Δευτέρα 10 Απριλίου 2017

Ἁγιογραφικό Ἀνάγνωσμα τῆς Μ.Δευτέρας 10 Ἀπριλίου


  Ἐξ. α΄1- 20 
Εξ. 1,1               Ταῦτα τὰ ὀνόματα τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ τῶν εἰσπεπορευμένων εἰς Αἴγυπτον ἅμα Ἰακὼβ τῷ πατρὶ αὐτῶν, ἕκαστος πανοικὶ αὐτῶν εἰσήλθοσαν.
Εξ. 1,1                        Αυτά είναι τα ονόματα των υιών του Ιακώβ, οι οποίοι εισήλθον εις την Αίγυπτον μαζή με τον πατέρα αυτών και με ολόκληρον την οικογένειάν του έκαστος.
Εξ. 1,2               Ῥουβήν, Συμεών, Λευΐ, Ἰούδας,
Εξ. 1,2                        Ρουβήν, Συμεών, Λευϊ, Ιούδας,
Εξ. 1,3               Ἰσσάχαρ, Ζαβουλὼν καὶ Βενιαμίν,
Εξ. 1,3                        Ισσάχαρ, Ζαβουλών και Βενιαμίν,
Εξ. 1,4               Δὰν καὶ Νεφαθλείμ, Γὰδ καὶ Ἀσήρ.
Εξ. 1,4                        Δαν και Νεφθαλείμ, Γαδ και Ασήρ.
Εξ. 1,5               Ἰωσὴφ δὲ ἦν ἐν Αἰγύπτῳ. ἦσαν δὲ πᾶσαι ψυχαὶ ἐξ Ἰακὼβ πέντε καὶ ἑβδομήκοντα.
Εξ. 1,5                        Ο δε Ιωσήφ ευρίσκετο τότε εις την Αίγυπτον. Ολοι δε οι υιοί και οι απόγονοι του Ιακώβ, που εισήλθον εις την Αίγυπτον, ήσαν εβδομήκοντα πέντε.
Εξ. 1,6               ἐτελεύτησε δὲ Ἰωσὴφ καὶ πάντες οἱ ἀδελφοὶ αὐτοῦ καὶ πᾶσα ἡ γενεὰ ἐκείνη.
Εξ. 1,6                        Εν τη παρόδω των ετών απέθανεν ο Ιωσήφ και οι αδελφοί αυτού. Και όλη η γενεά εκείνη.
Εξ. 1,7               οἱ δὲ υἱοὶ Ἰσραὴλ ηὐξήθησαν καὶ ἐπληθύνθησαν καὶ χυδαῖοι ἐγένοντο. καὶ κατίσχυον σφόδρα σφόδρα, ἐπλήθυνε δὲ ἡ γῆ αὐτούς.
Εξ. 1,7                        Οι απόγονοί των όμως, οι Ισραηλίται, ηυξήθησαν και επληθύνθησαν εις την Αίγυπτον, έγιναν πλήθος πολύ. Χαρις δε στο πλήθος των και την άλλην πρόοδόν των έγιναν πάρα πολύ ισχυροί, διότι τους ηυνόησεν και η χώρα εις την αύξησιν και την ισχύν των.
Εξ. 1,8               Ἀνέστη δὲ βασιλεὺς ἕτερος ἐπ᾿ Αἴγυπτον, ὃς οὐκ ᾔδει τὸν Ἰωσήφ.
Εξ. 1,8                        Αλλά, μετά καιρούς, ήλθεν άλλος βασιλεύς εις την Αίγυπτον, ο οποίος δεν εγνώριζε τίποτε περί του Ιωσήφ ούτε και δια τας υπηρεσίας, τας οποίας εκείνος είχε προσφέρει εις την Αίγυπτον.
Εξ. 1,9               εἶπε δὲ τῷ ἔθνει αὐτοῦ· ἰδοὺ τὸ γένος τῶν υἱῶν Ἰσραὴλ μέγα πλῆθος καὶ ἰσχύει ὑπὲρ ἡμᾶς·
Εξ. 1,9                        Δυσμενώς δε διατεθειμένος προς τους υιούς Ισραήλ είπεν στον λαόν του· “ιδού, η φυλή των Ισραηλιτών είναι μεγάλη εις πληθυσμόν και ισχυροτέρα από ημάς.
Εξ. 1,10             δεῦτε οὖν κατασοφισώμεθα αὐτούς, μή ποτε πληθυνθῇ, καὶ ἡνίκα ἂν συμβῇ ἡμῖν πόλεμος, προστεθήσονται καὶ οὗτοι πρὸς τοὺς ὑπεναντίους καὶ ἐκπολεμήσαντες ἡμᾶς ἐξελεύσονται ἐκ τῆς γῆς.
Εξ. 1,10                      Ελάτε λοιπόν και να επινοήσωμεν ταλαιπωρίας εις κατάθλιψιν αυτών και μείωσιν του πληθυσμού των, δια να μη αυξηθούν περισσότερον. Τούτο δέ, διότι υπάρχει φόβος, αν τυχόν κανένα άλλο έθνος μας πολεμήση, να προστεθούν και ούτοι με τους εχθρούς μας, να πολεμήσουν εναντίον μας και να μας νικήσουν, οπότε νικηταί θα φύγουν ελεύθεροι από την χώραν μας και θα στερηθώμεν ημείς από τας εργασίας των”.
Εξ. 1,11             καὶ ἐπέστησεν αὐτοῖς ἐπιστάτας τῶν ἔργων, ἵνα κακώσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ἔργοις· καὶ ᾠκοδόμησαν πόλεις ὀχυρὰς τῷ Φαραώ, τήν τε Πειθὼμ καὶ Ῥαμεσσῆ καὶ Ὤν, ἥ ἐστιν Ἡλιούπολις.
Εξ. 1,11                       Προς τούτο κατέστησεν ο βασιλεύς επιστάτας στους εργαζομένους Ισραηλίτας, δια να τους ταλαιπωρούν και τους βασανίζουν με πολλά και σκληρά έργα. Τοτε και ανοικοδόμησαν οι Ισραηλίται πόλεις οχυράς προς χάριν του Φαραώ, την Πειθώ, την Ραμεσσή και την Ων· η Ων είναι η άλλως καλουμένη Ηλιούπολις.
