Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

Ἀγώνας Πνευματικός, πίστη, μετάνοια καί προσευχή μέχρι τέλους γιά τή σωτηρία.




«Εκείνος που ζητά και χτυπά την θύρα και αιτεί μέχρι τέλους (Ματθ. 7, 8), σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου», διδάσκει ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Μέγας στή Φιλοκαλία, «επιτυγχάνει τα αιτήματά του. Μόνο ας έχει θάρρος να ζητά αδιάλειπτα με το νου και με το στόμα, και να επιμένει ανένδοτα στη σωματική λατρεία του Θεού, χωρίς να περιπλέκεται στα κοσμικά πράγματα, ούτε να ευχαριστείται με τα πάθη της κακίας.
Γιατί είναι αψευδής Εκείνος που είπε: «Κάθε τι που θα μου ζητήσετε στην προσευχή με πίστη, θα το λάβετε»(Ματθ. 21, 22). Εκείνοι τώρα που λένε ότι και αν κάνει κανείς όλα τα διαταγμένα, αλλά δε λάβει τη θεία χάρη σ' αυτόν τον κόσμο, δεν ωφελήθηκε τίποτε, νομίζουν και λένε εσφαλμένα και ασύμφωνα με τις θείες Γραφές.

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2014

Εἶναι κατορθωτή ἡ τελειότητα; Τί παθαίνουν ὅσοι λέγουν ὅτι δέν εἶναι.

Α) Εἶναι κατορθωτή ἡ τελειότητα;

Πολλοί λένε: «Τί, τέλειοι θά γίνουμε; Ποιός μπορεῖ νά εἶναι τέλειος;». Λέγοντας αὐτά παραιτοῦνται ἀπό κάθε προσπάθεια καί πνευματικό ἀγῶνα. Ὅμως ὁ Ἅγιος Μακάριος προσκομίζοντας ἀποδείξεις ἀπό τήν Ἁγία Γραφή μᾶς πείθει ὅτι ὄντως εἶναι κατορθωτή ἡ τελειότητα καί μάλιστα ἀπό ὅλους μας. Νά πῶς μᾶς διδάσκει:

«Σ' εκείνους που λένε ότι είναι αδύνατο να φτάσομε την τελειότητα και να απαλλαγούμε ολότελα από τα πάθη, ή και να επιτύχομε τη μετοχή και πλήρωση του αγαθού Πνεύματος, είναι ανάγκη να φέρομε μαρτυρία από τις θείες Γραφές και να δείξομε ότι δεν ξέρουν καλά και ότι δε λένε το σωστό και την αλήθεια.
Έτσι, ο Κύριος λέει: «Να γίνεστε τέλειοι, όπως ο ουράνιος Πατέρας σας είναι τέλειος»(Ματθ. 5, 48), και: «Θέλω όπου είμαι εγώ, να είναι κι εκείνοι μαζί μου, για να θεωρούν τη δόξα μου»(Ιω. 17, 24). Αυτά είναι λόγια Εκείνου που είπε: «Ο ουρανός και η γη θα πάψουν να υπάρχουν, οι λόγοι μου όμως ποτέ δε θα πάψουν να ισχύουν»(Ματθ. 24, 35).
Ίδιο νόημα έχουν και τα λόγια του Αποστόλου: «Για να παρουσιάσομε κάθε άνθρωπο τέλειο, σύμφωνα με το πρότυπο του Χριστού»(Κολ. 1, 28), και: «Ώσπου να καταλήξομε όλοι στην ενότητα που δίνει η πίστη και η επίγνωση του Υιού του Θεού, να γίνομε ώριμοι και να φτάσομε την τελειότητα που μέτρο της είναι ο Χριστός»(Εφ. 4, 13).

Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου - Ἡ ἕνωσή μας μέ τόν Θεό


Ὁ Θεὸς εἶναι φῶς, καὶ δίνει τὴ λαμπρότητά Του σ΄ ἐκείνους πού καθαρίζουν τὴ σβησμένη λαμπάδα τῆς ψυχῆς τους κι’ ἑνώνονται μὲ τὸ «Θεῖον πῦρ».

Θαῦμα παράδοξο! Ὁ ἄνθρωπος νὰ ἑνώνεται μὲ τὸν Θεό ὄχι μόνο πνευματικά, ἀλλά καὶ σωματικά. Ἄνθρωπος καὶ Θεὸς νὰ γίνονται ἕνα, ὅπως ἕνα εἶναι καὶ τὸ ζωντανὸ ἀνθρώπινο σῶμα μὲ τὴν ψυχή. Μὲ τὴν ἕνωση αὐτή ὁ ἄνθρωπος γίνεται «κατὰ χάριν Θεός», ὅπως λέει ὁ ψαλμωδὸς Δαβίδ: «Ἐγώ εἶπα, θεοὶ ἐστε καὶ υἱοί Ὑψίστου πάντες». Ὁ Χριστὸς βεβαίωσε: «Ὁ μένων ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν αὐτῷ, οὗτος φέρει καρπὸν πολύν. Ἐὰν μή τις μείνῃ ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ κλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὸν καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι. Μείνατε ἐν ἐμοί, κἀγὼ ἐν ὑμῖν». Πῶς ὅμως μένουμε ἐμεῖς στὸν Χριστὸ κι’ Αὐτός σέ μᾶς; Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴν ἔδωσε ὁ Ἴδιος, ὅταν, λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ πάθος Του, προσευχήθηκε στὸν Πατέρα: «Σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοί ἐν ἡμῖν ὦσιν…κἀγώ τὴν δόξαν ἥν δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς ἓν ἐσμέν, ἐγώ ἐν αὐτοῖς καί σύ ἐν ἐμοί, ἵνα ὦσιν τετελειωμένοι εἰς ἕν…». Ἀλλά καί στούς μαθητές Του μέ σαφήνεια εἶπε: «Πιστεύετέ μοι ὅτι ἐγώ ἐν τῷ πατρί καί ὁ πατήρ ἐν ἐμοί … ἐγώ ἐν τῷ πατρί μου καί ὑμεῖς ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν ὑμῖν». Ἐναργέστατα εἶναι τὰ θεϊκὰ κι’ ἀλάθητα λόγια τοῦ Κυρίου.

Παπα-Γιάννης Καλαΐδης. Ὁ ἔγγαμος ἱερέας πού θαυματουργεῖ μετά τήν κοίμησή του

Ο ΠΑΠΑ ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΛΑΙΔΗΣ ΠΟΥ ΥΠΗΡΕΤΗΣΕ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ "ΡΑΦΑΗΛ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΣ" ΣΤΟ ΝΕΟΧΩΡΙ ΣΕΡΡΩΝ, ΕΚΟΙΜΗΘΗ ΣΤΙΣ 4-8-2009.
ΑΝ ΚΑΙ ΕΝ ΖΩΗ Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΗΤΑΝ ΓΕΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΟΠΩΣ ΟΙ ΣΥΧΝΕΣ "ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ" ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΡΑΦΑΗΛ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ,ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΟΥ Ο ΙΔΙΟΣ ΠΙΑ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΕΙ.
ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΖΟΥΜΕ Η ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΝΑ ΠΡΕΣΒΕΥΕΙ ΣΤΟΝ ΥΨΙΣΤΟ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΜΑΣ.

Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΠΑΠΑ-ΓΙΑΝΝΗ

Ὅποιος ἀγαπάει τόν Θεό, δέν εἶναι δυνατό νά μήν ἀγαπήσει καί κάθε ἄνθρωπο!



Όποιος αγαπάει το Θεό, δεν είναι δυνατό να μην αγαπήσει και κάθε άνθρωπο σαν τον εαυτό του. Και όσους ακόμα είναι υπόδουλοι στα πάθη τους, κι αυτούς τους αγαπάει σαν τον εαυτό του, και χαίρεται με αμέτρητη και ανείπωτη χαρά, όταν τους βλέπει να διορθώνονται.
«Όποιος με αγαπάει», λέει ο Κύριος, «θα τηρήσει τις εντολές μου» (Ιω. 14, 23). «Και η δική μου εντολή είναι να αγαπάτε ο ένας τον άλλο» (Ιω. 15,12).
Εκείνος λοιπόν που δεν αγαπάει τον πλησίον του, αθετεί την εντολή του Κυρίου. Και όποιος αθετεί την εντολή του Κυρίου, ούτε τον Κύριο είναι δυνατό ν' αγαπήσει.

