Γεν. 1,14 Καὶ εἶπεν ὁ
Θεός· γενηθήτωσαν φωστῆρες ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ
εἰς φαῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς, τοῦ
διαχωρίζειν ἀνὰ μέσον τῆς ἡμέρας καὶ ἀνὰ
μέσον τῆς νυκτός· καὶ ἔστωσαν εἰς σημεῖα καὶ
εἰς καιροὺς καὶ εἰς ἡμέρας καὶ εἰς ἐνιαυτούς·
Γεν. 1,14 Και είπεν ο Θεός· “ας γίνουν (ας φανούν) εις τον
ουρανόν της γης φωτεινοί αστέρες, δια να φωτίζουν την γην και να χωρίζουν την
ημέραν από την νύκτα. Ας είναι οι αστέρες αυτοί εις σημεία μετεωρολογικών και
άλλων φαινομένων, και ας χρησιμεύουν εις κανονικήν μεταβολήν και διάκρισιν των
εποχών του έτους, των ημερών και των ετών.
Γεν. 1,15 καὶ ἔστωσαν
εἰς φαῦσιν ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ,
ὥστε φαίνειν ἐπὶ τῆς γῆς. καὶ ἐγένετο
οὕτως.
Γεν. 1,15 Προ παντός δε ας είναι αυτοί στον ουρανόν, ώστε
να φωτίζουν την γην”. Και έγινεν όπως ο Θεός διέταξε.
Γεν. 1,16 καὶ ἐποίησεν
ὁ Θεὸς τοὺς δύο φωστῆρας τοὺς μεγάλους, τὸν
φωστῆρα τὸν μέγαν εἰς ἀρχὰς τῆς ἡμέρας
καὶ τὸν φωστῆρα τὸν ἐλάσσω εἰς ἀρχὰς
τῆς νυκτός, καὶ τοὺς ἀστέρας.
Γεν. 1,16 Και έκαμεν ο Θεός τους δύο μεγάλους αστέρας, τον
ήλιον, τον μεγάλον αστέρα, να άρχη με το φως του όλην την ημέραν. Και τον
μικρότερον αστέρα, την σελήνην, να άρχη με το φως της κατά την νύκτα. Επίσης
διέταξε να φανούν και οι άλλοι αστέρες του ουρανού.
Γεν. 1,17 καὶ ἔθετο
αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ,
ὥστε φαίνειν ἐπὶ τῆς γῆς
Γεν. 1,17 Και έθεσεν αυτούς ο Θεός στο ουράνιον στερέωμα,
δια να στέλλουν το φως των επάνω εις την γην·
Γεν. 1,18 καὶ ἄρχειν
τῆς ἡμέρας καὶ τῆς νυκτὸς καὶ διαχωρίζειν ἀνὰ
μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους.
καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλόν.
Γεν. 1,18 να εξουσιάζουν την ημέραν και την νύκτα και να
ξεχωρίζουν το φως από το σκότος. Και είδεν ο παντογνώστης Θεός, ότι το έργον
του αυτό ήτο καλόν, χρήσιμον και σκόπιμον.
Γεν. 1,19 καὶ ἐγένετο
ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα τετάρτη.
Γεν. 1,19 Εγινεν εσπέρα, έγινε πρωί και συνεπληρώθη η
τετάρτη ημέρα της δημιουργίας.
Γεν. 1,20 Καὶ εἶπεν ὁ
Θεός· ἐξαγαγέτω τὰ ὕδατα ἑρπετὰ ψυχῶν
ζωσῶν καὶ πετεινὰ πετόμενα ἐπὶ τῆς γῆς
κατὰ τὸ στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ. καὶ ἐγένετο
οὕτως.
Γεν. 1,20 Και είπεν ο Θεός· “να βγάλουν τα ύδατα των
θαλασσών ψάρια και ερπετά και πτηνά, τα οποία θα πετούν εις την ατμόσφαιραν
μεταξύ του ουρανίου θόλου και της γης”. Και έγινεν έτσι.
Γεν. 1,21 καὶ ἐποίησεν
ὁ Θεὸς τὰ κήτη τὰ μεγάλα καὶ πᾶσαν ψυχὴν
ζῴων ἑρπετῶν, ἃ ἐξήγαγε τὰ ὕδατα κατὰ
γένη αὐτῶν, καὶ πᾶν πετεινὸν πτερωτὸν κατὰ
γένος. καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλά.