Εξ. 1,12             καθότι δὲ αὐτοὺς ἐταπείνουν, τοσούτῳ πλείους ἐγίγνοντο, καὶ ἴσχυον σφόδρα σφόδρα· καὶ ἐβδελύσσοντο οἱ Αἰγύπτιοι ἀπὸ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ.
Εξ. 1,12                      Αλλά, όσον περισσότερον οι επιστάται κατεπίεζον τους Ισραηλίτας, τόσον περισσότεροι αυτοί εγίνοντο και εδυνάμωναν πάρα πολύ.
Εξ. 1,13             καὶ κατεδυνάστευον οἱ Αἰγύπτιοι τοὺς υἱοὺς Ἰσραὴλ βίᾳ
Εξ. 1,13                      Δια τούτο και το μίσος των Αιγυπτίων, εναντίον των Ισραηλιτών ήτο άσβεστον.
Εξ. 1,14             καὶ κατωδύνων αὐτῶν τὴν ζωὴν ἐν τοῖς ἔργοις τοῖς σκληροῖς, τῷ πηλῷ καὶ τῇ πλινθείᾳ καὶ πᾶσι τοῖς ἔργοις τοῖς ἐν τοῖς πεδίοις, κατὰ πάντα τὰ ἔργα, ὧν κατεδουλοῦντο αὐτοὺς μετὰ βίας.
Εξ. 1,14                      Κατέθλιβον ακόμη σκληρότερον την ζωήν των με τας βασανιστικάς βαρείας εργασίας της ζυμώσεως του πηλού, της κατασκευής πλίνθων και με όλα τα άλλα έργα, τα οποία έκαμνον οι Ισραηλίται εις τας πεδιάδας της Αιγύπτου και τα οποία ως δούλους τους υπεχρέωναν να εκτελούν δια της βίας.
Εξ. 1,15             Καὶ εἶπεν ὁ βασιλεὺς τῶν Αἰγυπτίων ταῖς μαίαις τῶν Ἑβραίων· τῇ μιᾷ αὐτῶν ὄνομα Σεπφώρα, καὶ τὸ ὄνομα τῆς δευτέρας Φουά,
Εξ. 1,15                      Είπε δε ο βασιλεύς αυτός εις τας Αιγυπτίας μαίας, που εξυπηρετούσαν τας Εβραίας γυναίκας- η μία από αυτάς ωνομάζετο Σεπφώρα και η άλλη Φουά-
Εξ. 1,16             καὶ εἶπεν· ὅταν μαιοῦσθε τὰς Ἑβραίας καὶ ὦσι πρὸς τῷ τίκτειν, ἐὰν μὲν ἄρσεν ᾖ, ἀποκτείνατε αὐτό, ἐὰν δὲ θῆλυ, περιποιεῖσθε αὐτό.
Εξ. 1,16                      “όταν πηγαίνετε να ξεγεννήσετε τας επιτόκους Εβραίας, την στιγμήν που το βρέφος γεννάται, εάν μεν είναι αρσενικόν φονεύσατέ το, εάν είναι θηλυκόν, περιποιηθήτε το”.
Εξ. 1,17             ἐφοβήθησαν δὲ αἱ μαῖαι τὸν Θεὸν καὶ οὐκ ἐποίησαν καθότι συνέταξεν αὐταῖς ὁ βασιλεὺς Αἰγύπτου, καὶ ἐζωογόνουν τὰ ἄρσενα.
Εξ. 1,17                      Αι μαίαι όμως αυταί, ευλαβείς καθώς ήσαν, εφοβήθησαν τον Θεόν και δεν έκαμαν το έγκλημα, που τας είχε διατάξει ο βασιλεύς, αλλά άφηναν εις την ζωήν και τα αρσενικά παιδιά.
Εξ. 1,18             ἐκάλεσε δὲ ὁ βασιλεὺς Αἰγύπτου τὰς μαίας καὶ εἶπεν αὐταῖς· τί ὅτι ἐποιήσατε τὸ πρᾶγμα τοῦτο καὶ ἐζωογονεῖτε τὰ ἄρσενα;
Εξ. 1,18                      Εκάλεσε πάλιν ο βασιλεύς της Αιγύπτου τας μαίας και είπεν εις αυτάς· “τι είναι αυτό το οποίον εκάματε; Αφήνατε να ζουν και τα άρρενα τέκνα των Εβραίων;”
Εξ. 1,19             εἶπαν δὲ αἱ μαῖαι τῷ Φαραώ· οὐχ ὡς γυναῖκες Αἰγύπτου αἱ Ἑβραῖαι, τίκτουσι γὰρ πρὶν ἢ εἰσελθεῖν πρὸς αὐτὰς τὰς μαίας· καὶ ἔτικτον.
Εξ. 1,19                      Αι μαίαι απήντησαν στον Φαραώ· “δεν είναι, όπως αι γυναίκες των Αιγυπτίων αι Εβραίαι γυναίκες, διότι αυταί γεννούν, πριν φθάσουν προς αυτάς αι μαίαι”. Και έτσι εγεννούσαν αφόβως αι γυναίκες των Εβραίων.
Εξ. 1,20             εὖ δὲ ἐποίει ὁ Θεὸς τὰς μαίας, καὶ ἐπλήθυνεν ὁ λαὸς καὶ ἴσχυε σφόδρα.
Εξ. 1,20                     Ο Θεός ηυλόγει τας μαίας δια την καλήν αυτήν πράξιν των, ο δε ισραηλιτικός λαός επληθύνετο και εγίνετο ολονέν ισχυρότερος.

Ἰεζ. α΄1- 20
Ιεζ. 1,1              Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ τριακοστῷ ἔτει, ἐν τῷ τετάρτῳ μηνὶ πέμπτῃ τοῦ μηνὸς καὶ ἐγὼ ἤμην ἐν μέσῳ τῆς αἰχμαλωσίας ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ, καὶ ἠνοίχθησαν οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδον ὁράσεις Θεοῦ.
Ιεζ. 1,1                        Κατά το τριακοστόν έτος, την πέμπτην ημέραν του τετάρτου μηνός, καθώς ευρισκόμην μεταξύ των Ιουδαίων συναιχμαλώτων μου, πλησίον στον ποταμόν Χοβάρ, εκεί ηνοίχθησαν οι ουρανοί και είδον οράματα παρά Θεού.
