Ὅταν ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος
συνεπλήρωσε τό τριακοστόν ἔτος τῆς ἡλικίας Του, γιατί ὡς Θεός πού
ταυτόχρονα ἦταν εἶναι ἄχρονος, ἐπῆγε στόν Ἰορδάνη ποταμό γιά νά βαπτισθῆ
ἀπό τόν Ἰωάννη. «Ὁ δὲ Ἰωάννης διεκώλυεν αὐτὸν λέγων· Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με;».
Ἐγώ ἔχω ἀνάγκη νά βαπτισθῶ ἀπό Ἐσένα καί Σύ ἔρχεσαι πρός ἐμένα; (Ματθ.
Γ´, 14). Ἄλλωστε, ὁ Ἰωάννης εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος διεκήρυξε: «Ἰδού ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»
(Ἰωάν. Α´, 29). Νά, δηλαδή τό πρόβατον, τό ὁποῖον θά σφαγιασθῆ καί ἡ
θυσία του αὐτή θά ἔχη διαστάσεις παγκοσμιότητος, διότι μέ τήν θυσία αὐτή
θά σηκώση τήν ἐνοχή ὅλου τοῦ κόσμου ὅλων τῶν ἐποχῶν.