Εβρ. 13,7 Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων
ὑμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τὸν λόγον
τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν
τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν πίστιν.
Εβρ. 13,7 Να ενθυμήσθε πάντοτε τους πνευματικούς σας ηγέτας
και προεστούς, οι οποίοι σας εδίδαξαν τον λόγον του Θεού. Να φέρνετε στον νουν
σας και να μελετάτε με ευλάβειαν το κατά Θεόν τέλος του βίου και της εναρέτου
συμπεριφοράς των και να μιμήσθε την πίστιν.
Εβρ. 13,8 Ἰησοῦς
Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ
εἰς τοὺς αἰῶνας.
Εβρ. 13,8 Αλλ' εάν οι άνθρωποι έρχωνται και παρέρχωνται, ο
Ιησούς Χριστός και χθες και σήμερον και στους αιώνας των αιώνων είναι ο ίδιος
και αναλλοίωτος, και η διδασκαλία του είναι αιωνία και αληθής. Κρατήσατέ την
σταθερά,
Εβρ. 13,9 διδαχαῖς
ποικίλαις καὶ ξέναις μὴ παραφέρεσθε· καλὸν γὰρ
χάριτι βεβαιοῦσθαι τὴν καρδίαν, οὐ βρώμασιν, ἐν οἷς
οὐκ ὠφελήθησαν οἱ περιπατήσαντες.
Εβρ. 13,9 και μη αφίνετε τον εαυτόν σας να παρασύρεται και να
παραπλανάται από λογιών-λογιών διδασκαλίας, ξένας και διαφορετικάς από την
διδασκαλίαν του Χριστού. Διότι είναι καλόν, οικοδομητικόν και ασφαλές, να
στερεώνεται η καρδία εις την ορθήν διδασκαλίαν με την χάριν του Κυρίου και όχι
εις τας ψευδοδιδασκαλίας των Εβραίων, περί φαγητών καθαρών και ακαθάρτων, από
την οποίαν τίποτε δεν ωφελήθησαν, όσοι επρόσεχαν εις τας διακρίσεις αυτάς των
φαγητών.
Εβρ. 13,10 ἔχομεν
θυσιαστήριον ἐξ οὗ φαγεῖν οὐκ ἔχουσιν ἐξουσίαν
οἱ τῇ σκηνῇ λατρεύοντες·
Εβρ. 13,10 Ημείς οι Χριστιανοί, έχομεν ιερώτατον θυσιαστήριον,
την αγίαν Τράπεζαν, επάνω εις την οποίαν παρατίθεται ουράνιος και ανεκτίμητος
τροφή, το σώμα και το αίμα του Κυρίου, από το οποίον θυσιαστήριον δεν έχουν το
δικαίωμα να φάγουν όσοι εξακολουθούν να λατρεύουν και να υπηρετούν τον Θεόν εις
την παλαιάν σκηνήν του μαρτυρίου, (δηλαδή ούτε οι ιερείς και οι αρχιερείς της
Π. Διαθήκης).
Εβρ. 13,11 ὧν γὰρ εἰσφέρεται
ζῴων τὸ αἷμα περὶ ἁμαρτίας εἰς τὰ Ἅγια
διὰ τοῦ ἀρχιερέως, τούτων τὰ σώματα κατακαίεται ἔξω
τῆς παρεμβολῆς·
Εβρ. 13,11 Συμβολικώς δε εικονίζετο αυτή η απαγόρευσις εις την
Π. Διαθήκην. Διότι τα σώματα των ζώων εκείνων, που εθυσιάζοντο κατά την ημέραν
του εξιλασμού και το αίμα των εφέρετο από τον αρχιερέα εις τα άγια των αγίων,
ως θυσία περί αμαρτίας, δεν ετρώγοντο από τους ιερείς, αλλά εκαίοντο εξ
ολοκλήρου έξω από το στρατόπεδον του Ισραήλ.