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Όποιος κατακρίνει τους άλλους, πέφτει στα ίδια σφάλματα


1φασασ4 - 1
- Γέροντα, πώς συμβαίνει, όταν κατακρίνω μια αδελφή για κάποιο σφάλμα της, σε λίγο να κάνω κι εγώ το ίδιο σφάλμα;- Αν κατακρίνει κανείς τον άλλον για ένα σφάλμα του και δεν καταλάβει την πτώση του, ώστε να μετανοήσει, συνήθως πέφτει στο ίδιο σφάλμα, για να το καταλάβει. Ο Θεός δηλαδή από αγάπη επιτρέπει ο άνθρωπος να αντιγράφει την κατάσταση αυτού τον οποίο κατέκρινε.
Αν πεις λ.χ. ότι κάποιος είναι πλεονέκτης και δεν καταλάβεις ότι κατέκρινες, ο Θεός παίρνει τη Χάρη του και επιτρέπει να πέσεις κι εσύ στη πλεονεξία. Αρχίζεις τότε να μαζεύεις. Μέχρι να καταλάβεις τη πτώση σου και να ζητήσεις συγχώρεση από τον Θεό, θα λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι.
Για να σε βοηθήσω, θα σου πω κάτι από τον εαυτό μου. Όταν ήμουν στην Ιερά Μονή Στομίου, έμαθα για μια συμμαθήτριά μου από το Δημοτικό ότι είχε παραστρατήσει και έκανε ζημιά κάτω στην Κόνιτσα. Προσευχόμουν λοιπόν να τη φωτίσει ο Θεός να ανέβει στο μοναστήρι, για να της μιλήσω. Είχα ξεχωρίσει και μερικά κομμάτια περί μετανοίας από την Αγία Γραφή και από Πατερικά. Μια μέρα λοιπόν ήρθε με δύο άλλες γυναίκες. Μιλήσαμε και έδειξε ότι κατάλαβε. Στη συνέχεια ερχόταν συχνά με το παιδί της και έφερνε κεριά, λάδι, λιβάνι για τον ναό. Μια φορά κάποιοι γνωστοί προσκυνητές από τη Κόνιτσα μου λένε: «Πάτερ, αυτή η γυναίκα υποκρίνεται. Εδώ φέρνει κεριά κα λιβάνι και κάτω συνεχίζει με τους αξιωματικούς».
Όταν ξαναήρθε, τη βρήκα στην εκκλησία να ασπάζεται τις εικόνες, και της έβαλα τις φωνές: «Φύγε από ‘δώ, της είπα, έχεις βρωμίσει όλη την περιοχή!…». Η καημένη έφυγε κλαίγοντας. Δεν πέρασε πολύ ώρα και αισθάνθηκα μεγάλο σαρκικό πόλεμο. «Τι είναι αυτό; λέω. Ποτέ μου δεν είχα τέτοιον πειρασμό. Τι συμβαίνει;». Δεν μπορούσα να βρω την αιτία. Κάνω προσευχή, τα ίδια.
Οπότε παίρνω τον ανήφορο για την Γκαμήλα.«Καλύτερα να με φάνε οι αρκούδες», είπα. Προχώρησα αρκετά μέσα στο βουνό. Ο πειρασμός δεν υποχωρούσε. Βγάζω τότε ένα τσεκουράκι που είχα κρεμασμένο στη μέση μου και δίνω τρεις τσεκουριές στο πόδι μου, μήπως και με τον πόνο φύγει ο πειρασμός. Το παπούτσι γέμισε αίμα, αλλά τίποτε.
Σε μια στιγμή ήρθε στο νου μου εκείνη η γυναίκα και τα λόγια που της είχα πει. «Θεέ μου , είπα τότε, εγώ για λίγο έζησα αυτή την κόλαση και δεν μπορώ να την αντέξω, κι αυτή η ταλαίπωρη που ζει συνέχεια αυτήν την κόλαση!… Συγχώρεσέ με που την κατέκρινα». Αμέσως ένοιωσα μια δροσιά θεϊκή και εξαφανίσθηκε ο πόλεμος. Βλέπεις τι κάνει η κατάκριση;
Βιβλίο: Πάθη και Αρετές -Γέροντος Παϊσιου Αγιορείτου
Πηγή: plus.google.com 
/http://www.diakonima.gr

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Ἡ μοναχή Μόνικα, ὁ πνευματικός τῆς Καλύμνου



Έφερε πάντα πολύτιμο περιδέραιο την διάκριση, την σιωπή και το ακατάκριτο. Διαμάντια πιο λαμπερά και από τον φωστήρα της ημέρας. Την γνώρισα στα μέσα του ’50. Ερχότανε στην Πάτμο στον γέροντα Αμφιλόχιο όσο το γήρας της το επέτρεπε και γιόρταζε κοντά του το Πάσχα το καινό. Τα χρόνια εκείνα ήταν ο Ευαγγελισμός η πόλις Ιερουσαλήμ. Εκεί ανέβαιναν αι φυλαί, φυλαί Κυρίου να γιορτάσουν Πάσχα Κυρίου. Ήταν υψίκορμη και λιπόσαρκη σαν  δούγα παλαιού ξύλινου βαρελιού. ‘Όταν κάποτε νοσηλεύθηκε σε θεραπευτήριο των Αθηνών, οι φοιτητές ρώτησαν τον γιο της, καθηγητή της Παιδιατρικής :

-         Η μητέρα σας δεν έφαγε ποτέ μια μπριζόλα;

Ερχότανε στον ναό της Βαγγελίστρας μαζί με την αδελφή που άναπτε τις κανδήλες. Καθότανε στο στασίδι, με το μακροφούστανο και το μαντήλι μέχρι την μύτη, τόσο ήσυχα, που δεν έδειχνε μέσα στο μισοσκόταδο πως υπάρχει παρουσία ζωντανού ανθρώπου. Ήταν σαν κάποια αδελφή να κρέμασε το ράσο της στο θρονί. Είτε έμπαιναν είτε έβγαιναν από την εκκλησία, ούτε σήκωνε το κεφάλι  ούτε το έστρεφε. Ρώτησα:
-         Αυτή η γριά δεν βλέπει, δεν ακούει;

-         Και βλέπει και ακούει, αλλά συνεχώς προσεύχεται.

Μου θύμιζε την μάννα του Σαμουήλ , όταν πήγαινε στο  ναό να προσευχηθή και ο γιος του ιερέα Ηλεί την πρόσεξε και είπε στον πατέρα του: «Μια γυναίκα ίσταται στον ναό και μαίνεται».

Καθόμουνα απέναντί της .Η μόνη κίνηση που έκανε ήταν να σκουπίζη τα δάκρυά της, τα ασίγητα και αθόρυβα, με το άσπρο της μαντήλι. Περισσότερο έστρεφα την προσοχή μου στην γερόντισσα Μόνικα παρά στο τέμπλο της εκκλησιάς.

Όταν απαντούσε στις ερωτήσεις του Γέροντα, μιλούσε τόσο στοχαστικά, σαν να έβγαινε η φωνή της μέσα από τους παλαιούς αιώνες. Αν ήταν άνδρας, θα μου θύμιζε τον παλαιό των ημερών. Ο λόγος της ήταν τόσο μετρημένος σαν ρήση ευαγγελική.

Εκεί όμως που εγνώρισα τον άνθρωπο αυτόν πρόσωπο με πρόσωπο ήταν στο τέλος της δεκαετίας του ’60. Τότε έζησα από κοντά τον άνθρωπο των δακρύων και της καρδιακής προσευχής και έμαθα την ιστορία της ζωής της.

Ο σύζυγός της Γεράσιμος Ζερβός ήταν πάντα «ο πατέρας» και για την σύζυγο και για τα παιδιά. Οσάκις έλεγε «ο πατέρας μας» , αρκετό καιρό υπελάμβανα την πατέρα της, αλλ’ αργότερα εννόησα ότι επρόκειτο περί του συζύγου. Εργαζόταν στις Ινδίες, στις αγγλικές επιχειρήσεις εξορύξεως πολύτιμων μετάλλων. Σε μία από τις επισκέψεις του στον οίκο του πατρός του εγνώρισε την Άννα και ηράσθη του αληθινού κάλλους της ψυχής της. Την ζήτησε εις γάμου κοινωνίαν . Έπασχε όμως από μυοκαρδίτιδα. Του λέει:

-         Δεν μπορώ να σταθώ όρθια. Πώς θα γίνη ο γάμος;

Και υπανδρεύθη καθιστή. Τον ακολούθησε στην Ινδία και έφερε στον κόσμο πέντε παιδιά. Έπειτα από λίγα χρόνια εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα , ίσως για τις σπουδές των παιδιών. Τα δύο, την Φανή και τον Τζον, τα έχασε εφήβους από κάποια λιμώδη νόσο της εποχής εκείνης. Ο Τζον έγινε ουρανοβάμων προτού γίνη άνδρας. Δεκαέξι ετών ήταν ψάλτης αριστερός στον Άγιο Γεώργιο Καρύτση. Υπέμεινε την αρρώστια με μαρτυρική υπομονή. Τα τελευταία λόγια του στην αγία μάννα του ήταν:

-         Θα λυπηθώ πολύ, όταν φορέσης μαύρα και κλάψης. Εγώ είδα τον Χριστό και μου είπε: «Έρχου γρήγορα∙ σε περιμένω».