Ιεζ. 1,2              πέμπτῃ τοῦ μηνός (τοῦτο τό ἔτος τὸ πέμπτον τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ βασιλέως Ἰωακείμ) καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρὸς Ἰεζεκιὴλ υἱὸν Βουζεί, τὸν ἱερέα, ἐν γῇ Χαλδαίων ἐπὶ τοῦ ποταμοῦ τοῦ Χοβάρ·
Ιεζ. 1,2                       Κατά την πέμπτην ημέραν του προμνημονευθέντος μηνός και έτους (αυτό δε το έτος είναι το πέμπτον έτος της αιχμαλωσίας του βασιλέως Ιωακείμ), ήλθε λόγος παρά Κυρίου προς εμέ τον Ιεζεκιήλ, τον ιερέα, υιόν Βουζεί, παραμένοντα εις την χώραν των Χαλδαίων, πλησίον στον ποταμόν Χοβάρ.
Ιεζ. 1,3              καὶ ἐγένετο ἐπ᾿ ἐμὲ χεὶρ Κυρίου,
Ιεζ. 1,3                       Ηπλωσεν ο Κυριος το αποκαλυπτικόν του χέρι επάνω μου
Ιεζ. 1,4              καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ πνεῦμα ἐξαῖρον ἤρχετο ἀπὸ βοῤῥᾶ, καὶ νεφέλη μεγάλη ἐν αὐτῷ, καὶ φέγγος κύκλῳ αὐτοῦ καὶ πῦρ ἐξαστράπτον, καὶ ἐν τῷ μέσῳ αὐτοῦ ὡς ὅρασις ἠλέκτρου ἐν μέσῳ τοῦ πυρὸς καὶ φέγγος ἐν αὐτῷ.
Ιεζ. 1,4                       και παρετήρησα και είδα βίαιον ανεμοστρόβιλον, που εσαρωνε τα πάντα, να κατέρχεται από τον βορράν και μέσα εις αυτόν ήτο ένα μεγάλο νέφος. Γυρω από αυτό υπήρχεν ένα πυρ, που αστραποβολούσε, εις δε το κέντρον αυτού υπήρχε κάτι, που ωμοίαζε με ήλεκτρον ευρισκόμενον εντός του πυρός, το οποίον και εφεγγοβολούσεν.
Ιεζ. 1,5              καὶ ἐν τῷ μέσῳ ὡς ὁμοίωμα τεσσάρων ζῴων, καὶ αὕτη ἡ ὅρασις αὐτῶν· ὁμοίωμα ἀνθρώπου ἐπ᾿ αὐτοῖς,
Ιεζ. 1,5                       Εις το μέσον δε αυτού υπήρχον ωσάν ομοιώματα τεσσάρων ζώων, τα οποία είχαν την εξής εμφάνισιν· Η μορφή των ήτο ωσάν μορφή ανθρώπων.
Ιεζ. 1,6              καὶ τέσσαρα πρόσωπα τῷ ἑνί, καὶ τέσσαρες πτέρυγες τῷ ἑνί.
Ιεζ. 1,6                       Το καθένα από αυτά είχε τέσσερα πρόσωπα και τέσσαρας πτέρυγας.
Ιεζ. 1,7              καὶ τὰ σκέλη αὐτῶν ὀρθά, καὶ πτερωτοὶ οἱ πόδες αὐτῶν, καὶ σπινθῆρες ὡς ἐξαστράπτων χαλκός, καὶ ἐλαφραὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν.
Ιεζ. 1,7                       Τα πόδια των όρθια, όπως των ανθρώπων, ήσαν πτερωτά. Εσπινθηροβολούσαν, όπως ο απαστράπτων γυαλισμένος χαλκός, αι δε πτέρυγες των ήσαν ελαφραί και ταχυκίνητοι.
Ιεζ. 1,8              καὶ χεὶρ ἀνθρώπου ὑποκάτωθεν τῶν πτερύγων αὐτῶν ἐπὶ τὰ τέσσαρα μέρη αὐτῶν· καὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν τῶν τεσσάρων
Ιεζ. 1,8                       Κατω από τας πτέρυγάς των και εις τα τέσσερα μέρη είχαν χέρια όμοια προς τα χέρια του ανθρώπου, δύο εις κάθε ώμον. Τα πρόσωπά των ήσαν τέσσαρα
Ιεζ. 1,9              οὐκ ἐπεστρέφοντο ἐν τῷ βαδίζειν αὐτά, ἕκαστον ἀπέναντι τοῦ προσώπου αὐτῶν ἐπορεύοντο.
Ιεζ. 1,9                       και δεν εστρέφοντο καθώς εβάδιζαν, αλλά το καθένα εβάδιζε κατ' ευθείαν εμπρός, κατά πρόσωπον.
Ιεζ. 1,10            καὶ ὁμοίωσις τῶν προσώπων αὐτῶν· πρόσωπον ἀνθρώπου καὶ πρόσωπον λέοντος ἐκ δεξιῶν τοῖς τέσσαρσι καὶ πρόσωπον μόσχου ἐξ ἀριστερῶν τοῖς τέσσαρσι καὶ πρόσωπον ἀετοῦ τοῖς τέσσαρσι.
Ιεζ. 1,10                     Ως προς δε την μορφήν των προσώπων των και τα τέσσαρα είχαν πρόσωπον ανθρώπου και πρόσωπον λέοντος εκ δεξιών, πρόσωπον μόσχου από τα αριστερά και πρόσωπον αετού όπισθεν.
Ιεζ. 1,11            καὶ αἱ πτέρυγες αὐτῶν ἐκτεταμέναι ἄνωθεν τοῖς τέσσαρσιν, ἑκατέρῳ δύο συνεζευγμέναι πρὸς ἀλλήλας, καὶ δύο ἐπεκάλυπτον ἐπάνω τοῦ σώματος αὐτῶν.
Ιεζ. 1,11                      Δυο από τας πτέρυγάς των ήσαν απλωμέναι επάνω από τα τέσσερα έμψυχα αυτά ζώντα όντα, και ηνούντο μεταξύ των εις τα άκρα. Αι δε δύο άλλαι πτέρυγες εσκέπαζον το έμπροσθεν μέρος του σώματός των.
Ιεζ. 1,12            καὶ ἑκάτερον κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ ἐπορεύετο· οὗ ἂν ἦν τὸ πνεῦμα πορευόμενον, ἐπορεύοντο καὶ οὐκ ἐπέστρεφον.
