καὶ ἀποκριθεὶς
ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς τοὺς νομικοὺς καὶ
Φαρισαίους λέγων· εἰ ἔξεστι τῷ σαββάτῳ θεραπεύειν;
οἱ δὲ ἡσύχασαν.
Λουκ. 14,3 Ελαβε ο Ιησούς τον λόγον και είπε στους νομικούς και
Φαρισαίους· “επιτρέπεται άρά γε κατά την ημέραν του Σαββάτου να θεραπεύη κανείς
αρρώστους;” Εκείνοι εσίγησαν και δεν ετόλμησαν να απαντήσουν τίποτε.
Λουκ.
14,4 καὶ ἐπιλαβόμενος ἰάσατο
αὐτὸν καὶ ἀπέλυσε.
Λουκ. 14,4 Και ο Ιησούς αφού επιασε τον υδρωπικόν, τον
εθεράπευσε και τον αφήκε ελεύθερον να φύγη.
Λουκ.
14,5 καὶ ἀποκριθεὶς
πρὸς αὐτοὺς εἶπε· τίνος ὑμῶν υἱὸς
ἢ βοῦς εἰς φρέαρ ἐμπεσεῖται, καὶ οὐκ
εὐθέως ἀνασπάσει αὐτὸν ἐν τῇ ἡμέρᾳ
τοῦ σαββάτου;
Λουκ. 14,5 Βλεπών δε τους πονηρούς διαλογισμούς των Φαρισαίων
απήντησε και είπε εις αυτούς· “ποιός από σας, όταν το παιδί του η το βώδι του
πέση εις πηγάδι, δεν θα καταβάλη κάθε προσπάθειαν να το ανασύρη αμέσως, έστω
και αν είναι ημέρα Σαββάτου;”
Λουκ.
14,6 καὶ οὐκ ἴσχυσαν
ἀνταποκριθῆναι αὐτῷ πρὸς ταῦτα.
Λουκ. 14,6 Και δεν ημπόρεσαν να του δώσουν καμμίαν απάντησιν,
διότι καταλάβαιναν πολύ καλά, ότι το άδικον ήτο με το μέρος των.
Λουκ.
14,7 Ἔλεγε δὲ πρὸς
τοὺς κεκλημένους παραβολήν, ἐπέχων πῶς τὰς πρωτοκλισίας
ἐξελέγοντο, λέγων πρὸς αὐτούς·
Λουκ. 14,7 Ελεγε δε προς τους καλεσμένους και μίαν παραβολήν,
δια να τους κάμη να προσέξουν τον εγωϊσμόν των, με τον οποίον αυτοί εδιάλεγαν
τας πρώτας θέσεις στο τραπέζι. Και τους είπε·
Λουκ.
14,8 ὅταν κληθῇς ὑπό
τινος εἰς γάμους, μὴ κατακλιθῇς εἰς τὴν
πρωτοκλισίαν, μήποτε ἐντιμότερός σου ᾖ κεκλημένος ὑπ᾿ αὐτοῦ,
Λουκ. 14,8 “όταν προσκληθής από κάποιον εις γάμον, μη καθίσεις
μόνος σου εις την πρώτην θέσιν, μήπως κάποιος άλλος, προσκεκλημένος από τον
οικοδεσπότην, είναι ανώτερος από σε.
Λουκ.
14,9 καὶ ἐλθὼν ὁ
σὲ καὶ αὐτὸν καλέσας ἐρεῖ σοι· δὸς
τούτῳ τόπον· καὶ τότε ἄρξῃ μετ᾿ αἰσχύνης
τὸν ἔσχατον τόπον κατέχειν.
Λουκ. 14,9 Και θα έλθη αυτός που εκάλεσε σε και αυτόν και θα σου
πη· Δώσε την θέσιν αυτήν, διότι δεν ανήκει εις σε. Και τότε θα αρχίσης με
εντροπήν να ζητής άλλην θέσιν. Και έπειδή όλοι θα έχουν καθίσει και κανείς δεν
θα προθυμοποιήται να σηκωθή προς χάριν σου, θα αναγκασθής τότε να καταλάβης την
τελευταία θέσιν.
Λουκ.
14,10 ἀλλ᾿ ὅταν
κληθῇς, πορευθεὶς ἀνάπεσε εἰς τὸν ἔσχατον
τόπον, ἵνα ὅταν ἔλθῃ ὁ κεκληκώς σε εἴπῃ
σοι· φίλε, προσανάβηθι ἀνώτερον· τότε ἔσται σοι δόξα ἐνώπιον
τῶν συνανακειμένων σοι.
Λουκ. 14,10 Αλλά όταν προσκληθής, πήγαινε και κάθισε εις την
τελευταίαν θέσιν, ώστε όταν έλθη αυτός που σε εκάλεσε να σου πη· Φιλε, ανέβα
παραπάνω εις θέσιν τιμητικωτέραν. Και τότε θα είναι για σένα μεγάλη τιμή εμπρός
εις όσους παρακάθηνται μαζή με σε στο τραπέζι.
Λουκ.
14,11 ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν
ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται καὶ ὁ ταπεινῶν ἑαυτὸν
ὑψωθήσεται.
Λουκ. 14,11 Διότι εκείνος που υψώνει τον εαυτόν του και ζητεί
τιμάς και πρωτοκαθεδρίας θα ταπεινωθή. Και καθένας που ταπεινώνει τον ευατόν
του, θα υψωθή”.
http://hristospanagia3.blogspot.gr/