Εκεί στην Αθήνα η κυρία Άννα εδέχετο όλη την ημέρα όχι μόνον πονεμένους, αλλά και κληρικούς. Έτσι γνωρίστηκε με τον πατέρα Σάββα και τον βοήθησε , μαζί με τον σύζυγό της, να εγκατασταθή στο νησί και σήμερα είναι ο προστάτης της Καλύμνου και των κήπων του ανατολικού Αιγαίου το εγκαλλώπισμα. Ο προϊστάμενος της Ζωής πατήρ Σεραφείμ Παπακώστας ήταν από τους πιο τακτικούς επισκέπτες. Ο γιος της ο παιδίατρος της έλεγε:

-         Μάννα ,  εσύ έχεις περισσότερους επισκέπτες από μένα.

Κάτω από το προσκέφαλό της είχε τρία βιβλία: τον Ιωάννη της Κλίμακος, τον Νείλο τον Σιναΐτη και τον αββά Ισαάκ. Αυτούς μελετούσε μέρα και νύχτα. Προτιμούσε την ανάγνωση από το κείμενο.

-         Καλύτερα – έλεγε- να διαβάσω μια σελίδα κείμενο παρά δέκα ερμηνεία. Στο κείμενο βρίσκεται το πνεύμα του Πατρός. Στην ερμηνεία έχει εξατμισθή το πνεύμα του και επικρατεί του ερμηνευτού.

Στους προσερχομένους πάντα απαντούσε από τους Πατέρες : «Αυτό μας λέγει ο αββάς Ισαάκ Ιωάννης, αυτό ο Νείλος και αυτό ο Ισαάκ». Ποτέ δεν έκλωθε δικά της λόγια. Έτσι, κανένας δεν αντέλεγε στις νουθεσίες της. Όλοι ευχαριστημένοι έφευγαν από την εξαγόρευση και την πατερική νουθεσία.

Είχε φοβερή υπομονή να ακροάζεται τους πειρασμούς , τον πόνο και την θλίψη των άλλων. Η νύφη της ερχόταν κάθε πρωί και μιλούσε επιθετικά εις βάρος του γιού της. Έπειτα από δίωρη ακρόαση αναπάντητη , της έλεγε:

-         Πήγαινε τώρα να ετοιμάσης φαγητό, γιατί τα παιδιά θα επιστρέψουν από το σχολείο.

-         Δεν στενοχωριέστε για όσα λέγει;

-         Καθόλου. Μόνον για την ψυχή της θλίβομαι.

Είχε τόση διάκριση, που ακουμπούσε στις ψυχές αυτό που μπορούσαν να βαστάξουν. Κανένας δεν έφευγε ούτε βαρυφορτωμένος ούτε ξεφόρτωτος. Το στόμα της ήτανε χρυσό. Ούτε αστεϊσμούς ούτε σαπρούς λόγους έλεγε ούτε κατάκριση εξήρχετο. Αυτά είναι τα στόματα των Αγίων.

Στην προσευχή – όπως μου ωμολόγησε η θεία μου μοναχή Θεοκτίστη και όπως και εγώ είδα και μαρτυρώ- συνεχώς έτρεχαν τα μάτια της αστείρευτη πηγή.

-         Πού , Γρηγόριέ μου –μου έλεγε η θεία μου μοναχή –βρίσκονταν τόσα δάκρυα; Εσπερινό κάναμε; Απόδειπνο διαβάζαμε; Όρθρο ψάλλαμε; Ώρες λέγαμε; Οι βρύσες των ομματιών της έτρεχαν.

Στην νοερά προσευχή η στάση της ήταν ουράνια. Μοναχός Πάτμιος, Αντίπας το όνομα, της είχε προσφέρει το επίτομο βιβλίο της Φιλοκαλίας των αγίων Πατέρων, το οποίο μελέτησε πολύ καλά.

Αλλά και ο Γεράσιμος καθόλου δεν υστερούσε στα πνευματικά της «μητέρας»- συζύγου του. Φαίνεται από πολύ νωρίς είχε συναναστραφή με πνευματικούς άνδρες. Είχε πολλά ωφεληθή και πολλά σπουδάσει. Αυτός πρέπει να βοήθησε την Άννα να προαχθή στα πνευματικά γυμνάσματα. Στον οίκο του στην Κάλυμνο είχε δωμάτιο με τους τέσσερις τοίχους γεμάτους βιβλία. Το δωμάτιο αυτό το έλεγαν «παπαδικό». Στους επισκέπτες έλεγε:

-         Περάστε να σας δείξω τα χόμπι της ζωής μου. Από ΄δω είναι τα «τσιγάρα» μου. Από ‘κει τα «ποτά» μου. Και πιο  ‘κει τα «γλυκά» μου.

Κάθε βράδυ περιήρχετο το λιμάνι μήπως βρη κάποιον άστεγο επισκέπτη του νησιού να φιλοξενήση στο σπίτι του. Αν επέστρεφε με επισκέπτη, έλεγε στην Άννα:

-         Έφερα τον Χριστό.

Αν δεν λάχαινε  κανένας άστεγος, γύριζε λυπημένος.

-         Χάσαμε , μητέρα, σήμερα.

Στο τέλος του προσεβλήθη από την νόσο του καρκίνου. Δάγκωνε τα σίδερα του κρεβατιού να μη φανή ο πόνος του ούτε στους ανθρώπους ούτε στους Αγγέλους.

Η σύζυγός του, μετά την χηρεία, εκάρη ,μοναχή από τον γέροντα Αμφιλόχιο με το όνομα Μόνικα. Της ζήτησα κάποτε το βιβλίο του αββά Νείλου. Μου είπε:

-         Μετά την κοίμησή μου να είναι δικό σου. Τώρα όμως δεν μπορώ να το αποχωριστώ, γιατί ό όσιος Νείλος με τέρπει. Ο Σιναΐτης με οικοδομεί και όλα τα λαμπικάρει στην καρδιά μου ο Ισαάκ ο Σύρος.

Εκοιμήθη ενενήντα ετών η καρδιοπαθής και αδύνατη σαν την καλαμιά του ξηροπόταμου.

Αυτά έζησα και ενθυμούμαι και τα καταθέτω. Ξεύρω ότι είναι φτωχά και λίγα. Ας έχω την συμπάθειά της και τις πρεσβείες της μαζί μου.



Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»

Ιερά Μονή Δοχειαρίου , Άγιον Όρος
Γραφικές Τέχνες – Εκδόσεις: «Το Παλίμψηστον»
 http://eisdoxantheou-gk.blogspot.gr/2014/07/blog-post_21.html

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

Εάν επιμείνεις, μετά από την καταιγίδα θα έρθει η γαλήνη - π. Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

Όταν, αγαπητέ μου, η χριστιανική σου ζωή αρχίζει να γίνεται δύσκολη και να σου φαίνεται ασήκωτος σταυρός, εκεί στάσου ακλόνητος, γίνε μάρτυρας. Πες στον εαυτό σου «στώμεν καλώς»∙ στάσου ακλόνητος. Πες, όπως ο προφήτης, «ιδού εγώ, Κύριε, στέκομαι εδώ να εκτελέσω το θέλημά σου»∙ ή όπως η Παναγία, «ιδού η δούλη Κυρίου∙ γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου». Εάν επιμείνεις, μετά από την καταιγίδα θα έρθει η γαλήνη, θα ξαναγίνει γιορτινή η ζωή σου. Θα έχεις τώρα επιπλέον και την πείρα του πνευματικού αγώνος, θα έχεις εμπειρία. Μετά από την δοκιμασία αυτή, μετά από το σήκωμα του σταυρού σου, θα ανάψουν πια μέσα σου οι φλόγες του θείου έρωτος∙ θα αποκτήσεις την ωραιότερη, την δυνατότερη, την αγνότερη, την αγγελικότερη αγάπη, την αγάπη του Θεού.
Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

http://anastasiosk.blogspot.gr

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Γέροντας Παϊσιος: "Η Παναγία απαντά αμέσως στην προσευχή μας"

– Γέροντα, γιατί η Παναγία άλλοτε µου δίνει αµέσως αυτό που της ζητώ και άλλοτε όχι;


– Η Παναγία, όποτε έχουµε ανάγκη, απαντά αµέσως στην προσευχή µας• όποτε δεν έχουµε, µας αφήνει, για να αποκτήσουµε λίγη παλληκαριά. Όταν ήµουν στην Μονή Φιλοθέου, µια φορά, αµέσως µετά την αγρυπνία της Παναγίας µε έστειλε ένας Προιστάµενος να πάω ένα γραµµα στην Μονή Ιβήρων. Ύστερα έπρεπε να πάω κάτω στον αρσανά της µονής και να περιµένω ένα γεροντάκι που θα ερχόταν µε το καραβάκι, για να το συνοδεύσω στο µοναστήρι µας – απόσταση µιαµιση ώρα µε τα πόδια.
Ήµουν από νηστεία και από αγρυπνία. Τότε την νηστεία του Δεκαπενταυγούστου την χώριζα στα δύο• µέχρι της Μεταµορφώσεως δεν έτρωγα τίποτε, την ηµέρα της Μεταµορφώσεως έτρωγα, και µετά µέχρι της Παναγίας πάλι δεν έτρωγα τίποτε.
Έφυγα λοιπόν αµέσως µετά την αγρυπνία και ούτε σκέφθηκα να πάρω µαζί µου λίγο παξιµάδι. Έφθασα στην Μονή Ιβήρων, έδωσα το γραµµα και κατέβηκα στον αρσανά, για να περιµένω το καραβάκι. Θα ερχόταν κατά τις τέσσερις το απόγευµα, αλλά αργούσε να έρθη.
Άρχισα εν τω µεταξύ να ζαλίζωµαι. Πιό πέρα είχε µια στοίβα από κορµούς δένδρων, σαν τηλεγραφόξυλα, και είπα µε τον λογισµο µου: «Ας πάω να καθήσω εκεί που είναι λίγο απόµερα, για να µη µε δη κανείς και αρχίση να µε ρωτάη τι έπαθα». Όταν κάθησα, µου πέρασε ο λογισµος να κάνω κοµποσχοίνι στην Παναγία να µου οικονοµήση κάτι.