Ιεζ. 1,12                     Καθένα από τα ζώντα όντα, προς οιανδήποτε κατεύθυνσιν και αν επορεύετο, επορεύετο πάντοτε κατά την κατεύθυνσιν ενός εκ των προσώπων του· όπου δε το πνεύμα επορεύετο, επορεύοντο και εκείνα, χωρίς να στρέφουν αριστερά η δεξιά.
Ιεζ. 1,13            καὶ ἐν μέσῳ τῶν ζῴων ὅρασις ὡς ἀνθράκων πυρὸς καιομένων, ὡς ὄψις λαμπάδων συστρεφομένων ἀναμέσον τῶν ζῴων καὶ φέγγος τοῦ πυρός, καὶ ἐκ τοῦ πυρὸς ἐξεπορεύετο ἀστραπή.
Ιεζ. 1,13                     Ανάμεσα δε εις τα ζώα αυτά εφαίνετο κάτι σαν αναμμένοι άνθρακες, που εκαίοντο, ώσαν συστρεφόμεναι φλόγες ανάμεσα εις τα ζώα αυτά. Και το πυρ αυτό ακτινοβολούσε φως. Εξεπορεύετο από το πυρ λάμψις ζωηρά, ωσάν της αστραπής.
Ιεζ. 1,15            καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ τροχὸς εἷς ἐπὶ τῆς γῆς ἐχόμενος τῶν ζῴων τοῖς τέσσαρσι·
Ιεζ. 1,15                     Και ιδού είδον, ότι πλησίον των τεσσάρων αυτών ανθρωπίνων ζώντων ομοιωμάτων υπήρχε και ένας τροχός στηριζόμενος στο έδαφος.
Ιεζ. 1,16            καὶ τὸ εἶδος τῶν τροχῶν ὡς εἶδος θαρσείς, καὶ ὁμοίωμα ἐν τοῖς τέσσαρσι, καὶ τὸ ἔργον αὐτῶν ἦν καθὼς ἂν εἴη τροχὸς ἐν τροχῷ.
Ιεζ. 1,16                     Και η μορφή και η εμφάνισις των τροχών αυτών ήτο ωσάν από πολύτιμον λίθον θαρσείς. Οι τέσσαρες αυτοί τροχοί ήσαν όμοιοι μεταξύ των, η δε κατασκευή των ήτο τοιαύτη, ώστε ο ένας ο τροχός ήτο εντός του άλλου εις σχήμα σταυρού.
Ιεζ. 1,17            ἐπὶ τὰ τέσσαρα μέρη αὐτῶν ἐπορεύοντο, οὐκ ἐπέστρεφον ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτά,
Ιεζ. 1,17                     Οταν επροχωρούσαν επορεύοντο προς τας τέσσαρας πλευράς των, χωρίς να στρέφουν καθώς προχωρούσαν.
Ιεζ. 1,18            οὐδ᾿ οἱ νῶτοι αὐτῶν, καὶ ὕψος ἦν αὐτοῖς· καὶ εἶδον αὐτά, καὶ οἱ νῶτοι αὐτῶν πλήρεις ὀφθαλμῶν κυκλόθεν τοῖς τέσσαρσι.
Ιεζ. 1,18                     Και δεν έστρεφαν τα όντα αυτά καθώς προχωρούσαν ούτε τα σώματα των. Το ύψος δε αυτών ήτο πολύ μεγάλο. Παρετήρησα και είδα με έκπληξίν μου, ότι τα σώματα των τεσσάρων αυτών ανθρωπίνων ομοιωμάτων ήσαν κύκλω γεμάτα οφθαλμούς.
Ιεζ. 1,19            καὶ ἐν τῷ πορεύεσθαι τὰ ζῷα ἐπορεύοντο οἱ τροχοὶ ἐχόμενοι αὐτῶν, καὶ ἐν τῷ ἐξαίρειν τὰ ζῶα ἀπὸ τῆς γῆς ἐξῄροντο οἱ τροχοί.
Ιεζ. 1,19                     Οτε τα υπερφυσικά αυτά ζώντα όντα επορεύοντο στο έδαφος, έτρεχαν και οι τροχοί πλησίον αυτών. Οταν αυτά ανήρχοντο επάνω από την γην, ανέβαιναν μαζή των και οι τροχοί.
Ιεζ. 1,20            οὗ ἂν ἦν ἡ νεφέλη, ἐκεῖ τὸ πνεῦμα τοῦ πορεύεσθαι· ἐπορεύοντο τὰ ζῷα καὶ οἱ τροχοὶ καὶ ἐξῄροντο σὺν αὐτοῖς, διότι πνεῦμα ζωῆς ἐν τοῖς τροχοῖς.
Ιεζ. 1,20                    Οπου κατηυθύνετο η νεφέλη, εκεί επορεύετο και το πνεύμα. Εκεί μαζή επορεύοντο τα ζώα και οι τροχοί, οι οποίοι και υψώνοντο μαζή των. Τούτο δέ, διότι υπήρχε πνεύμα ζωής στους τροχούς, το οποίον και τους εκίνει.

Ἰώβ α΄1- 12 

Ιωβ. 1,1            Ἄνθρωπος τις ἦν ἐν χώρᾳ τῇ Αὐσίτιδι, ᾧ ὄνομα Ἰώβ, καὶ ἦν ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἀληθινός, ἄμεμπτος, δίκαιος, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπὸ παντὸς πονηροῦ πράγματος.
Ιωβ. 1,1                      Εις την Αυσίτιδα χώραν εζούσεν ένας άνθρωπος ο οποίος ωνομάζετο Ιώβ. Ητο ευθύς και έντιμος, άμεμπτος, δίκαιος απέναντι όλων, ευσεβής προς τον Θεόν, απέφευγε κάθε πονηρόν πράγμα, κάθε αμαρτωλήν πράξιν.
Ιωβ. 1,2            ἐγένοντο δὲ αὐτῷ υἱοὶ ἑπτὰ καὶ θυγατέρες τρεῖς.
Ιωβ. 1,2                     Αυτός είχεν αποκτήσει επτά υιούς και τρεις θυγατέρας.
Ιωβ. 1,3            καὶ ἦν τὰ κτήνη αὐτοῦ πρόβατα ἑπτακισχίλια, κάμηλοι τρισχίλιαι, ζεύγη βοῶν πεντακόσια, θήλειαι ὄνοι νομάδες πεντακόσιαι, καὶ ὑπηρεσία πολλὴ σφόδρα καὶ ἔργα μεγάλα ἦν αὐτῷ ἐπὶ τῆς γῆς· καὶ ἦν ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος εὐγενὴς τῶν ἀφ᾿ ἡλίου ἀνατολῶν.