Γεν. 1,21 Και εδημιούργησεν ο Θεός τα μεγάλα κήτη και τα
ψάρια και τα ερπετά, τα οποία σύμφωνα με την διαταγήν του έβγαλαν τα ύδατα
έκαστον κατά το ειδός αυτού· καθώς και όλα τα είδη των πτηνών καθένα κατά το
είδος του. Και είδεν ο Θεός ότι όλα ήσαν καλά και χρήσιμα δια τον σκοπόν, δια
τον οποίον έγιναν.
Γεν. 1,22 καὶ εὐλόγησεν
αὐτὰ ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε
καὶ πληρώσατε τὰ ὕδατα ἐν ταῖς θαλάσσαις, καὶ
τὰ πετεινὰ πληθυνέσθωσαν ἐπὶ τῆς γῆς.
Γεν. 1,22 Και ευλόγησεν αυτά ο Θεός λέγων· “γίνεσθε γόνιμα,
αυξάνεσθε και πολλαπλασιάζεσθε και γεμίσατε τα ύδατα των θαλασσών. Και τα
πετεινά επίσης ας πληθυνθούν επάνω εις την γην”.
Γεν. 1,23 καὶ ἐγένετο
ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα πέμπτη.
Γεν. 1,23 Και έγινεν εσπέρα και έγινε
πρωϊ και συνεπληρώθη η πέμπτη ημέρα της δημιουργίας.
Παρ. 1,20 Σοφία ἐν ἐξόδοις
ὑμνεῖται, ἐν δὲ πλατείαις παῤῥησίαν ἄγει·
Παρ. 1,20 Αντιθέτως προς τους εργάτας του σκότους και τας
δολιότητάς των, η σοφία του Θεού εξυμνείται δημοσία στους δρόμους από όσους την
έχουν γνωρίσει και δεχθή, και με παρρησίαν ακούεται η διδασκαλία της εις τας
πλατείας.
Παρ. 1,21 ἐπ᾿ ἄκρων
τειχέων κηρύσσεται, ἐπὶ δὲ πύλαις δυναστῶν παρεδρεύει, ἐπὶ
δὲ πύλαις πόλεως θαῤῥοῦσα λέγει·
Παρ. 1,21 Το κήρυγμά της διαλαλείται από τας υψηλάς επάλξεις
των τειχών, ώστε να ακούεται από όλους. Παραστέκει εις τας θύρας των αρχόντων,
δια να τους καθιστά σοφούς και συνετούς εις τα έργα των. Παρευρίσκεται εις τας
πύλας της πόλεως, όπου γίνονται συγκεντρώσεις δια την λύσιν μεγάλων ζητημάτων,
απευθύνεται προς όλους και με θάρρος πολύ λέγει;
Παρ. 1,22 ὅσον ἂν
χρόνον ἄκακοι ἔχωνται τῆς δικαιοσύνης, οὐκ αἰσχυνθήσονται·
οἱ δὲ ἄφρονες, τῆς ὕβρεως ὄντες ἐπιθυμηταί,
ἀσεβεῖς γενόμενοι ἐμίσησαν αἴσθησιν
Παρ. 1,22 “Οσον χρόνον οι άδολοι και άκακοι άνθρωποι κρατούν
και ακολουθούν τον βίον της δικαιοσύνης και της αρετής, δεν πρόκειται να.
εντροπιασθούν. Εξ αντιθέτου οι αμαρτωλοί, οι καταφρονηταί της θείας σοφίας,
επειδή επεθύμησαν την αλαζονικήν και γεμάτην επιδείξεις ζωήν, κατήντησαν εις
βάθος ασεβείας και εμίσησαν την αληθινήν και σώζουσαν γνώσιν του Θεού.
Παρ. 1,23 καὶ ὑπεύθυνοι
ἐγένοντο ἐλέγχοις, ἰδοὺ προήσομαι ὑμῖν ἐμῆς
πνοῆς ῥῆσιν, διδάξω δὲ ὑμᾶς τὸν ἐμὸν
λόγον.
Παρ. 1,23 Δι' αυτό και έγιναν υπεύθυνοι και άξιοι ελέγχων και
τιμωριών. Ιδού όμως ότι εγώ η σοφία, θα σας παρουσιάσω τα λόγια της ιδικής μου
εμπνεύσεως. Θα σας διδάξω τους ιδικούς μου λόγους.