Αλλά αµέσως αντέδρασα στον λογισµο και είπα: «Ταλαίπωρε, για τέτοια τιποτένια πραγµατα θα ενοχλής την Παναγία;». Τότε βλέπω µπροστά µου έναν Μοναχό. Κρατούσε ένα στρογγυλό ψωµι, δύο σύκα και ένα µεγάλο τσαµπι σταφύλι. «Πάρε αυτά, µου είπε, εις δόξαν της Κυρίας Θεοτόκου», και χάθηκε. Ε, τότε διαλύθηκα• µε έπιασαν τα κλαµατα, ούτε ήθελα να φάω πιά … Πα, πα! Τι Μάνα είναι Αυτή! Να φροντίζη και για τις µικρότερες λεπτοµέρειες! Ξέρεις τι θα πη αυτό!

Πηγή: http://panagiaalexiotissa.blogspot.com

Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2014

Αξίζει να περιμένεις – Γέροντας Νεκτάριος Βιτάλης

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΒΙΤΑΛΗΣ
Αξίζει για μερικά πράγματα να περιμένεις.
Είναι ανάγκη να περιμένεις.
Εργάζεται ο Θεός.
Μόνο που έχει τους δικούς του ρυθμούς.
Ο Θεός εργάζεται πολύ υπομονετικά.
Κι η φύση το ίδιο κάνει.
Ένα λουλουδάκι θ’ ανθίσει όταν έρθει η ώρα του.
Όλα αυτά αλλάζουν, αλλά σε πολύ διαφορετικούς ρυθμούς απ’ αυτούς που μας έχει συνηθίσει η τρελή κοινωνία μας. Αυτό το τρέξιμο, αυτός ο πανικός η ταραχή που μας κάνει όλους τόσο πολύ βιαστικούς, αφήνουν τον Θεό αμέτοχο. Ο Θεός δεν μπαίνει σ’ αυτούς τους τρελούς ρυθμούς μας. Κινείται στους ρυθμούς της δικής του αγάπης και της δικής του υπομονής.
Γέροντας Νεκτάριος Βιτάλης

 Πηγή: theologosgr.blogspot.gr-  hellas-orthodoxy.blogspot.gr 
 http://www.diakonima.gr

Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2014

Σχέσις Γέροντος και υποτακτικού

Η επιβίωσις ενός μοναστηριού στηρίζεται κυρίως στην αληθινή σχέσι υποτακτικού και Γέροντος. Πολλές φορές χαιρόμαστε το οικογενειακό πνεύμα της αδελφότητάς μας, την αγάπη μας, την ελευθερία μας, τον Θεόν μας, την λατρεία μας, αλλά μας διαφεύγουν μερικά απλά στοιχεία της πνευματικής ζωής τα οποία κρύβουν όλο το βάθος.
Το πρώτο που χρειάζεται εν προκειμένω είναι η γνώσις του φρονήματος του Γέροντος, η οποία απαιτεί διεισδυτικότητα εκ μέρους του υποτακτικού και πλήρη εγκατάλειψι του εαυτού του. Δεν είναι δυνατόν να καταλάβη ο υιός τον πατέρα, όταν νομίζη ότι τον γνωρίζει, όταν ο ίδιος είναι ζωντανός, όταν κινήται κατά την νοοτροπία και την ιδεολογία του. Ο υποτα¬κτικός πρέπει να παραλάβη το φρόνημα του Γέροντος και να το κράτηση στην ψυχή του σαν μια παρακαταθήκη· και, αν χρειασθή, να το μεταδώση. Χωρίς αυτό το φρόνημα δεν υπάρχει καμία δύναμις, κανένας σπόρος στην οικογένεια.
Το φρόνημα κάθε Γέροντος είναι διαφορετικό· είναι αφ’ ενός μεν καρπός του αγώνος του, αφ’ ετέρου δε μέρισμα της χάριτος του Θεού, κάτι που το προετοίμασε, το προευτρέπισε και το δώρισε ο ίδιος ο Θεός στην σκέψι, στην καρδιά, στην ύπαρξι του Γέροντος, και επομένως ο υποτακτικός μπορεί να γίνη ό,τι είναι το φρόνημα του Γέροντος. Εάν το φρόνημα του Γέροντος είναι ταπεινό, ο υποτακτικός μπορεί να ανεβή σε υψηλότερο επίπεδο, αλλά αυτό απαιτεί ιδιαίτερη κλήσι του Θεού. Πάντως το έργο του υποτακτικού είναι να παραλάβη το φρόνημα του Γέροντος. Ο μοναχισμός είναι μία παράδοσις και μία παράληψις. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχη ούτε αφομοίωσις του Θεού, ούτε συνεργασία, ούτε συνοχή στην μοναστική οικογένεια, εάν δεν υπάρχη ένα φρόνημα. Για να μπορέσωμε να ζήσωμε και να επιζήσωμε, πρέπει να πάψωμε ο καθένας να εχωμε τις ιδεολογίες μας.
Ο κάθε άνθρωπος ζη με την ιδεολογία του, με τον εαυτό του, με το περιεχόμενο της ψυχής και του νου του. Σε αυτό αρέσκεται, με αυτό καλοπιάνεται, με αυτό θωπεύει τον εαυτό του, με αυτό προσπαθεί να ανεβή επάνω στον ουρανό. Αλλά η ιδεολογία ενός άνθρωπου είναι ακριβώς το αντίθετο του θελήματος του Θεού· είναι ένα είδωλο που τον απομονώνει και του χαρίζει τελικώς απόλυτη μοναξιά, διότι τον χωρίζει και από τον ίδιον τον Θεόν, όπως τον έχει χωρίσει από τον Γέροντά του και από όλη την αδελφότητα.
Είναι δυνατόν λοιπόν μια αδελφότητα να είναι αγαπημένη, να έχη υπέροχη συνεργασία, εφ’ όσον ζη ο Γέροντας. Φεύγει ο Γέροντας από την ζωή, και η αδελφότητα διαλύεται, διότι δύο από τους τριακόσιους μοναχούς δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε κάτι, επανέρχεται ο καθένας στον δικό του τρόπο σκέψεως. Μέσα μας είναι η πέμπτη φάλαγγα, το εγώ μας, ο ίδιος ο διάβολος, ο οποίος μας εξαπατά όπως εξαπάτησε τους πρωτοπλάστους.
Ο όφις εξαπάτησε την Εύα όχι με το να της πη κάποιο χονδροειδές ψέμα ή να την παρασύρη σε κάποια συγκεκριμένη αμαρτία, αλλά με το να της κάνη ιδεολογία τον λόγο του Θεού. Ο Θεός της είχε πει ότι θα γίνη θεός, καλλιεργώντας τον κήπο, ζώντας μαζί με τον Αδάμ την παραδείσια ζωή, απέχοντας από το δένδρο της γνώσεως. Τότε την πλησίασε ο σατανάς και της είπε: Γιατί χάνεις τον χρόνο σου καλλιεργώντας τον κήπο; Γιατί περιπλανάσαι; Εάν φας τον καρπό του δένδρου της γνώσεως, αμέσως θα γίνης θεός. Η Εύα τον άκουσε και έτσι απομακρύνθηκε από την παράδοσι την οποία ελαβε, εν συνεχεία δε και ο Αδάμ, και τους συνείχε πλέον η σκέψις της θεώσεως. Η σκέψις της θεώσεως τους οδήγησε στην απομάκρυνσι από τον Θεόν, στην απώλεια του Θεού. Ο σατανάς κατάφερε και τους έβαλε μέσα τους μία καταπληκτική, θεία, θα λέγαμε, σκέψι, να γίνουν γρήγορα θεοί. Οι πρωτόπλαστοι αστόχησαν, και χρειάσθηκε να χύση το αίμα του ένας Θεός, για να τους επαναφέρη στο ρυάκι που εκείνος είχε ανοίξει γι’ αυτούς.
Λόγω της πτώσεως λοιπόν του ανθρώπου δεν είναι δυνατόν στην κοινωνία ενός μοναστηριού να πέσουν οι ιδεολογίες, τουτέστι τα κάστρα που χωρίζουν την ψυχή από τον Θεόν, εάν δεν υπάρχη η γνώσις και η πρόσληψις του φρονήματος του Γέροντος, δηλαδή η τελεία θυσία, εκ μέρους του υποτακτικού, κάθε αγίου και τελείου, κάθε δυνατού και ωραίου, κάθε νοητού και αισθητού, το οποίο έρχεται σε σύγκρουσι με αυτό το φρόνημα. Γι’ αυτό και ο Απόστολος λέγει, και αν ακόμη άγγελος Κυρίου, ο ίδιος ο Κύριος δηλαδή, σας πη κάτι, δεν θα το κάνετε, διότι δεν είναι δυνατόν να μπη διχασμός στην ενότητα της Εκκλησίας. Η Εκκλησία είναι σύναξις· και για μας τους μοναχούς ολόκληρη η Εκκλησία των άγιων είναι αυτή η δική μας η σύναξις. Δεν μας λείπει τίποτε, για να έχωμε όλη την Εκκλησία εδώ ανάμεσά μας.
Βεβαίως, η γνώσις του φρονήματος του Γέροντος διακρατείται μέσα στην αδελφότητα, είναι κάτι κοινό. Ο Θεός όμως δεν σώζει πλήθη ή λαούς, κυρίως σώζει ψυχές, πρόσωπα· δεν δημιουργεί χριστιανικές αδελφότητες αλλά προσωπικότητες, οι οποίες ενούμενες μαζί του αποκαλύπτουν το Άγιον Πνεύμα. Διότι το Πνεύμα το Άγιον αποκαλύπτεται στο πρόσωπο του ανθρώπου, στην ένωσί του με τον άνθρωπο. Όπως ο Χριστός ήταν Θεός και άνθρωπος αλλά η ανθρωπίνη φύσις του δεν είχε πρόσωπο, ήταν η υπόστασις του Υιού, έτσι ακριβώς και το Άγιον Πνεύμα, αποκαλυπτόμενο στην ζωή της Εκκλησίας, αποκαλύπτεται ως πρόσωπο στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου. Ο άγιος Σεραφείμ, του Σάρωφ, λόγου χάριν, είχε Πνεύμα Άγιον. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και όλοι οι άγιοι είχαν Πνεύμα Άγιον ήταν προσωπικαί αποκαλύψεις του Αγίου Πνεύματος. Αυτό δείχνει ότι έχει μεγάλη σημασία η προσωπικότης του ανθρώπου, ο άνθρωπος για τον οποίο σαρκώθηκε ο Χριστός. Ο Χριστός προσέλαβε την ανθρωπίνη φύσι για να θεώση τα πρόσωπα, και να μη μείνη κανένα έξω της θεώσεως. Τόσο πολύ αγαπάει και τον τελευταίο ληστή και την τελευταία αιμορροούσα και οποιονδήποτε άλλον.
Επομένως, η επιβίωσις μιας αδελφότητος είναι υπόθεσις επιβιώσεως των προσώπων αυτά χρειάζεται να αποκτήσουν το Άγιον Πνεύμα. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί μοναχοί σε ένα μοναστήρι, αλλά το μοναστήρι να πεθάνη μέσα σε πέντε χρόνια. Ένας όμως ή δύο άγιοι μοναχοί μπορούν να σώσουν το μονα¬στήρι και να ζήση χιλιετία και πλέον. Γι’ αυτό, για την επιβίωσι του φρονήματος του Γέροντος, χρειάζεται να εχωμε αδιάλειπτη πρόσληψι του Αγίου Πνεύματος. Η ζωή μας δηλαδή να είναι τέτοια που να γίνεται χωρητική του Αγίου Πνεύματος. Αν υπάρχη ένας που ζη με αυτή την αληθινή και ταπεινή γνώσι, που έχει απαρνηθή και έχει θάψει τον εαυτό του, μπορεί να δώση και¬νούργια ζωή στην αδελφότητα. Ειδάλλως, ο σπόρος χάνεται και το χωράφι είναι καταδικασμένο να γίνη χέρσο.