Ιωβ. 1,3                     Είχε δε πλήθος ζώα εις την ιδιοκτησίαν του· επτά χιλιάδας πρόβατα, τρεις χιλιάδας καμήλους, πεντακόσια ζεύγη βοών, αγέλην από πεντακοσίας θηλείας όνους. Δια την επιστασίαν και βοσκήν όλων αυτών είχε μεγάλον αριθμόν υπηρετών. Καλός δε και πλούσιος καθώς ήτο, είχε κάμει μεγάλα έργα εις την χώραν του. Και έτσι ο άνθρωπος εκείνος ήτο ενας από τους πολύ διακεκριμένους ανθρώπους των ανατολικών εκείνων χωρών.
Ιωβ. 1,4            συμπορευόμενοι δὲ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ πρὸς ἀλλήλους ἐποιοῦσαν πότον καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν, συμπαραλαμβάνοντες ἅμα καὶ τὰς τρεῖς ἀδελφὰς αὐτῶν ἐσθίειν καὶ πίνειν μετ᾿ αὐτῶν.
Ιωβ. 1,4                     Τα παιδιά του εσυνήθιζαν να μεταβαίνουν με την σειράν των στο σπίτι του καθ' ενός από αυτά και παρέθεταν συμπόσιον κάθε ημέραν. Παρελάμβαναν δε μαζή των και τας τρεις αδελφάς των να τρώγουν και να πίνουν μαζή των.
Ιωβ. 1,5            καὶ ὡς ἂν συνετελέσθησαν αἱ ἡμέραι τοῦ πότου, ἀπέστελλεν Ἰὼβ καὶ ἐκαθάριζεν αὐτοὺς ἀνιστάμενος τὸ πρωΐ καὶ προσέφερε περὶ αὐτῶν θυσίας κατὰ τὸν ἀριθμὸν αὐτῶν καὶ μόσχον ἕνα περὶ ἁμαρτίας περὶ τῶν ψυχῶν αὐτῶν· ἔλεγε γὰρ Ἰώβ· μή ποτε οἱ υἱοί μου ἐν τῇ διανοίᾳ αὐτῶν κακὰ ἐνενόησαν πρὸς Θεόν. οὕτως οὖν ἐποίει Ἰὼβ πάσας τὰς ἡμέρας.
Ιωβ. 1,5                     Οταν δε ετελείωναν αι ημέραι των συμποσίων, έστελλεν ο Ιωβ άνθρωπον, και εκαλούσε όλα τα τέκνα του και τα εκαθάριζε δια θυσιών προς τον Θεόν. Εσηκώνετο, δηλαδή, ενωρίς το πρωϊ και προσέφερε δι' αυτά θυσίας, αναλόγους με τον αριθμόν των. Προσέφερε και ένα μόσχον ως θυσίαν προς εξιλέωσιν των αμαρτιών των δια τας ψυχάς των. Εκανε δε τούτο ο Ιώβ, διότι εσκέπτετο και έλεγε· “μήπως τυχόν τα παιδιά μου εσκέφθησαν κατά την ώραν των συμποσίων σκέψεις αμαρτωλάς και ημάρτησαν έτσι απέναντι του Θεού;” Ετσι εφέρετο και επορεύετο ο Ιώβ όλας τας ημέρας της ζωής του.
Ιωβ. 1,6            Καὶ ἐγένετο ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη, καὶ ἰδοὺ ἦλθον οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ παραστῆναι ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ ὁ διάβολος ἦλθε μετ᾿ αὐτῶν.
Ιωβ. 1,6                     Καποιαν όμως ημέραν οι άγγελοι του Θεού παρουσιάσθησαν ενώπιον του Κυρίου. Μαζή δέ με αυτούς ήλθεν και ο διάβολος.
Ιωβ. 1,7            καὶ εἶπεν ὁ Κύριος τῷ διαβόλῳ· πόθεν παραγέγονας; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ διάβολος τῷ Κυρίῳ εἶπε· περιελθὼν τὴν γῆν καὶ ἐμπεριπατήσας τὴν ὑπ᾿ οὐρανὸν πάρειμι.
Ιωβ. 1,7                     Ο Κυριος είπεν στον διάβολον· “από που έχεις έλθει;” Ο διάβολος απεκρίθη και είπεν· “αφού περιήλθαν όλην την γην και περιεπάτησα εις ολόκληρον την υπό τον ουρανόν, ήλθα εδώ”.
Ιωβ. 1,8            καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Κύριος· προσέσχες τῇ διανοίᾳ σου κατὰ τοῦ παιδός μου Ἰώβ, ὅτι οὐκ ἔστι κατ᾿ αὐτὸν ἐπὶ τῆς γῆς, ἄνθρωπος ἄμεμπτος, ἀληθινός, θεοσεβής, ἀπεχόμενος ἀπὸ παντὸς πονηροῦ πράγματος;
Ιωβ. 1,8                     Ο Κυριος τον ηρώτησεν· “έστρεψες τον νουν σου και έδωσες προσοχήν στον δούλον μου τον Ιώβ, δια να ίδης ότι δεν υπάρχει άλλος άνθρωπος αρετής όμοιος προς αυτόν επάνω εις την γην, άμεμπτος, ακέραιος, ευσεβής, ξένος και αμέτοχος προς κάθε πονηρόν και αμαρτωλόν έργον;”
Ιωβ. 1,9            ἀπεκρίθη δὲ ὁ διάβολος καὶ εἶπεν ἐναντίον τοῦ Κυρίου· μὴ δωρεὰν Ἰὼβ σέβεται τὸν Κύριον;
Ιωβ. 1,9                     Ο διάβολος απήντησε και ειπέ προς τον Κυριον· “μήπως δωρεάν και χωρίς αμοιβάς αυτός σέβεται σε τον Κυριον;
Ιωβ. 1,10           οὐ σὺ περιέφραξας τὰ ἔξω αὐτοῦ καὶ τὰ ἔσω τῆς οἰκίας αὐτοῦ καὶ τὰ ἔξω πάντων τῶν ὄντων αὐτοῦ κύκλῳ; τὰ δὲ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτοῦ εὐλόγησας καὶ τὰ κτήνη αὐτοῦ πολλὰ ἐποίησας ἐπὶ τῆς γῆς.