Παρ. 1,24 ἐπειδὴ ἐκάλουν
καὶ οὐχ ὑπηκούσατε καὶ ἐξέτεινα λόγους καὶ
οὐ προσείχετε,
Παρ. 1,24 Επειδή είδα, ότι μολονότι σας εκαλούσα και σεις δεν
υπηκούσατε, εγώ η σοφία σας ωμίλησα εις εντονώτερον ύφος, εμάκρυνα τον λόγον
μου προς σας. Σεις όμως και πάλιν δεν εδίδατε καμμίαν προσοχήν·
Παρ. 1,25 ἀλλὰ ἀκύρους
ἐποιεῖτε ἐμὰς βουλάς, τοῖς δὲ ἐμοῖς
ἐλέγχοις οὐ προσείχετε,
Παρ. 1,25 αλλά τουναντίον εθεωρείτε χωρίς αξίαν και σημασίαν
τας σύμβουλάς μου. Εις δε τους ελέγχους μου δεν εδίδατε καμμίαν προσοχήν·
Παρ. 1,26 τοιγαροῦν κἀγὼ
τῇ ὑμετέρᾳ ἀπωλείᾳ ἐπιγελάσομαι, καταχαροῦμαι
δὲ ἡνίκα ἔρχηται ὑμῖν ὄλεθρος,
Παρ. 1,26 δια τούτο, λοιπόν, και εγώ θα γελάσω με την απώλειάν
σας, θα χαρώ πάρα πολύ, όταν θα επέρχεται εναντίον σας ο όλεθρος.
Παρ. 1,27 καὶ ὡς ἂν
ἀφίκηται ὑμῖν ἄφνω θόρυβος, ἡ δὲ καταστροφὴ
ὁμοίως καταιγίδι παρῇ, καὶ ὅταν ἔρχηται ὑμῖν
θλῖψις καὶ πολιορκία ἢ ὅταν ἔρχηται ὑμῖν
ὄλεθρος.
Παρ. 1,27 Και όταν αιφνιδίως εγερθή εναντίον σας ταραχή, ο δε
όλεθρός σας ως καταστρεπτική καταιγίς επιπέση επάνω σας, όταν σας βρη θλίψις
μεγάλη η πολιορκία της πόλεως σας από τους εχθρούς, όταν θα βλέπετε και σεις να
έρχεται αναπόφευκτος ο όλεθρός σας,
Παρ. 1,28 ἔσται γὰρ ὅταν
ἐπικαλέσησθέ με, ἐγὼ δὲ οὐκ εἰσακούσομαι ὑμῶν·
ζητήσουσί με κακοί, καὶ οὐχ εὑρήσουσιν·
Παρ. 1,28 τότε θα συμβή τούτο· θα με επικαλεσθήτε, εγώ όμως
δεν θα ακούσω την επίκλησίν σας. Θα με ζητήσουν ως βοηθόν των και στήριγμά των
οι κακοί εις τας δυσκόλους των περιστάσεις, και δεν θα με εύρουν ως λυτρωτήν
και σωτήρα των.
Παρ. 1,29 ἐμίσησαν γὰρ
σοφίαν, τὸν δὲ λόγον τοῦ Κυρίου οὐ προείλαντο,
Παρ. 1,29 Διότι εμίσησαν την θείαν σοφίαν, τον δε λόγον του
Κυρίου δεν τον επροτίμησαν, αλλά τον απέρριψαν.
Παρ. 1,30 οὐδὲ ἤθελον
ἐμαῖς προσέχειν βουλαῖς, ἐμυκτήριζον δὲ ἐμοὺς
ἐλέγχους.
Παρ. 1,30 Ούτε ήθελον να δώσουν προσοχήν εις τα θελήματά μου.
Εξ αντιθέτου περιέπαιζαν και εχλεύαζαν τους ελέγχους, τους οποίους προς
σωτηρίαν των απηύθυνα.
Παρ. 1,31 τοιγαροῦν ἔδονται
τῆς ἑαυτῶν ὁδοῦ τοὺς καρποὺς καὶ
τῆς ἑαυτῶν ἀσεβείας πλησθήσονται·
Παρ. 1,31 Δια τούτο θα φάγουν τους καρπούς της κακής των ζωής
και συμπεριφοράς. Θα απολαύσουν τα επίχειρα της κακίας των. Θα πλημμυρίσουν και
θα πνιγούν μέσα εις τας οδυνηράς συνεπείας της ασεβείας των.