Εβρ. 13,12 διὸ καὶ Ἰησοῦς,
ἵνα ἁγιάσῃ διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος τὸν
λαόν, ἔξω τῆς πύλης ἔπαθε.
Εβρ. 13,12 Δι' αυτό, σύμφωνα με τον προφητικόν αυτόν
συμβολισμόν, και ο Ιησούς, δια να αγιάση με το ιδικόν του αίμα τον νέον λαόν
της χάριτος εσταυρώθη έξω από την πύλην της Ιερουσαλήμ.
Εβρ. 13,13 τοίνυν ἐξερχώμεθα
πρὸς αὐτὸν ἔξω τῆς παρεμβολῆς τὸν ὀνειδισμὸν
αὐτοῦ φέροντες·
Εβρ. 13,13 Λοιπόν, κόπτοντες και ημείς κάθε δεσμόν προς τας
παλαιάς αυτάς και συμβολικάς διατάξεις, ας εξερχώμεθα προς τον Χριστόν έξω από
την ιουδαϊκήν θρησκείαν και νοοτροπίαν, και ας πάρωμεν επάνω μας τον χλευασμόν
και τον εμπαιγμόν, που πρώτος υπέμεινε δι' ημάς ο Χριστός.
Εβρ. 13,14 οὐ γὰρ ἔχομεν
ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν.
Εβρ. 13,14 Ας μη δενώμεθα με τα παλαιά σχήματα και τα πράγματα
γενικώς του κόσμου. Διότι δεν έχομεν εδώ μόνιμον πατρίδα και κατοικίαν, αλλά με
ενδιαφέρον και πόθον ζητούμεν να κερδήσωμεν την μέλλουσαν και αιωνίαν, δηλαδή
την ουράνιον βασίλειαν του Κυρίου.
Εβρ. 13,15 δι᾿ αὐτοῦ
οὖν ἀναφέρωμεν θυσίαν αἰνέσεως διὰ παντὸς τῷ
Θεῷ, τοῦτ᾿ ἔστι καρπὸν χειλέων ὁμολογούντων
τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.
Εβρ. 13,15 Δια μέσου, λοιπόν, του Κυρίου μας, ως αρχιερέως και
μεσίτου, ας προσφέρωμεν προς τον Θεόν πάντοτε θυσίαν δοξολογίας και
ευχαριστίας· δηλαδή θυσίαν, η οποία σαν καρπός και έκφρασις θερμής ευγνωμοσύνης
και λατρείας προς τον Θεόν, θα βγαίνη από τα χείλη μας, τα οποία θα δοξολογούν
το άγιον όνομα του.
Εβρ. 13,16 τῆς δὲ εὐποιΐας
καὶ κοινωνίας μὴ ἐπιλανθάνεσθε· τοιαύταις γὰρ
θυσίαις εὐαρεστεῖται ὁ Θεός.
Εβρ. 13,16 Μη λησμονείτε την αγαθοεργίαν και το καθήκον σας να
κάμνετε και τους άλλους μετόχους των αγαθών, που σας δίδει ο Θεός, διότι
στοιαύτας θυσίας ευχαριστείται ο Θεός και όχι εις θυσίας ζώων.
Ιω. 1,35 Τῇ ἐπαύριον
πάλιν εἱστήκει ὁ Ἰωάννης καὶ ἐκ τῶν μαθητῶν
αὐτοῦ δύο,
Ιω. 1,35 Την επομένην ημέραν έστεκε πάλιν ο Ιωάννης στον
τόπον αυτόν και δύο από τους μαθητάς του.
Ιω. 1,36 καὶ ἐμβλέψας
τῷ Ἰησοῦ περιπατοῦντι λέγει· ἴδε ὁ ἀμνὸς
τοῦ Θεοῦ.
Ιω. 1,36 Και καθώς με απέραντον σεβασμόν εκύτταξε τον
Ιησούν, που περιπατούσε κάπου εκεί, λέγει· “ιδού ο αμνός του Θεού”.