Ιωβ. 1,10                   Οχι βέβαια. Συ, με την παντοδύναμον προστασίαν σου, ως με ασφαλή και απαραβίαστον φραγμόν, δεν περιεφρούρησες και περιφρουρείς τα περί αυτόν και όσα υπάρχουν εις την οικίαν του και όλα τα εξωτερικά του πράγματα ολόγυρα; Και επί πλέον όλα τα έργα των χειρών του τα έχεις ευλογήσει και εις μεγάλον αριθμόν έχεις πληθύνει τα ζώα του εις την χώραν του.
Ιωβ. 1,11           ἀλλὰ ἀπόστειλον τὴν χεῖρά σου καὶ ἅψαι πάντων, ὧν ἔχει· ἦ μὴν εἰς πρόσωπόν σε εὐλογήσει.
Ιωβ. 1,11                    Αλλα άπλωσε το χέρι σου, έγγισε και αφαίρεσε όλα αυτά, που έχει, και τότε ασφαλώς θα δυσφορήση και θα σε βλασφημήση κατά πρόσωπον”.
Ιωβ. 1,12           τότε εἶπεν ὁ Κύριος τῷ διαβόλῳ· ἰδοὺ πάντα, ὅσα ἐστὶν αὐτῷ, δίδωμι ἐν τῇ χειρί σου, ἀλλ᾿ αὐτοῦ μὴ ἅψῃ. καὶ ἐξῆλθεν ὁ διάβολος ἀπὸ προσώπου Κυρίου. -
Ιωβ. 1,12                   Τοτε ο Κυριος είπεν στον διάβολον· “ιδού, όλα όσα έχει, τα παραδίδω εις την εξουσίαν σου. Αυτόν όμώς τον ίδιον δεν θα τον εγγίσης καθόλου”. Ο διάβολος έφυγεν από έμπροσθεν του Κυρίου.
Εὐαγγέλιο: ( Ματ. κδ΄3- 35 ) 
Ματθ. 24,3        καθημένου δὲ αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ ὄρους τῶν ἐλαιῶν προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ κατ᾿ ἰδίαν λέγοντες· εἰπὲ ἡμῖν πότε ταῦτα ἔσται, καὶ τί τὸ σημεῖον τῆς σῆς παρουσίας καὶ τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος;
Ματθ. 24,3               Και ενώ αυτός εκάθητο στον όρος των Ελαιών, τον επλησίασαν οι μαθηταί ιδιαιτέρως και του είπαν· “πες μας, πότε θα γίνουν αυτά και ποιό θα είναι το σημείον, που θα προαναγγέλη την ένδοξον παρουσίαν σου και το τέλος του κόσμου;”
Ματθ. 24,4        καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· βλέπετε μή τις ὑμᾶς πλανήσῃ.
Ματθ. 24,4              Και απεκρίθη ο Ιησούς και τους είπε· “προσέχετε μήπως τυχόν σας πλανήση κανείς.
Ματθ. 24,5        πολλοὶ γὰρ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου λέγοντες, ἐγώ εἰμι ὁ Χριστός, καὶ πολλοὺς πλανήσουσι.
Ματθ. 24,5               Διότι πολλοί θα έρθουν με το ιδικόν μου όνομα και θα λέγουν· εγώ είμαι ο Χριστός και θα παρασύρουν πολλούς στον δρόμον της πλάνης.
Ματθ. 24,6        μελλήσετε δὲ ἀκούειν πολέμους καὶ ἀκοὰς πολέμων· ὁρᾶτε μὴ θροεῖσθε· δεῖ γὰρ πάντα γενέσθαι, ἀλλ᾿ οὔπω ἐστὶ τὸ τέλος.
Ματθ. 24,6              Θα ακούσετε δε πολέμους και φήμες περί πολέμων, που γίνονται μακράν. Προσέχετε, μη ταράσσεσθε, νομίζοντες ότι αυτά είναι σημεία του τέλους. Διότι πρέπει όλα να πραγματοποιηθούν, αλλά ακόμα δεν θα έλθη το τέλος.
Ματθ. 24,7        ἐγερθήσεται γὰρ ἔθνος ἐπὶ ἔθνος καὶ βασιλεία ἐπὶ βασιλείαν, καὶ ἔσονται λιμοὶ καὶ λοιμοὶ καὶ σεισμοὶ κατὰ τόπους·
Ματθ. 24,7               Διότι θα ξεσηκωθή το ένα έθνος ενάντιον του άλλου έθνους, και το ένα βασίλειον εναντίον του άλλου βασιλείου και θα συμβούν στερήσεις και πείνες και επιδημικές αρρώστιες και σεισμοί εις διαφόρους τόπους.
Ματθ. 24,8        πάντα δὲ ταῦτα ἀρχὴ ὠδίνων.
Ματθ. 24,8              Ολα όμως αυτά θα είναι αρχή των ταλαιπωριών και πόνων.
Ματθ. 24,9        τότε παραδώσουσιν ὑμᾶς εἰς θλῖψιν καὶ ἀποκτενοῦσιν ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων τῶν ἐθνῶν διὰ τὸ ὄνομά μου.
Ματθ. 24,9              Τοτε θα σας παραδώσουν εις θλίψεις και βασανηστήρια και θα σας φονεύσουν, και θα είσθε οι μισούμενοι από όλα τα έθνη, διότι θα πιστεύετε και θα κηρύτετε το όνομά μου.
Ματθ. 24,10       καὶ τότε σκανδαλισθήσονται πολλοὶ καὶ ἀλλήλους παραδώσουσι καὶ μισήσουσιν ἀλλήλους.
Ματθ. 24,10             Και τότε θα κλονισθούν πολλοί εις την πίστιν και θα παραδώσουν στους διώκτας ο ένας τον άλλον και θα μισηθούν μεταξύ των.
Ματθ. 24,11       καὶ πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐγερθήσονται καὶ πλανήσουσι πολλούς,
Ματθ. 24,11             Και πολλοί ψευδοπροφήται θα ξεπροβάλλουν και θα παρασύρουν εις την πλάνην πολλούς.
Ματθ. 24,12       καὶ διὰ τὸ πληθυνθῆναι τὴν ἀνομίαν ψυγήσεται ἡ ἀγάπη τῶν πολλῶν.