Παρ. 1,32 ἀνθ᾿ ὧν
γὰρ ἠδίκουν νηπίους, φονευθήσονται, καὶ ἐξετασμὸς
ἀσεβεῖς ὀλεῖ.
Παρ. 1,32 Επειδή ηδίκησαν τους αφελείς και αγαθούς ανθρώπους,
θεία φοβερά κρίσις θα εξολοθρεύση τους ασεβείς.
Παρ. 1,33 ὁ δὲ ἐμοῦ
ἀκούων κατασκηνώσει ἐπ᾿ ἐλπίδι καὶ ἡσυχάσει
ἀφόβως ἀπὸ παντὸς κακοῦ.
Παρ. 1,33 Εκείνος όμως, που ακούει και υπακούει εις εμέ, την
σοφίαν, θα ζη με σταθεράν την ελπίδα του εις την παντοδύναμον προστασίαν του
Υψιστου και θα διατηρή την γαλήνην του εις κάθε περίστασιν, χωρίς φόβον από
κανένα κακόν”.
Ησ. α΄19-31
Ησ. 1,19 καὶ ἐὰν
θέλητε καὶ εἰσακούσητέ μου, τὰ ἀγαθὰ τῆς γῆς
φάγεσθε·
Ησ. 1,19 Εάν δε θελήσετε και με ακούσετε και συμμορφωθήτε
προς τας εντολάς μου, θα φάγετε πλούσια τα αγαθά της γης.
Ησ. 1,20 ἐὰν δὲ
μὴ θέλητε, μηδὲ εἰσακούσητέ μου, μάχαιρα ὑμᾶς
κατέδεται· τὸ γὰρ στόμα Κυρίου ἐλάλησε ταῦτα.
Ησ. 1,20 Εάν όμως δεν θελήσετε και δεν με υπακούσετε και
απομακρυνθήτε από εμέ, η μάχαιρα των εχθρών σας θα σας καταφάγη”. Το στόμα του
Κυρίου είναι εκείνο, το οποίον διεκήρυξεν αυτά και θα γίνουν όπως τα είπε.
Ησ. 1,21 Πῶς ἐγένετο
πόρνη πόλις πιστὴ Σιών, πλήρης κρίσεως, ἐν ᾗ δικαιοσύνη ἐκοιμήθη
ἐν αὐτῇ, νῦν δὲ φονευταί.
Ησ. 1,21 Πως κατήντησε πόρνη η άλλοτε πιστή στον Θεόν
πόλις Σιών! Πως η Σιών, η οποία ήτο πλήρης δικαίας κρίσεως, πόλις εις την
οποίαν ανεπαύετο και επικρατούσε η δικαιοσύνη, τώρα δε έχουν εγκατασταθή εις
αυτήν και παραμένουν φονηάδες!
Ησ. 1,22 τὸ ἀργύριον
ὑμῶν ἀδόκιμον· οἱ κάπηλοί σου μίσγουσι τὸν οἶνον
ὕδατι·
Ησ. 1,22 Τα αργυρά νομίσματά σας είναι κίβδηλα. Οι κάπηλοί
σου ανακατεύουν και νοθεύουν τον οίνον με το νερό.
Ησ. 1,23 οἱ ἄρχοντές
σου ἀπειθοῦσι, κοινωνοὶ κλεπτῶν ἀγαπῶντες δῶρα,
διώκοντες ἀνταπόδομα, ὀρφανοῖς οὐ κρίνοντες καὶ
κρίσιν χηρῶν οὐ προσέχοντες.
Ησ. 1,23 Οι άρχοντές σου είναι απειθείς απέναντι του Θεού,
είναι συμμέτοχοι στους κλέπτας, αγαπούν τα δώρα της αμαρτίας, επιδιώκουν και
δέχονται δωροδοκίας, δια να κρίνουν μεροληπτικώς. Δεν κρίνουν με δικαιοσύνην
και δεν αποδίδουν το δίκαιον εις τα ορφανά. Ούτε ενδιαφέρονται δια την απόδοσιν
του δικαίου εις τας χήρας.
Ησ. 1,24 διὰ τοῦτο
τάδε λέγει Κύριος ὁ δεσπότης σαβαώθ, ὁ δυνάστης τοῦ Ἰσραήλ·
οὐαὶ τοῖς ἰσχύουσιν ἐν Ἱερουσαλήμ· οὐ
παύσεται γάρ μου ὁ θυμὸς ἐν τοῖς ὑπεναντίοις, καὶ
κρίσιν ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου ποιήσω.