Πέραν λοιπόν της γνώσεως του φρονήματος του Γέροντος, απαιτείται και η προσωπική απόκτησις του Αγίου Πνεύματος. Η ψυχή μας είναι ένα στοιχείο δημιουργημένο· οπότε, παρ’ όλη την αιωνιότητά της, δεν παύει να είναι ένας ανθρώπινος παράγων. Δηλαδή, δεν μπορεί να έχη Θεία ζωή, αν δεν είναι ενωμένη με το Πνεύμα το Άγιον. Αυτό τελειοί τον άνθρωπο, απαρτίζει την προσωπικότητά του, τον κάνει θεόν. Η πρόσληψις του φρονήματος του Γέροντος είναι και δημιουργεί το πλαίσιο, την θέσι και τον τρόπο με τον οποίο θα προσπαθήση ο υποτακτικός να απόκτηση το Πνεύμα το Άγιον. Βεβαίως, εφ’ όσον το Πνεύμα το Άγιον «όπου θέλει πνει», είναι δυνατόν να το βρη κανείς παντού. Αλλά δεν το βρίσκει, παρά μόνον με τον τρόπο που έχει προδιαγράψει γι’ αυτόν ο Θεός. Ο Θεός δηλαδή έχει ειδικώς σκύψει επάνω στον κάθε άνθρωπο και έχει προορίσει το πως θα συλλάβη και θα αποκτήση το Άγιον Πνεύμα και πως θα κρατάη ενωμένη την ύπαρξί του με την Αγία Τριάδα.
Η απόκτησις του Αγίου Πνεύματος είναι ενεργητική έκφρασις και διάθεσις, μία αδιάλειπτος πράξις· είναι ένα μεγάλο θέμα, βασικώς δογματικό και εν συνεχεία ηθικό, προπάντων όμως μυστικό, ασκητικό. Πρέπει να είμαστε άδειοι, διαρκώς τροσμένοντες το Πνεύμα το Άγιον. Να είμαστε στο υπερώο, για να το προσλαμβάνωμε ακαταπαύστως. Να ζούμε με νηστεία, με κακουχία, με πόνους, με τον πόθο της εξουθενώσεως, της απομονώσεως, της σιωπής, της γύμνιας· «γυμνητεύσαι και πεινάσαι και διψήσαι έχεις», λέγει η ακολουθία της κουράς. Όλα αυτά να τα ζούμε, διότι έτσι μπορούμε να γίνωμε χωρητικοί του Πνεύματος. Το Πνεύμα συνηθίζει να μπαίνη σε στομάχια νηστικά και σε μάτια ξάγρυπνα. Χωρίς την από¬κτησι του Πνεύματος από τα μέλη της αδελφότητος και από την ίδια την αδελφότητα ως μια οικογένεια, το μοναστήρι δεν απορεί να επιβιώση. Αλλά το Άγιον Πνεύμα λόγω της βουλή¬σεως του και της φύσεως του «όπου θέλει πνει», οπότε τώρα μπορεί να είναι μέσα μου, μετά να βρεθή έξω. Έτσι, είναι δυνατόν εγώ, που τώρα το έχω, αύριο να μην το έχω. Γι’ αυτό χρειάζεται τελεία πνευματικότης και πρόοδος και προσωπική αποκάλυψις του Θεού, για να έχω κάποια βεβαιότητα ότι το Πνεύμα το Άγιον είναι «ενεργούν και λαλούν εν εμοί». Αλλά και σε αυτή την περίπτωσι, εάν επανέλθω στον εαυτό μου και ξαναπέσω στον εγωισμό μου, το χάνω, ακόμη και αν έχω φθά¬σει στις μεγαλύτερες θεοπτίες.
Το Πνεύμα το Άγιον δεν ενεργεί άλλοτε εν πληρότητι, άλλοτε εν ατελεία· ό,τι κάνει είναι τέλειο. Ο άνθρωπος όμως δεν μπορεί να το κρατήση ολόκληρο. Όπως ο οργανισμός αφο¬μοιώνει το φαγητό ή το φάρμακο ανάλογα με την ληπτική δύναμί του, έτσι ακριβώς και ο άνθρωπος κρατάει από το Άγιον Πνεύμα αυτό που χωράει. Για να μπορή λοιπόν να το προσλαμβάνη, πρέπει να είναι σε αδιάλειπτη εγρήγορσι, ούτως ώστε το Πνεύμα το Άγιον να μην τον εγκαταλείπη. Τότε και το φρόνημα του Γέροντος δεν χάνεται, διότι είναι δυνατόν να κυοφορήση και να φθάση επάνω στον ουρανό.
Επομένως, εφ’ όσον υπάρχουν πρόσωπα, τα οποία διασώ¬ζουν το φρόνημα και εν Πνευματι Αγίω το εκκολάπτουν και το ζωογονούν, η αδελφότης ζη και η σχέσις του υποτακτικού με τον Γέροντα είναι ζωντανή.
Αν υποθέσωμε ότι είμαι Γέροντας μέσα στην έρημο και έχω ένα πνευματικό τέκνο, το τέκνο αυτό, όσο και να με απορροφή¬ση, όσο και να με αγαπά, όσο και καλή σχέσι να έχη μαζί μου, και το κεφάλι του ακόμη να κόψη και να θυσιασθή υπέρ του Χριστού, είναι μία χαμένη ψυχή, εφ’ όσον δεν έχει το Πνεύμα το Άγιον. Πώς είναι δυνατόν να ενωθή με τον Θεόν χωρίς αυτό; Το Πνεύμα το Άγιον είναι παντού, αλλά δεν ενώνει τα πάντα· ενώνει μόνον εκείνους που το καλλιεργούν και το ζωοποιούν μέσα τους με εκουσιότητα γνώμης και βουλήσεως, δηλαδή με έντονη πνευματική δραστηριότητα. Μπορεί κανείς να σβήνη το “Αγιον Πνεΰμα -«μη σβέννυτε το Πνεύμα», λέγει ο Απόστολος-, χωρίς να το καταλαβαίνη, ενώ νομίζει πως το έχει εν πληρότητι. Γι’ αυτό η μοναστική ζωή και η σχέσις πατρός και τέκνου είναι μία σχέσις τρομερή, μία σκόπευσις, η οποία, αν λίγο αστοχήση, δεν ξέρομε τί μπορεί να γίνη.
Αλλά, για να είναι ο Γέροντας ζωντανός για τον υιό, και ο υιός ζωντανός για τον πατέρα, χρειάζεται και κάτι άλλο: ο υιός να συμμορφώνη την ζωή του με την ζωή του Γέροντος. Επειδή οι άνθρωποι είμαστε ποικίλοι, ο καθένας μας έχει τα ενδιαφέροντά του, τις μελέτες του, τις ελλάμψεις του νου του, που μπορεί να είναι και θείες -μία όμως θεία έλλαμψις πιθανόν να μας βλάψη όταν δεν έχωμε ταπείνωσι-, για να είναι ζωντανός ο σύνδεσμός μας με τον Γέροντα, ώστε να υπάρχη η θεία άλλα και η ανθρώπινη σχέσις, χρειαζόμαστε μία σύμμορφο ζωή. Αυτό σημαίνει ότι εγώ δεν θα θέλω να ζω στο μοναστήρι, όπως ζη κάποιος άλλος Γέροντας, αλλά όπως ζη ο Γέροντάς μου και όπως ερμηνεύει την μοναστική ζωή με τον λόγο του.
Το βαθύτερο και ουσιαστικώτερο μέσο, με το οποίο μορφοποιεί τον υποτακτικό ο Γέροντας και τον κάνει σύμμορφο, είναι ο λόγος. Με τον λόγο τον γεννά, τον
καινοποιεί, τον σώζει, του εμφυσά το Άγιον Πνεύμα, του μεταδίδει τον Χριστόν, Είναι το μόνο που του παρέδωσε ο Θεός. Ο Γέροντας μπορεί να έχη μύρια χαρίσματα: το χάρισμα της προφητείας, της θαυματουργίας, της αγάπης, της διακρίσεως των πνευμάτων, της κυβερνήσεως… Όλα αυτά δεν μπορούν να κάνουν τίποτε, ίσως είναι και επιβλαβή, μπορούν όμως να αποβούν χρήσιμα όταν υπάρχη ο λόγος, ο σπερματικός λόγος, διά του οποίου ο Γέροντας γέννα το τέκνο. Λόγος είναι η μετάδοσις του θείου λόγου διά της διδασκαλίας του, διά της παρατηρήσεώς του, διά της συμβουλής του, διά της επιπλήξεώς του, διά του αστείου του, δι’ οιουδήποτε τρόπου εκείνος εκφράζεται.
Ο κάθε Γέροντας διά του λόγου του μεταδίδει έναν τρόπο ζωής, διότι η πνευματική ζωή δεν είναι τούτη ή εκείνη η ηθική διδασκαλία, αυτό ή εκείνο το σύστημα. Πνευματική ζωή είναι η ζωή του Αγίου Πνεύματος, δηλαδή ενεργεί το Άγιον Πνεύμα και όχι εμείς. Το Πνεύμα το Άγιον, ζώντας αυτό καθ’ εαυτό και μπαίνοντας μέσα μας, μας μεταδίδει την θεία του ζωή. Επομένως, η πνευματική ζωή δεν είναι η δική μας ζωή, λόγου χάριν η ζωή της νοεράς προσευχής ή της αγάπης ή της ιεραποστολής ή της ησυχίας ή της σιωπής. Αυτά είναι στοιχεία της εν Χριστώ ζωής. Μπορεί να υπάρξη πνευματική ζωή χωρίς νοερά προσευχή ή χωρίς ιεραποστολή, χωρίς κοινωνική αγάπη, όπως την εννοούν οι άνθρωποι σήμερα. Τίποτε από όλα αυτά δεν είναι πνευματική ζωή. Πνευματική ζωή είναι το ίδιο το Πνεύμα το Άγιον. Τα υπόλοιπα είναι εκφάνσεις, ακτίνες, κλειδώσεις της πνευματικής μας ζωής• είναι απαραίτητα συνακόλουθα και απαραίτητες προϋποθέσεις της πνευματικής ζωής.
Για τον λόγο αυτό, η πνευματική ζωή για τον καθένα μας είναι όπως μας την παρουσιάζει ο Γέροντάς μας. Οι Γέροντες δεν είμαστε φερέφωνα, ετερόβουλα όντα, δεν είμαστε παιδιά ενός ανθρωπίνου συστήματος, δεν είμαστε μαγνητόφωνα, για να λέμε τα ίδια πράγματα. Εγώ θα σου πω αυτό, εκείνος θα σου πη κάτι εντελώς διαφορετικό. Τί θα κάνης εσύ; Αυτό που σου λέγει ο δικός σου Γέροντας. Ο Γέροντας, λόγου χάριν, κάνει πολύ χειρωνακτική δουλειά. Αν εσύ αυτό το θεωρής χάσιμο χρόνου, είναι αδύνατον να συνδεθής με αυτόν τον Γέροντα και να απόκτησης Θεόν. Πας σε έναν άγιο Γέροντα, και σου λεγει να μη λείψη το εργόχειρο από το χέρι σου. Δεν είναι δυνατόν εσύ να του φέρης αντίρρησι λέγοντας, οι τάδε άγιοι ζούσαν χωρίς εργόχειρο, οπότε και εγώ μπορώ να προσεύχωμαι χωρίς τον περισπασμό του εργοχείρου. Αν το κάνης αυτό, δεν θα είναι σύμμορφη η ζωή σου με την δική του, και θα διακυβευθή η ειρήνη, θα επέλθη διαταραχή και χωρισμός από τον Γέροντα· δεν θα μπόρεσης να ενωθής οργανικά μαζί του, και έτσι δεν θα έχης την εικόνα και την ομοίωσι του Θεού μέσα σου. Χρειάζεται μία σύμμορφος ζωή, που δεν είναι μία τυπική μίμησις άλλα μία αληθινή συμμόρφωσις με αυτό που εκείνος κάνει, ώστε εσείς οι δύο να γίνετε μία μορφή, ένα πράγμα, μία εικόνα.