Ματθ. 24,12             Και επειδή θα έχη πληθυνθή η αμαρτία και η κακία, θα κρυώση η αγάπη των πολλών προς τον Θεόν και προς τους ανθρώπους. (Η καταπάτησις του νόμου του Θεού, η φαυλότης και η διαφθορά είναι κατάστασις ιδιοτελείας, η οποία συνεπάγεται κατάπτωσιν πνευματικήν, ψύξιν της αγάπης και προς αυτούς ακόμη τους οικείους, απομάκρυνσιν από τον Θεόν και απιστίαν. Η απιστία είναι κατά κανόνα γέννημα της αμαρτίας).
Ματθ. 24,13       ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται.
Ματθ. 24,13             Εκείνος όμως, ο οποίος κατά το διάστημα των δοκιμασιών αυτών θα δείξη μέχρι τέλους υπομονήν, αυτός θα σωθή.
Ματθ. 24,14       καὶ κηρυχθήσεται τοῦτο τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας ἐν ὅλῃ τῇ οἰκουμένῃ εἰς μαρτύριον πᾶσι τοῖς ἔθνεσι, καὶ τότε ἥξει τὸ τέλος.
Ματθ. 24,14             Και θα κηρυχθή αυτό το Ευαγγέλιον της βασιλείας του Θεού εις όλην την οικουμένην, ώστε να είναι η καλή μαρτυρία προς σωτηρίαν δι' όλα τα έθνη, και τότε θα έλθη το τέλος.
Ματθ. 24,15       Ὅταν οὖν ἴδητε τὸ βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως τὸ ῥηθὲν διὰ Διανιὴλ τοῦ προφήτου ἑστὼς ἐν τόπῳ ἁγίῳ -ὁ ἀναγινώσκων νοείτω-
Ματθ. 24,15             Οταν λοιπόν θα ιδήτε το μισητόν και αηδές κάθαρμα, που θα επιφέρη την ερήμωσιν και τον όλεθρον της Ιερουσαλήμ, όπως έχει προφητευθή από τον Δανιήλ, να στέκεται στον άγιον τόπον-κάθε αναγνώστης ας καταλάβη καλά αυτό· Πρόκειται δια τους κακούργους ψευδοζηλωτάς και τους αιμοχαρείς σικαρίους, που θα βεβηλώνουν τον ναόν, με αναριθμήτους δολοφονίας και άλλα κακουργήματα, και τους μισητούς Ρωμαίους στρατιώτας με τα ειδωλολατρικά των σήματα.
Ματθ. 24,16       τότε οἱ ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ φευγέτωσαν ἐπὶ τὰ ὄρη,
Ματθ. 24,16             Τοτε, όταν θα δήτε αυτήν την βεβήλωσιν του ιερού, όσοι ευρίσκονται εις την Ιουδαίαν, ας φύγουν εις τα βουνά, δια να κρυβούν.
Ματθ. 24,17       ὁ ἐπὶ τοῦ δώματος μὴ καταβαινέτω ἆραι τὰ ἐκ τῆς οἰκίας αὐτοῦ,
Ματθ. 24,17             Οποιος είναι επάνω εις την ταράτσα, ας μη κατεβή στο σπίτι, δια να πάρη τα πράγματά του, αλλά ας φύγη αμέσως.
Ματθ. 24,18       καὶ ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ μὴ ἐπιστρεψάτω ὀπίσω ἆραι τὰ ἱμάτια αὐτοῦ.
Ματθ. 24,18             Και εκείνος που με το πουκάμισο εργάζεται στο χωράφι, ας μη γυρίση πίσω να πάρη τα ενδύματά του.
Ματθ. 24,19       οὐαὶ δὲ ταῖς ἐν γαστρὶ ἐχούσαις καὶ ταῖς θηλαζούσαις ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις.
Ματθ. 24,19             Αλλοίμονο δε εις τας εγκύους και εις όσας θα θηλάζουν μικρά παιδιά κατά τας ημέρας εκείνας, διότι δεν θα τους είναι εύκολον να τρέξουν να σωθούν.
Ματθ. 24,20       προσεύχεσθε δὲ ἵνα μὴ γένηται ἡ φυγὴ ὑμῶν χειμῶνος μηδὲ σαββάτῳ.
Ματθ. 24,20            Προσεύχεσθε δε να μη γίνη η φυγή σας αυτή εις καιρόν χειμώνος ούτε εις ημέραν Σαββάτου (κατά την οποίαν απαγορεύεται η μεγάλη πορεία).
Ματθ. 24,21       ἔσται γὰρ τότε θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ᾿ ἀρχῆς κόσμου ἕως τοῦ νῦν οὐδ᾿ οὐ μὴ γένηται.
Ματθ. 24,21             Και θα φύγετε τότε με μεγάλην βίαν και τρόμον, διότι θα συμβή θλίψις τόσον μεγάλη, ομοία προς την οποίαν ούτε έχει γίνει από την αρχήν του κόσμου έως τώρα ούτε και θα γίνη.
Ματθ. 24,22       καὶ εἰ μὴ ἐκολοβώθησαν αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι, οὐκ ἂν ἐσώθη πᾶσα σάρξ· διὰ δὲ τοὺς ἐκλεκτοὺς κολοβωθήσονται αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι.
Ματθ. 24,22            Και εάν δεν ωλιγόστευαν αι ημέραι εκείναι, δεν θα εσώζετο κανένας άνθρωπος εις την περιοχήν εκείνην. Αλλά χάριν των εκλεκτών θα περιορισθή ο αριθμός των ημερών εκείνων της τρομεράς θλίψεως.
Ματθ. 24,23       τότε ἐάν τις ὑμῖν εἴπῃ, ἰδοὺ ὧδε ὁ Χριστὸς ἢ ὧδε, μὴ πιστεύσητε·
Ματθ. 24,23            Τοτε εάν κανείς σας πη· Ιδού ο Χριστός είναι εδώ η εκεί, μη πιστεύσετε.
Ματθ. 24,24       ἐγερθήσονται γὰρ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆται καὶ δώσουσι σημεῖα μεγάλα καὶ τέρατα, ὥστε πλανῆσαι, εἰ δυνατόν, καὶ τοὺς ἐκλεκτούς.
Ματθ. 24,24            Διότι θα αναφανούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται και θα δώσουν μεγάλα σημεία και θα κάμουν καταπληκτικά έργα, ώστε να πλανήσουν, εάν είναι δυνατόν, και αυτούς ακόμη τους εκλεκτούς.