Ησ. 1,24 Δια τούτο αυτό λέγει Κυριος, ο παντοκράτωρ, ο
Σαβαώθ, ο κυρίαρχος και αυθέντης του ισραηλιτικού λαού· “αλλοίμονον εις σας
τους άρχοντας της Ιερουσαλήμ! Δεν θα καταπαύση ο θυμός μου εναντίον των
αντιπάλων μου! Θα κάμω κρίσιν και θα επιβάλω δικαίας κυρώσεις εναντίον των
εχθρών μου.
Ησ. 1,25 καὶ ἐπάξω
τὴν χεῖρά μου ἐπὶ σὲ καὶ πυρώσω σε εἰς
καθαρόν, τοὺς δὲ ἀπειθοῦντας ἀπολέσω καὶ ἀφελῶ
πάντας ἀνόμους ἀπὸ σοῦ καὶ πάντας ὑπηφάνους
ταπεινώσω.
Ησ. 1,25 Θα απλώσω επάνω σου, ω Ιερουσαλήμ, βαρείαν την
χείρα μου· θα σε περάσω από το πυρ των θλίψεων και των οδυνών, δια να
καθαρισθής, όπως ο άργυρος καθαρίζεται δια του πυρός. Ετσι δε θα εξολοθρεύσω
εκείνους οι οποίοι με παρακούουν. Θα εξαφανίσω από ανάμεσά σου αυτούς, που
παραβαίνουν τον Νομον μου, και θα ταπεινώσω τους αλαζόνας και υπερηφάνους.
Ησ. 1,26 καὶ ἐπιστήσω
τοὺς κριτάς σου ὡς τὸ πρότερον καὶ τοὺς
συμβούλους σου ὡς τὸ ἀπ᾿ ἀρχῆς· καὶ
μετὰ ταῦτα κληθήσῃ πόλις δικαιοσύνης, μητρόπολις πιστὴ
Σιών.
Ησ. 1,26 Επειτα θα επαναφέρω και θα αποκαταστήσω τους
δικαστάς σου, όπως ήσαν προηγουμένως επί της εποχής του Δαυΐδ, και τους
συμβούλους σου ευθείς και δικαίους,όπως ήσαν εξ αρχής. Και έτσι συ θα ονομασθής
πόλις δικαιοσύνης, η Σιών η πρωτεύουσα του ισραηλιτικού λαού, η πιστή στον Θεόν!”
Ησ. 1,27 μετὰ γὰρ
κρίματος σωθήσεται ἡ αἰχμαλωσία αὐτῆς καὶ μετὰ
ἐλεημοσύνης.
Ησ. 1,27 Διότι έπειτα από την κάθαρσιν και την διόρθωσιν,
που θα επέλθη κατόπιν και της δικαίας τιμωρίας, θα σωθούν οι ευρισκόμενοι εις
την αιχμαλωσίαν και θα επιστρέψουν εις την γην των πατέρων των χάρις ςις το
έλεος του Κυρίου.
Ησ. 1,28 καὶ
συντριβήσονται οἱ ἄνομοι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἅμα,
καὶ οἱ ἐγκαταλιπόντες τὸν Κύριον συντελεσθήσονται.
Ησ. 1,28 Τοτε θα συντριβούν οι παραβαίνοντες τον Νομον και
όλοι μαζή οι αμαρτωλοί, και θα εξολοθρευθούν εξ ολοκλήρου όλοι εκείνοι, οι
οποίοι εγκαταλείπουν τον Κυριον.
Ησ. 1,29 διότι αἰσχυνθήσονται
ἐν τοῖς εἰδώλοις αὐτῶν, ἃ αὐτοὶ
ἠβούλοντο, καὶ ἐπαισχυνθήσονται ἐπὶ τοῖς
κήποις αὐτῶν, ἃ ἐπεθύμησαν.
Ησ. 1,29 Ετσι θα κατεντροπιασθούν και θα εξευτελισθούν,
διότι επίστευσαν εις τα είδωλα, τα οποία αυτοί ηθέλησαν αντί του αληθινού Θεού.
Θα κατεντροπιασθούν δια τα ειδωλολατρικά άλση της αμαρτίας, εις τα οποία
ηυχαριστείτο και επιθυμούσε η ψυχή των.