Οπωσδήποτε δεν εννοώ η συμμόρφωσις να γίνεται σε εξωτερικά πράγματα, διότι ο Γέροντας έχει την οικονομία, έχει και τήν ακρίβεια· έχει την αγάπη, έχει και την σκληρότητα, την αυστηρότητα· έχει το στοιχείο το προσωρινό, έχει και το αιώνιο· έχει το ανθρώπινο, έχει και το θεϊκό. Έχει ποικίλες εκφάνσεις, και ως εκ τούτου είναι δυνατόν ο καθένας να θέλη να πάρη αυτό που τον εξυπηρετεί. Εάν χαμογελά, λόγου χάριν, ο Γέροντας, δεν σημαίνει ότι θα χαμογελάμε και εμείς. Εάν φωνάζη ο Γέροντας, δεν θα φωνάζωμε και εμείς. Εάν βάζη κατσάδες ο Γέροντας, δεν θα βάζωμε κατσάδες και εμείς. Εμείς θα ακολουθούμε την αγωγή του, τον τρόπο αγρυπνίας, λατρείας, προσευχής, σκέψεως όπως μας τον παραδίδει με τον λόγο του. Επομένως, σημασία έχει η συμμόρφωσίς μας όχι τόσο με αυτό που κάνει, αλλά με αυτό που ζητάει. Διότι αυτό που κάνει δεν το ξέρομε, δεν το καταλαβαίνομε· το ερμηνεύομε όπως θέλομε. Αυτό όμως που λέγει είναι κάτι απλούστερο, φυσικώτερο, που μπορούμε να το σταχυολογήσωμε, να το κρίνωμε και να το ζήσωμε.
Εν συνεχεία, για να είναι αληθινή η σχέσις υποτακτικού και Γέροντος χρειάζονται κοινά παλαίσματα. Δεν μπορούμε να παλαίωμε ξεχωριστά. Θα παλαίωμε μέσα στο ίδιο μοναστήρι ή στην ίδια σπηλιά ή στην ίδια καλύβη, στον ίδιο τόπο. Η Εκκλησία μας γνωρίζει ποικιλία αγωνισμάτων, τα οποία εκπλήσσουν τον άνθρωπο. Κάποιος ανεβαίνει επάνω σε ένα δένδρο, ο άλλος πηγαίνει και κρύβεται, ο τρίτος πηγαίνει στον κόσμο. Εγώ, εφ’ όσον είμαι υιός, δεν μπορώ να διαλέξω το αγώνισμά μου. Πρέπει να κάνω κοινό πάλαισμα με τον Γέροντα, να παλεύω όπως παλεύει εκείνος. Πώς νοιώθει τον πνευματικό αγώνα, την άσκησι, ο Γέροντας; Μας τονίζει, επί παραδείγμα¬τι, την νοερά προσευχή; Την νοερά προσευχή θα ασκήσωμε. Μας τονίζει την αγρυπνία; την αγρυπνία. Μας τονίζει την ιεραποστολή; την ιεραποστολή. Μην πης, μα το μοναστήρι ιεραποστολή είναι; Όχι. Διχάζεσαι έτσι. Ή σήκω να φύγης από την αρχή και μην ακόλουθης τον συγκεκριμένο Γέροντα και μην τον κάνης πατέρα σου ή, αφού είναι πατέρας σου, θα κάνης αυτό που σου λέγει. Διότι, εάν ο καθένας περνά από την δική του κρησάρα ό,τι του λέγει ο Γέροντας, αλλοίμονό μας! θα γίνη κόσκινο με την λογική του· δεν θα μείνη τίποτε επάνω του. Μόνον εάν θα έχω μία εμφανή επίνευσι του Θεού στην ζωή μου και δεν θα υπάρχη πλέον ο Γέροντας, μπορώ να κάνω δικό μου πάλαισμα, που κατά κανόνα είναι εξέλιξις του προηγουμένου.
Εάν λοιπόν ο Γέροντας σκέπτεται έτσι και παλεύη έτσι, και εμείς θα παλέψωμε έτσι. Εάν εμένα μου αρέσει ο τρόπος της αγρυπνίας του άλφα Γέροντος, της λατρείας του βήτα, της πρακτικής ζωής του γάμμα, δεν μπορώ να κάνω τίποτε. Θα διασπασθούμε και θα γίνωμε θηριάλωτοι. Πρέπει λοιπόν να εχωμε κοινά παλαίσματα, κοινή άσκησι, κοινή αγωνιστικότητα, κοινό μόχθο, να χύνωμε κοινό ιδρώτα, κοινό αίμα, κοινό δάκρυ, όπως μας τα λέγει, μας τα ερμηνεύει, μας τα μαθαίνει ο Γέροντας, για να μπορούμε να ζήσωμε και να έχωμε τον Γέροντα μέσα μας και γύρω μας.
Τέλος, χρειάζονται κοινά δωρήματα, να θέλωμε να προσλαμβάνωμε τα ίδια χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, αυτά που μας χρειάζονται κάθε φορά για την δική μας ζωή. Διότι το Άγιον Πνεύμα χαρίζει στο κάθε μοναστήρι ό,τι του χρειάζεται. Εμείς έχομε ζέστη, μας χαρίζει την δυνατότητα να άντέχωμε στην ζέστη. Θλιβόμαστε από αρρώστιες, μας χαρίζει υπομονή. Άλλοι έχουν ποικίλες δυσκολίες, τους δίδει υγεία. Δίνει στον καθένα δωρήματα «κατά το μέτρον της ηλικίας του», σύμφωνα με την πνευματική του κατάστασι και την διάθεσί του. Βεβαίως, ο καθένας μας θα είναι ελεύθερη προσωπικότητα, θα έχη την προσωπική του ζωή, το προσωπικό του κριτήριο, την γνώσι, την αγνωσία, την μόρφωσι, την αμορφωσιά, ο καθένας θα είναι εντελώς διαφορετικός, αλλά ως προς τα δωρήματα, ως προς την τελική μας παράστασι ενώπιον του Χριστού να είμαστε όλοι περίπου όμοιοι.
Τα κοινά δωρήματα της αδελφότητος τα παίρνει ο Γέροντας από τον Θεόν και είναι πνευματικά ως επί το πλείστον για να μπόρεση δε ο υποτακτικός να τα αντίληφθή, πρέπει να έχη διεισδυτικότητα και λεπτότητα φύσεως και πίστεως. Δεν είναι κοινά δωρήματα τα εξωτερικά χαρίσματα ή ιδιώματα του Γέροντος, αλλά εκείνα τα οποία είναι αληθινά και αποτελούν το είναι του ανθρώπου, το είναι του Γέροντος.
Επομένως, ζητώντας κοινά δωρήματα, έχομε κοινό στόχο και δεν διασπώμεθα με το να έχωμε ο καθένας την δική του σκέψι. Αν εγώ σκέπτωμαι να βγω στην έρημο, εσύ να αγρυ¬πνής όλη την νύχτα, ο τρίτος ότι θα ήταν προτιμότερο να είχε το χάρισμα της προφητείας, δεν μπορεί να υπάρξη καμία κοινότης, καμία ένότης. Κοινά δωρήματα σημαίνει ότι αφήνομαι στον Θεόν και δεν ζητώ να είμαι «μείζων του διδασκάλου», ακόμη και αν ο Γέροντας είναι πολύ αμαρτωλός, ένας εγκληματίας, ή κρύβεται και παρουσιάζεται ως άγιος. Βεβαίως, στον κάθε άνθρωπο ο Θεός έχει δώσει τα δωρήματά του. Υπάρχουν άνθρωποι της αμαρτίας που διά της μετανοίας έχουν λάβει καταπληκτικά χαρίσματα, διότι ο Θεός ουδένα αδικεί. Ακόμη και «επί αδίκους και επί αμαρτωλούς βρέχει» τα χαρίσματά του. Άρα, πόσο μάλλον σε εκείνον που τον κατέστησε ποιμένα του δικού του ποιμνίου.
Πρέπει λοιπόν όλοι να εχωμε κοινή ενατένισι· όχι κοινό ιδανικό αλλά κοινό δώρημα. Έτσι, με το ένα Άγιον Πνεύμα που προσλαμβάναμε αδιαλείπτως, με την ιδία μορφή ζωής, με τα κοινά παλαίσματα και δωρήματα, που δίνομε και παίρνομε από τον Θεόν, συναπτόμεθα σε μία αρραγή ενότητα και μπορούμε να παρασταθούμε ενώπιον του Θεού και να του ζητήσωμε ό,τι θέλομε.
Μία αδελφότητα είναι μία οικογένεια. Μία αδελφότητα σημαίνει ότι ζη από κοινού και αναπνέει το ίδιο φρόνημα. Όπως δεν μπορεί η γυναίκα να έχη άλλη ζωή και ο άνδρας άλλη και τα παιδιά άλλη, διότι σε αυτή. την περίπτωσι η οικογένεια «εμερίσθη» και εσκυλεύθη από τον πονηρό όπως λέγει η Αγία Γραφή, το ίδιο συμβαίνει και με μία αδελφότητα. Με τα κοινά όμως παλαίσματα και δωρήματα αποκτούμε βαθειές ρίζες και έχομε ένα αιώνιο μέλλον. Το μέλλον μιας μονής οπωσδήποτε εξαρτάται από την παρουσία αγίων προσώπων -και αυτό παίζει μεγάλο ρόλο-, παράλληλα όμως εξαρτάται από την παρουσία ανθρώπων, έστω και λίγων, οι οποίοι διακρατούν το φρόνημα της αδελφότητος.
(Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου. «Νηπτική ζωή και Ασκητικοί κανόνες», εκδ. Ίνδικτος- Αθήναι 2011, σ. 433-445)
 http://www.pemptousia.gr/2012/03/%CF%83%CF%87%CE%AD%CF%83%CE%B9%CF%82-%CE%B3%CE%AD%CF%81%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%85%CF%80%CE%BF%CF%84%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%8D/