Ιω. 1,37 καὶ ἤκουσαν
αὐτοῦ οἱ δύο μαθηταὶ λαλοῦντος, καὶ ἠκολούθησαν
τῷ Ἰησοῦ.
Ιω. 1,37 Και οι δύο μαθηταί του ήκουσαν τα λόγια του αυτά
και ηκολούθησαν τον Ιησούν.
Ιω. 1,38 στραφεὶς δὲ
ὁ Ἰησοῦς καὶ θεασάμενος αὐτοὺς ἀκολουθοῦντας
λέγει αὐτοῖς·
Ιω. 1,38 Εγύρισε δε ο Ιησούς και όταν τους είδε να τον
ακολουθούν, λέγει εις αυτούς.
Ιω. 1,39 τί ζητεῖτε; οἱ
δὲ εἶπον αὐτῷ· ῥαββί· ὃ λέγεται ἑρμηνευόμενον
διδάσκαλε· ποῦ μένεις;
Ιω. 1,39 “Τι ζητείτε;” Εκείνοι δε του είπαν· “ραββί-που
σημαίνει εις τα ελληνικά διδάσκαλε-που μένεις;”
Ιω. 1,40 λέγει αὐτοῖς·
ἔρχεσθε καὶ ἴδετε. ἦλθον οὖν καὶ εἶδον
ποῦ μένει καὶ παρ᾿ αὐτῷ ἔμειναν τὴν ἡμέραν
ἐκείνην· ὥρα ἦν ὡς δεκάτη.
Ιω. 1,40 Είπεν εις αυτούς· “ελάτε και ιδέτε που μένω”.
Ηλθαν, λοιπόν, και είδαν που μένει και έμειναν κοντά του την ημέραν εκείνην. Η
ώρα δε ήτο τέσσαρες το απόγευμα.
Ιω. 1,41 ἦν Ἀνδρέας
ὁ ἀδελφὸς Σίμωνος Πέτρου εἷς ἐκ τῶν δύο τῶν
ἀκουσάντων παρὰ Ἰωάννου καὶ ἀκολουθησάντων αὐτῷ.
Ιω. 1,41 Ενας δε από τους δύο, που ήκουσαν τα όσα ο
Ιωάννης είπε περί του Ιησού και ηκολούθησαν αυτόν, ήτο ο Ανδρέας, ο αδελφός του
Σιμωνος Πετρου.
Ιω. 1,42 εὑρίσκει οὗτος
πρῶτος τὸν ἀδελφὸν τὸν ἴδιον Σίμωνα καὶ
λέγει αὐτῷ· εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν· ὅ ἐστι
μεθερμηνευόμενον Χριστός·
Ιω. 1,42 Αυτός, λοιπόν, πρώτος ευρίσκει τον αδελφόν του
τον Σιμωνα και του λέγει· “ευρήκαμεν τον Μεσσίαν, όνομα που ερμηνεύεται εις την
ελληνικήν Χριστός”.
Ιω. 1,43 καὶ ἤγαγεν
αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. ἐμβλέψας αὐτῷ
ὁ Ἰησοῦς εἶπε· σὺ εἶ Σίμων ὁ υἱὸς
Ἰωνᾶ, σὺ κληθήσῃ Κηφᾶς, ὃ ἑρμηνεύεται
Πέτρος.
Ιω. 1,43 Και ωδήγησεν αυτόν προς τον Ιησούν. Και ο Ιησούς
αφού τον εκύτταξε με βλέμμα βαθύ και στοργικόν είπε· “συ είσαι Σιμων, ο υιός
του Ιωνά· συ θα ονομασθής Κηφάς, όνομα που ερμηνεύεται εις την ελληνικήν
Πετρος”.
Ιω. 1,44 Τῇ ἐπαύριον
ἠθέλησεν ὁ Ἰησοῦς ἐξελθεῖν εἰς τὴν
Γαλιλαίαν· καὶ εὑρίσκει Φίλιππον καὶ λέγει αὐτῷ·
ἀκολούθει μοι.