Ησ. 1,30 ἔσονται γὰρ
ὡς τερέβινθος ἀποβεβληκυῖα τὰ φύλλα καὶ ὡς
παράδεισος ὕδωρ μὴ ἔχων·
Ησ. 1,30 Θα γίνουν ωσάν το δένδρον τερέβινθος, του οποίου
έπεσαν τα φύλλα και ωσάν κήπος, ο οποίος δεν έχει πλέον νερό.
Ησ. 1,31 καὶ ἔσται
ἡ ἰσχὺς αὐτῶν ὡς καλάμη στιππύου καὶ
αἱ ἐργασίαι αὐτῶν ὡς σπινθῆρες πυρός, καὶ
κατακαυθήσονται οἱ ἄνομοι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἅμα,
καὶ οὐκ ἔσται ὁ σβέσων.
Ησ. 1,31 Ολη δε η δύναμίς των θα είναι άχρηστος πλέον και
ασήμαντος, σαν καλαμιά κοπανισμένου λιναριού, τα δε αμαρτωλά των έργα σαν
σπίθες φωτιάς επάνω εις αυτήν. Και έτσι θα κατακαούν οι άνομοι και οι αμαρτωλοί
όλοι μαζή και δεν θα υπάρχη κανείς να σβήση την πυρκαϊάν και να τους σώση.
Ευαγγέλιο:( Ματθ. στ΄1-13)
Ματθ. 6,1 Προσέχετε τὴν ἐλεημοσύνην
ὑμῶν μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων
πρὸς τὸ θεαθῆναι αὐτοῖς· εἰ δὲ
μήγε, μισθὸν οὐκ ἔχετε παρὰ τῷ πατρὶ ὑμῶν
τῷ ἐν τοῖς οὐρανοῖς.
Ματθ. 6,1 Προσέχετε να μην κάνετε την ελεημοσύνην σας εμπρός
εις τα μάτια των ανθρώπων, δια να σας ίδουν και σας θαυμάσουν και να σας
επαινέσουν· διότι έτσι δεν έχετε κανένα μισθόν από τον Πατέρα σας τον
επουράνιον.
Ματθ. 6,2 Ὅταν οὖν ποιῇς
ἐλεημοσύνην, μὴ σαλπίσῃς ἔμπροσθέν σου, ὥσπερ οἱ
ὑποκριταὶ ποιοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ
ἐν ταῖς ῥύμαις, ὅπως δοξασθῶσιν ὑπὸ τῶν
ἀνθρώπων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπέχουσι τὸν
μισθὸν αὐτῶν.
Ματθ. 6,2 Οταν λοιπόν συ κάμνης ελεημοσύνην, μη την διαλαλής
παντού διασαλπίζοντάς της, όπως κάμνουν οι υποκριταί εις τας συναγωγάς και τους
πλατείς δρόμους, δια να δοξασθούν από τους ανθρώπους. Αληθινά σας λέγω ότι
παίρνουν αυτοί ολόκληρον τον μισθόν των, (δηλαδή απολαμβάνουν ως αμοιβήν των
τον έπαινον από τους άλλους).
Ματθ. 6,3 σοῦ δὲ ποιοῦντος
ἐλεημοσύνην μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ
δεξιά σου,
Ματθ. 6,3 Συ δε, όταν κάνης ελεημοσύνην, να την προσφέρης με
τόσην μυστικότητα, ώστε το αριστερό σου χέρι να μη μάθη το καλό που κάνει το
δεξί σου.
Ματθ. 6,4 ὅπως ᾖ σου ἡ
ἐλεημοσύνη ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ
βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ
φανερῷ.
Ματθ. 6,4 Δια να μείνη έτσι η ελεημοσύνη σου μυστική και
άγνωστος· και ο Πατήρ σου, που βλέπει και τα πλέον απόκρυφα έργα, θα σου δώση
την αμοιβήν ενώπιον όλου του κόσμου.
Ματθ. 6,5 Καὶ ὅταν
προσεύχῃ, οὐκ ἔσῃ ὥσπερ οἱ ὑποκριταί,
ὅτι φιλοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν
ταῖς γωνίαις τῶν πλατειῶν ἑστῶτες προσεύχεσθαι, ὅπως
ἂν φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις· ἀμὴν λέγω ὑμῖν
ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν.