Ματθ. 24,25       Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν.
Ματθ. 24,25            Ιδού σας τα προείπα, ώστε να λάβετε τα μέτρα σας.
Ματθ. 24,26       ἐὰν οὖν εἴπωσιν ὑμῖν, ἰδοὺ ἐν τῇ ἐρήμῳ ἐστί, μὴ ἐξέλθητε, ἰδοὺ ἐν τοῖς ταμείοις, μὴ πιστεύσητε·
Ματθ. 24,26            Εάν λοιπόν σας πουν· Ιδού εις την έρημον ευρίσκεται ο Χριστός, μη βγήτε· η εάν σας πουν ότι ο Χριστός ευρίσκεται εις τα πλέον απόμερα και ασφαλή δωμάτια, μη πιστεύσετε.
Ματθ. 24,27       ὥσπερ γὰρ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ φαίνεται ἕως δυσμῶν, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου·
Ματθ. 24,27            Διότι ούτε εις την έρημον ούτε εις σπίτια θα παρουσιασθή ο Χριστός, αλλά όπως η αστραπή βγαίνει από την ανατολή και αμέσως φαίνεται έως την δύσιν, έτσι αμέσως αισθητή εις όλους θα γίνη και η ένδοξος παρουσία του Υιού του ανθρώπου.
Ματθ. 24,28       ὅπου γὰρ ἐὰν ᾖ τὸ πτῶμα, ἐκεῖ συναχθήσονται οἱ ἀετοί.
Ματθ. 24,28            Διότι όπου είναι το πτώμα, εκεί θα μαζευτούν αετοί· “όπου υπάρχει ηθική σαπίλα και διαφθορά, εκεί μαζεύονται, δια να δράσουν οι απατεώνες, οι κλέπται και οι εγκληματίαι. Εις εποχάς αποστασίας, παρουσιάζονται ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται).
Ματθ. 24,29       Εὐθέως δὲ μετὰ τὴν θλῖψιν τῶν ἡμερῶν ἐκείνων ὁ ἥλιος σκοτισθήσεται καὶ ἡ σελήνη οὐ δώσει τὸ φέγγος αὐτῆς, καὶ οἱ ἀστέρες πεσοῦνται ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν σαλευθήσονται.
Ματθ. 24,29            Αμέσως δε, έπειτα από την θλίψιν των ημερών εκείνων ο ήλιος θα σκοτισθή και το γεγγάρι δεν θα δώση το φως του και τα άστρα θα πέσουν από τον ουρανόν και αι ουράνιαι δυνάμεις, αι συγκρατούσαι την αρμονίαν του σύμπαντος, θα σαλευθούν.
Ματθ. 24,30       καὶ τότε φανήσεται τὸ σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ τότε κόψονται πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς καὶ ὄψονται τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου ἐρχόμενον ἐπὶ τῶν νεφελῶν τοῦ οὐρανοῦ μετὰ δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς.
Ματθ. 24,30            Και τότε θα φανή στον ουρανόν το σημείον του υιού του ανθρώπου, και τότε όλαι αι φυλαί της γης, που δεν επίστευσαν, θα οδύρωνται σπαρακτικά, και θα ίδουν τον υιόν του ανθρώπου να έρχεται επάνω εις τας νεφέλας του ουρανού με δύναμιν μεγάλην και δόξαν πολλήν.
Ματθ. 24,31       καὶ ἀποστελεῖ τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ μετὰ σάλπιγγος φωνῆς μεγάλης, καὶ ἐπισυνάξουσι τοὺς ἐκλεκτοὺς αὐτοῦ ἐκ τῶν τεσσάρων ἀνέμων ἀπ᾿ ἄκρων οὐρανῶν ἕως ἄκρων αὐτῶν.
Ματθ. 24,31             Και θα στείλη τους αγγέλους του, οι οποίοι με φωνήν μεγάλην, σαν από ισχυράν σάλπιγγα, θα συγκεντρώσουν τους εκλεκτούς του από τα τέσσαρα σημεία του ορίζοντος, από την μίαν άκρην του ουρανού έως την άλλην.
Ματθ. 24,32       Ἀπὸ δὲ τῆς συκῆς μάθετε τὴν παραβολήν. ὅταν ἤδη ὁ κλάδος αὐτῆς γένηται ἁπαλὸς καὶ τὰ φύλλα ἐκφύῃ, γινώσκετε ὅτι ἐγγὺς τὸ θέρος·
Ματθ. 24,32            Από την συκήν δε μάθετε την παρομοίωσιν· όταν πλέον ο κλάδος της γίνη μαλακός και αναβλαστάνη τα φύλλα, γνωρίζετε ότι πλησιάζει το θέρος.
Ματθ. 24,33       οὕτω καὶ ὑμεῖς ὅταν ἴδητε ταῦτα πάντα, γινώσκετε ὅτι ἐγγύς ἐστιν ἐπὶ θύραις.
Ματθ. 24,33            Ετσι και σεις, όταν ίδετε όλα αυτά, μάθετε ότι έφθασε ο καιρός της κρίσεως του Θεού, που θα τιμωρήση τους Ιουδαίους με καταστροφήν.
Ματθ. 24,34       ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐ μὴ παρέλθῃ ἡ γενεὰ αὕτη ἕως ἂν πάντα ταῦτα γένηται.
Ματθ. 24,34            Σας διαβεβαιώνω, ότι δεν θα περάση η γενεά αυτή, έως ότου γίνουν όλα όσα σας προείπα δια την καταστροφήν της Ιερουσαλήμ.
Ματθ. 24,35       ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι.
Ματθ. 24,35            Ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, οι λόγοι μου όμως δεν θα παρέλθουν, αλλά θα πραγματοποιηθούν εξ ολοκλήρου.

ΚΥΡΙΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ LORD JESUS CHRIST 3. ΑΡΧ. ΣΑΒΒΑΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

«Θεία Ψυχανάλυση». Ἀρχ. Σάββας Ἁγιορείτης

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Κανὼν Ἱκετήριος εἰς τὸν Ἰησοῦν Χριστόν

Ὁ Μέγας Παρακλητικὸς Κανὼν τῆς Παναγίας

Παρακλητικός Κανών Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου

Παρακλητικός Κανών Οσίου Αρσενίου - Βατοπαίδι Χαλκιδικής