Ιω. 1,44 Την άλλην ημέραν απεφάσισεν ο Χριστός να
αναχωρήση από την Ιουδαίαν δια την Γαλιλαίαν. Ευρίσκει τον Φιλιππον (μαθητήν
και αυτός του Βαπτιστού, από τον οποίον πολλά είχε ακούσει περί του Μεσσίου)
και του λέγει· “έλα κοντά μου”.
Ιω. 1,45 ἦν δὲ ὁ
Φίλιππος ἀπὸ Βηθσαϊδά, ἐκ τῆς πόλεως Ἀνδρέου καὶ
Πέτρου.
Ιω. 1,45 Ο δε Φιλιππος κατήγετο από την Βηθσαϊδά, από την
πατρίδα του Ανδρέου και του Πετρου.
Ιω. 1,46 εὑρίσκει
Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν
ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται,
εὑρήκαμεν, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Ἰωσὴφ
τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ.
Ιω. 1,46 Ευρίσκει ο Φιλιππος τον Ναθαναήλ και του λέγει·
“αυτόν που έγραψε ο Μωϋσής στον Νομον και προανήγγειλαν οι προφήται εις τα
προφητικά των βιβλία τον ευρήκαμεν· είναι ο Ιησούς, ο υιός του Ιωσήφ, από την
Ναζαρέτ”.
Ιω. 1,47 καὶ εἶπεν
αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν
εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε.
Ιω. 1,47 Ο Ναθαναήλ όμως είπεν εις αυτόν· “από την
Ναζαρέτ είναι δυνατόν να βγη κάτι καλόν;” Λεγει εις αυτόν ο Φιλιππος· “έλα και
ιδέ μόνος σου, δια να πεισθής”.
Ιω. 1,48 εἶδεν ὁ Ἰησοῦς
τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ
λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης
ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι.
Ιω. 1,48 Είδεν ο Ιησούς τον Ναθαναήλ να έρχεται προς
αυτόν και λέγει περί αυτού· “ιδού ένας γνήσιος Ισραηλίτης, στον οποίον δεν
υπάρχει πονηρία”.
Ιω. 1,49 λέγει αὐτῷ
Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ
εἶπεν αὐτῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι,
ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε.
Ιω. 1,49 Λεγει εις αυτόν ο Ναθαναήλ· “από που με
γνωρίζεις;” Απήντησεν ο Ιησούς και του είπε· “προτού σε φωνάξη ο Φιλιππος, όταν
ήσουνα κάτω από την συκήν, μακρυά από κάθε ανθρώπινον μάτι, εγώ σε είδα”.
Ιω. 1,50 ἀπεκρίθη
Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ῥαββί, σὺ εἶ
ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς
τοῦ Ἰσραήλ.
Ιω. 1,50 Απεκρίθη τότε ο Ναθαναήλ και του είπε·
“Διδάσκαλε, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο Βασιλεύς του Ισραήλ, τον
οποίον, σύμφωνα με τις προφητείες, επεριμέναμεν”.
Ιω. 1,51 ἀπεκρίθη Ἰησοῦς
καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν
σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει.
Ιω. 1,51 Του απήντησεν δε ο Ιησούς· “Διότι σου είπα ότι
σε είδα κάτω από την συκήν, πιστεύεις; Θα ίδης ακόμη μεγαλύτερα από αυτά”.
Ιω. 1,52 καὶ λέγει αὐτῷ·
ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ᾿ ἄρτι
ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς
ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ
τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.
Ιω. 1,52 Και εν συνεχεία λέγει προς αυτόν, ώστε να
ακούσουν και οι άλλοι μαθηταί· “σας διαβεβαιώνω, ότι από τώρα θα ίδετε ανοικτόν
τον ουρανόν και τους αγγέλους του Θεού ν' ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν, να
συνοδεύουν και να υπηρετούν τον υιόν του ανθρώπου (ο οποίος ως Θεός είναι
κύριος και των αγγέλων)”.