Ματθ. 6,5 Και όταν προσεύχεσαι, δεν πρέπει να μιμήσαι τους
υποκριτάς. Διότι αυτοί ευχαριστούνται και επιδιώκουν να στέκουν όρθιοι και να
προσεύχωνται εις τας συναγωγάς και εις τας γωνίας των πλατειών, εκεί δηλαδή που
είναι πολύς κόσμος, δια να επιδειχθούν. Αληθινά σας λέγω, ότι παίρνουν έτσι την
ανταμοιβήν των από τους ανθρώπους.
Ματθ. 6,6 σὺ δὲ ὅταν
προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖόν σου, καὶ
κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ
κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ
ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ.
Ματθ. 6,6 Συ όμως, όταν θέλης να προσευχηθής, προτίμα το
ιδιαίτερον δωμάτιόν σου, κλείσε την θύραν και κάμε την προσευχήν σου στον
Πατέρα σου, που είναι αόρατος και σαν κρυμμένος. Και ο Πατήρ σου, που βλέπει
και τα πλέον απόκρυφα, θα σου αποδώση εις τα φανερά την αμοιβήν σου.
Ματθ. 6,7 Προσευχόμενοι δὲ μὴ
βαττολογήσητε ὥσπερ οἱ ἐθνικοί· δοκοῦσι γὰρ ὅτι
ἐν τῇ πολυλογίᾳ αὐτῶν εἰσακουσθήσονται.
Ματθ. 6,7 Οταν δε προσεύχεσθε, μη πολυλογείτε και φλυαρείτε,
χωρίς να παρακολουθήτε και να καταλαβαίνετε αυτά που λέτε, όπως κάνουν οι
εθνικοί· διότι αυτοί φαντάζονται ότι θα εισακουσθούν με ένα τρόπον μαγικόν
χάρις εις την πολυλογίαν των.
Ματθ. 6,8 μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε
αὐτοῖς· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν
ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι
αὐτόν.
Ματθ. 6,8 Μη ομοιάσετε λοιπόν με αυτούς· διότι ο Πατήρ σας
γνωρίζει από ποιά πράγματα έχετε ανάγκην, πριν του τα ζητήσετε.
Ματθ. 6,9 οὕτως οὖν
προσεύχεσθε ὑμεῖς· Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς
οὐρανοῖς· ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου·
Ματθ. 6,9 Σεις λοιπόν έτσι να προσεύχεσθε· Πατερ ημών, που
είσαι πανταχού παρών, αλλά εξαιρετικά στους ουρανούς κάνεις αισθητήν την
παρουσίαν σου, ας αναγνωρισθή η αγιότης σου και ας δοξασθή και ας λατρευθή
άξίως το όνομά σου απ' όλα τα λογικά όντα του ουρανού και της γης.
Ματθ. 6,10 ἐλθέτω ἡ
βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ,
καὶ ἐπὶ τῆς γῆς·
Ματθ. 6,10 Ας έλθη η βασιλεία σου εις τας καρδίας όλων των
ανθρώπων, ώστε όλοι να υποτάσσωνται με προθυμίαν και με αφοσίωσιν εις σε. Δώσε
να εκτελήται το θέλημά σου και εις την γην από τους ανθρώπους, με όσην
προθυμίαν και ακρίβειαν εκτελείται τούτο στον ουρανόν από τους αγγέλους και
αγίους.
Ματθ. 6,11 τὸν ἄρτον ἡμῶν
τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον·
Ματθ. 6,11 Δώσε μας σήμερα τον άρτον τον καθημερινόν και
απαραίτητον δια την συντήρησίν μας.
Ματθ. 6,12 καὶ ἄφες ἡμῖν
τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς
ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν·
Ματθ. 6,12 Και συγχώρησε τα βαρύτατα χρέη μας, δηλαδή τας
αναριθμήτους αμαρτίας μας, όπως και ημείς συγχωρούμεν εκείνους, οι οποίοι είναι
οφειλέται απέναντί μας εξ αιτίας των αδικημάτων που μας έκαμαν.
Ματθ. 6,13 καὶ μὴ εἰσενέγκῃς
ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς
ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ
βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς
αἰῶνας· ἀμήν.
Ματθ. 6,13 Και μη επιτρέψεις να περιπέσωμεν εις πειρασμόν, αλλά
γλύτωσέ μας από τον πονηρόν. Ζητούμεν δε αυτά από Σε, διότι ιδική σου είναι η
βασιλεία και η δύναμις και η δόξα στους ατελείωτους αιώνας. Αμήν.