Πνευματικός από κοντά

Όπως κανείς φροντίζει ο οικογενειακός γιατρός να βρίσκεται, όσο το δυνατόν, κοντά του, έτσι πρέπει να φροντίση και ο πνευματικός να βρίσκεται κοντά του. Ένας γιατρός, όταν είναι κοντά στον άρρωστο, μπορεί να τον βοηθήση καλύτερα από καθηγητές πανεπιστημίου – έστω και αν δεν έχη τόση πείρα -, γιατί μπορεί να τον παρακολουθή συστηματικά και, αν χρειασθή, θα τον στείλη στον ειδικό γιατρό. Μου έκανε εντύπωση το εξής, όταν ήμουν στο Σανατόριο[i]: Πολλοί πλούσιοι που είχαν φυματίωση έμεναν στο σπίτι τους και πήγαιναν εκεί καθηγητές πανεπιστημίου, για να τους κάνουν θεραπεία. Αποδείχθηκε όμως ότι η θεραπεία δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, γιατί δεν μπορούσαν να τους παρακολουθούν συστηματικά. Γι’ αυτό αναγκάσθηκαν να δημιουργήσουν στο Σανατόριο ξεχωριστά τμήματα, για να νοσηλεύωνται εκεί, ώστε να παρακολουθούνται συστηματικά.
Θέλω να πω ότι, όπως ο γιατρός από κοντά παρακολουθεί τον άρρωστο, όταν του δίνη κάποια θεραπεία, βλέπει αν τα φάρμακα που του έδωσε τον βοηθούν ή έχουν παρενέργειες κ.λπ., και ανάλογα αυξάνει ή ελαττώνει την δόση και, αν χρειασθή, μπορεί ακόμη και να αλλάξη την θεραπεία, έτσι και ο πνευματικός πρέπει από κοντά να παρακολουθή την ψυχή, γιατί κατά καιρούς παρουσιάζει διάφορες αλλαγές και αντιδράσεις, τις οποίες από μακριά δεν μπορεί να παρακολουθήση, για να τον βοηθήση αποτελεσματικά. Μια φορά είχα πει σε μια ψυχή που είχε έναν πειρασμό: «Θα κάνης αυτό και θα δης ότι θα το ξεπεράσης». Πράγματι μ’ άκουσε και το ξεπέρασε. Μετά από λίγο καιρό είχε έναν τελείως αντίθετο πειρασμό, τον αντιμετώπισε με τον ίδιο τρόπο και ταλαιπωρήθηκε! Μπορούσε η ευλογημένη να στείλη έναν άνθρωπο ή να γράψη ένα γράμμα, για να με ρωτήση τι έπρεπε να κάνη, αφού αντιμετώπιζε άλλη δυσκολία. Θα της έδινα άλλο φάρμακο, δηλαδή άλλη συμβουλή. Δυσκολεύτηκε να με ρωτήση, επειδή ήμουν μακριά. Γι’ αυτό εγώ από μακριά δεν συνηθίζω να δίνω συμβουλές, αν δεν γνωρίζω καλά τον άνθρωπο και δεν έχω στενή επικοινωνία μαζί του.
http://www.oodegr.com/oode/pateres1/paisios/eksomologisi_1.htm#_Toc100214384
O Γέροντας Παϊσιος για τη δύναμη τής Εξομολογήσεως

Πηγή: Από το βιβλίο:  "Γέροντος Παϊσίου Λόγοι", Τόμος Γ΄.

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014

Πώς θα προλαβαίνω να μη θυμώνω


thumos
- Γέροντα, πώς θα ξεπεράσω τον θυμό;
- Σκοπός είναι να προλαβαίνης να μη φθάνης στον θυμό.
Και το γάλα, αν δεν προλάβης να το κατεβάσης από την φωτιά, μόλις φουσκώση, χύνεται.
- Πώς θα προλαβαίνω να μη θυμώνω;
- Χρειάζεται επαγρύπνηση. Να παρακολουθής τον εαυτό σου και να συγκρατής τον θυμό σου, για να μη ριζώση μέσα σου το πάθος, γιατί μετά, και να θελήσης να το κόψης με το τσεκούρι, θα πετάη συνέχεια «λαίμαργα».
Να θυμάσαι αυτό που είπε ο Δαβίδ: «Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην».
Είδες εκείνος ο μοναχός τι έκανε; Μόλις έβγαινε από το κελί του, έκανε τον σταυρό του και έλεγε: «Θεέ μου, φύλαξέ με από τους πειρασμούς» και ήταν έτοιμος να αντιμετωπίση πειρασμό. Ήταν σαν να κρατούσε σκοπιά. Κοιτούσε από πού θα του έρθη ο πειρασμός, για να αμυνθή. Αν λοιπόν κάποιος αδελφός του φερόταν άσχημα, αυτός ήταν έτοιμος και τον αντιμετώπιζε με πραότητα και με ταπείνωση. Έτσι να κάνης κι εσύ.
- Γέροντα, γιατί μερικές φορές σε έναν πειρασμό λέω από μέσα μου: «δεν θα μιλήσω», αλλά στο τέλος ξεσπάω.
- Τί θα πη ξεσπάς; Τα σπασμένα τί γίνονται μετά; Καίγονται; Δεν έχεις, φαίνεται, πολλή υπομονή, γι’ αυτό φθάνεις μέχρις ενός σημείου και ύστερα ξεσπάς. Χρειάζεσαι λίγη ακόμη …;
Πριν μιλήσης, να λες δυο-τρεις φορές την ευχή, για να πάρης λίγο φως. Μια γυναίκα, όταν θύμωνε, έλεγε το «Πιστεύω» και ύστερα μιλούσε.
Κοσμικοί άνθρωποι και βλέπεις τί αγώνα κάνουν!
- Γέροντα, όταν αντιδρώ με την συμπεριφορά μιας αδελφής, τί να κάνω;
- Να βλέπης την αδελφή με καλωσύνη. Να προσπαθής να την δικαιολογής με αγάπη. Αυτό θα σε βοηθήση να αποκτήσης φυσιολογικά μια σταθερή, καλή πνευματική κατάσταση και όταν θα έρχεται το πάθος του θυμού, θα βρίσκη κατειλημμένη την θέση της καρδιάς σου από την αγάπη και δεν θα μπορή πλέον να σταθή θα φεύγη.
Γέρων Παϊσιος
Πηγή: panagiaalexiotissa.blogspot.gr
http://www.diakonima.gr

Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ


Ὅση μεγαλύτερη ἰδέα καί τιμή ἔχουμε γιά τόν ἑαυτό μας, τόσο περισσότερο παρακινούμαστε νά κατακρίνουμε καί νά καταφρονοῦμε τούς ἄλλους, νομίζοντας ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε μακριά ἀπό ἐκεῖνες τίς ἀτέλειες καί τά ἐλαττώματα πού νομίζουμε ὅτι ἔχουν αὐτοί. Καί ὁ πανοῦργος διάβολος πού βλέπει μέσα μας μιά τόσο κακή διάθεσι, παραμένει πάντοτε ἄγρυπνος γιά νά μᾶς ἀνοίγη τά μάτια καί νά μᾶς κρατᾶ ξάγρυπνους γιά νά βλέπουμε καί νά ἐξετάζουμε καί νά μεγαλοποιοῦμε τά ἐλαττώματα τῶν ἄλλων. Ἀλλά οἱ ἀμελεῖς δέν τό πιστεύουν καί δέν γνωρίζουν πόσο φροντίζει καί πόσο συνεργεῖ ὁ ἐχθρός αὐτός νά τυπώση στό νοῦ μας αὐτά τά μικρά ἐλαττώματα τοῦ ἑνός καί τοῦ ἄλλου.
...........
Τό δραστικώτερο φάρμακο τῆς κακίας αὐτῆς, εἶναι τό νά ἀσχολῆσαι πάντοτε νά ἐρευνᾶς μέ τόν λογισμό σου τά δικά σου πάθη καί τίς δικές σου κακίες, τά ὁποῖα εἶναι τόσο πολλά καί τόσο ἀπόκρυφα, πού μόνον γιά νά τά γνωρίσης καί νά τά θεραπεύσης, δέν θά σοῦ φτάσουν ὅλες οἱ ἡμέρες τῆς ζωῆς σου, καί ὄχι νά σοῦ περισέψη καιρός γιά νά ἐξετάζης τίς πράξεις τῶν ἄλλων.

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (ΚΕΦ.ΜΔ΄ΣΕΛ.193)
ΑΠΟΔΟΣΙ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΕΚΔΟΣΙΣ ΣΥΝΟΔΙΑΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
ΝΕΑ ΣΚΗΤΗ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ LORD JESUS CHRIST 3. ΑΡΧ. ΣΑΒΒΑΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

«Θεία Ψυχανάλυση». Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Κανὼν Ἱκετήριος εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν

Ὁ Μέγας Παρακλητικὸς Κανὼν τῆς Παναγίας

Παρακλητικός Κανών Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου

Παρακλητικός Κανών Οσίου Αρσενίου - Βατοπαίδι Χαλκιδικής